Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Σοφοκλέους προεξοφλεί πιο γρήγορα και πιο έντονα

μερικά γεγονότα και για τον λόγο αυτό παρουσιάζει «ασυνέπεια» με την πορεία

των άλλων ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων.

Άλλοι, από την πλευρά τους, διατυπώνουν την εκτίμηση ότι η Σοφοκλέους

παραμένει ρηχή αγορά, παρά την είσοδο περίπου 2 εκατ. νέων επενδυτών, αφού

είναι ξεκομμένη από τις διεθνείς αγορές. Ένα από τα επιχειρήματά τους είναι η

έλλειψη ξένη εταιρείας στο ταμπλό του ελληνικού Χρηματιστηρίου.

Όπου, όμως, κι αν βρίσκεται η αλήθεια, τα στοιχεία που εμφανίζουν την πορεία

των ευρωπαϊκών αγορών πριν από και μετά την ένταξη των οικονομιών τους είναι

αποκαλυπτικά. Το 1999 εντάχθηκαν «με την πρώτη» 11 χώρες, ενώ η Ελλάδα «με τη

δεύτερη» το 2000. Μάλιστα, την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού κ. Κώστα Σημίτη στο

Ζάππειο για την αίτηση ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ τη δέχτηκε η αγορά με

κατακόρυφη πτώση, η οποία οδήγησε τις αρμόδιες αρχές σε ελέγχους. Όμως, κατά

το υπέρθερμο 1999, τη χρονιά δηλαδή που η ελληνική οικονομία δεν είχε τα

προσόντα να ενταχθεί στο ευρώ, η αγορά δεν εξέλαβε αρνητικά το γεγονός της

«απόρριψης», αλλά προεξοφλούσε την ένταξή της στην ΟΝΕ το 2000.

Το χαρακτηριστικό, όμως, της υπερβολής στο ελληνικό Χρηματιστήριο ήταν εμφανές

τόσο πριν όσο και μετά την ένταξη της Ελλάδος στην ΟΝΕ, σε σύγκριση με την

αντίστοιχη πορεία των υπολοίπων ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων, των οποίων οι

οικονομίες εντάχθηκαν στο ευρώ το 1999.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι κατά μέσο όρο τα ευρωπαϊκά Χρηματιστήρια το 1998

σημείωσαν απόδοση 33,97%. Τη μεγαλύτερη απόδοση πραγματοποίησε το

Χρηματιστήριο του Βελγίου (55,30%), ενώ αρνητική πορεία είχε αυτό της Αυστρίας

(-5,9%).

Κατά τον χρόνο της ένταξης (1999) η μέση απόδοση των ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων

αυξήθηκε σε 38,11%. Η μεγαλύτερη απόδοση πραγματοποιήθηκε από το Χρηματιστήριο

της Φινλανδίας (183,7%), ενώ πτώση σημείωσε εκείνο της Ιρλανδίας (-1,8%).

Ένα χρόνο μετά την ένταξη (2000), η μέση απόδοση των Χρηματιστηρίων αυτών ήταν

αρνητική (-3,72%). Η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στο Χρηματιστήριο της

Ιρλανδίας (-42,6%) και η μεγαλύτερη άνοδος στο Χρηματιστήριο της Ιταλίας

(18,50%).

Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κατ’ αρχήν η ένταξη έγινε το 2000

και οι συγκρίσεις με τα ευρωπαϊκά Χρηματιστήρια γίνεται με «διαφορά ενός

έτους». Με απλά λόγια, το 1999 των ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων αντιστοιχεί στο

2000 για τη Σοφοκλέους.

Έτσι, ένα χρόνο πριν από την ένταξη της Ελλάδος στην ΟΝΕ (1999), η απόδοση του

Γενικού Δείκτη στη Σοφοκλέους ήταν 79,60%, όταν στην ΟΝΕ ήταν 41,70%, και η

μεγαλύτερη απόδοση κατά την αντίστοιχη χρονιά στην Ευρώπη (1998) ήταν 55,30%

(Βέλγιο). Κατά τον χρόνο ένταξης της Ελλάδος στην ΟΝΕ (2000), ο Γενικός

Δείκτης στη Σοφοκλέους παρουσίασε σημαντική πτώση (-42,60%). Αντίθετα, κατά το

έτος ένταξης στην ΟΝΕ των ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων η μέση απόδοση αυξήθηκε.

Μετά την ένταξη της Ελλάδος στην ΟΝΕ, η πτώση στη Σοφοκλέους συνεχίστηκε

(-11,10% μέχρι τέλος Ιανουαρίου 2001). Η πτώση αυτή (μετά την ένταξη) είναι

μεγαλύτερη από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών Χρηματιστηρίων το 2000 (ένα έτος

μετά την ένταξη).