Κυρίαρχο φαινόμενο της εποχής μας είναι η καλούμενη παγκοσμιοποίηση των

οικονομιών, την οποία ορισμένοι συγγραφείς (όπως ο Immanuel Wallerstein, στο

βιβλίο του «The modern World – System») θεωρούν προέκταση και εξέλιξη

καπιταλισμού, ενώ άλλοι (όπως ο Frederick Jameson, στο βιβλίο του «Το

μεταμοντέρνο») τη χαρακτηρίζουν ως τη μεταμοντέρνα εποχή του ύστερου

καπιταλισμού. Ανεξάρτητα όμως από την οποιαδήποτε ονοματολογία της, η εποχή

μας σηματοδοτεί μία βαθιά και ριζοσπαστική μεταβολή στη ζωή μας, στην

κοινωνία, στην πολιτική αλλά και στα κόμματα. Ειδικότερα ως προς τα κόμματα

παρατηρούμε πως ιστορικά τα κυρίαρχα στοιχεία που τα διαφοροποιούσαν μεταξύ

τους και που διαμόρφωναν τον τόπο της αντιπαράθεσής τους ήταν αφ’ ενός μεν το

κράτος και ο ρόλος του ως ρυθμιστή των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, αφ’

ετέρου δε η κοινωνία και το πώς αυτή λειτουργούσε: αν δηλαδή λειτουργούσε

βασιζόμενη περισσότερο στις αρχές της ισότητας ή της ελευθερίας (Μπόμπιο,

«Δεξιά κι Αριστερά»).

Σήμερα όμως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τελείως διαφορετικό (κοινωνικό,

οικονομικό, πολιτικό, εθνικό) σκηνικό, που έχει ως φυσικό επακόλουθο τη

διαμόρφωση καινούργιων δεδομένων, νέων τάξεων και μιας άλλης κοινωνίας.

Μέχρι πρότινος φέρ’ ειπείν το υφιστάμενο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό

σύστημα είχε διαμορφώσει συγκεκριμένες τάξεις με βάση την ιδιοκτησία των μέσων

παραγωγής και μέσα στα πλαίσια λειτουργίας του Εθνικού κράτους (π.χ. αστούς –

εργάτες, κεφαλαιοκράτες – προλετάριους κ.λπ.).

Τώρα όμως η ιεράρχηση της σπουδαιότητας των μέσων παραγωγής έχει ανατραπεί,

εξαιτίας κυρίως της καταλυτικής εισβολής του παράγοντα «γνώση» στην παραγωγική

διαδικασία.

Η οικονομική (αλλά και η πολιτική και η κοινωνική) δύναμη των διευθυντικών

στελεχών (managers – executives κ.λπ.), των ειδικών και των επαϊόντων, αυτών

δηλαδή που είναι ιδιοκτήτες της «γνώσης», καθημερινά αυξάνεται. Στην Αμερική,

σύμφωνα με τον Jeremy Rifkin («Το τέλος της εργασίας και το μέλλον της»), οι

εργάτες της γνώσης, που αποτελούν το 1/5 του εργατικού δυναμικού, έχουν

εισόδημα περισσότερο από τα υπόλοιπα τέσσερα πέμπτα του πληθυσμού,

προστιθέμενα όλα μαζί.

Όπως λοιπόν υποστηρίζει και ο Peter Drucker («Post Capital Society»), όλοι οι

μεγάλοι οικονομικοί οργανισμοί (π.χ. ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία,

πολυεθνικές εταιρείες και μονοπώλια) διοικούνται σήμερα από διευθυντικά

στελέχη, που χαρακτηριστικό τους προσόν είναι οι γνώσεις που διαθέτουν.

Το στοιχείο της γνώσης λοιπόν έχει υποβαθμίσει θεμελιακά τη σημασία των

παραδοσιακών μέσων παραγωγής (γη – κεφάλαιο – εργασία) και έχει αναγορευθεί ως

η κυρίαρχη δύναμη στην παραγωγική διαδικασία και στις κοινωνικές σχέσεις.

Αναπόδραστη συνέπεια του φαινομένου αυτού είναι και η μεταβολή των

παραδοσιακών κοινωνικών τάξεων, αφού τα δεδομένα στα οποία στηρίζονταν μέχρι

τώρα έχουν τελείως ανατραπεί.

Από την άλλη πλευρά με την παγκοσμιοποίηση των οικονομιών, το κράτος αδυνατεί

να διαδραματίσει αποτελεσματικά τον μέχρι σήμερα ρυθμιστικό και παρεμβατικό

του ρόλο (π.χ. δυσκολίες στην είσπραξη φόρων, δυσχέρεια στην άσκηση του

κοινωνικού και προνοιακού του ρόλου κ.λπ.), ενώ έχει σημαντικά υποχωρήσει υπέρ

ορισμένων διεθνιστικών συγκροτημάτων (π.χ. ΠΟΕ) και υπέρ ορισμένων

περιφερειακών διεθνικών συστημάτων (π.χ. Ε.Ε.). Η δύναμη των Εθνικών κρατών

διαβρώνεται επίσης και από μέσα, από τα διάφορα δηλαδή φυλετικά, θρησκευτικά,

μειονοτικά κ.λπ. κινήματα. Βρισκόμαστε αναμφίβολα μπροστά σ’ έναν ριζικά

διαφορετικό πολιτικό πολιτισμό, που χαρακτηρίζεται από τα δεδομένα της

μεταβιομηχανικής εποχής, της εποχής του «τρίτου κύματος» του Τόφλερ. Μέσα στο

σύγχρονο λοιπόν αυτό τοπίο διαμορφώνονται και οι νέες τάξεις, με τα καινούργια

τους αιτήματα, και οικοδομούνται οι σύγχρονες κοινωνίες. Πρέπει συνεπώς να

εξευρεθεί αντίστοιχα ο καινούργιος πολιτικός λόγος των κομμάτων, που να

ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στις απαιτήσεις των σημερινών κοινωνιών.

Τα σημερινά κόμματα στην άρθρωση του νέου τους πολιτικού λόγου θα πρέπει να

συνεκτιμήσουν και ορισμένα άλλα φαινόμενα, που η παρουσία τους στη σφαίρα του

πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού είτε είναι καινούργια είτε συνιστά

απλώς αναβάθμιση προϋπαρχόντων προβλημάτων. Τέτοια προβλήματα με υψηλό δείκτη

ιεράρχησης και προτεραιότητας είναι, ενδεικτικά, τα εξής: το περιβάλλον και η

προστασία του, η κοινωνική απομόνωση και περιθωριοποίηση πολλών κατηγοριών

πολιτών κάτω από την επίδραση των νέων τεχνολογιών, η σημερινή δομική φύση της

ανεργίας και της φτώχειας, η μάστιγα των ναρκωτικών και η εκμετάλλευση και

διακίνησή τους από μεγάλα οικονομικά κέντρα και συμφέροντα και η καταπολέμησή

τους, τα προβλήματα της εκπαίδευσης, της ασφάλισης και γενικότερα του

κοινωνικού κράτους, κάτω από την επίδραση της παγκοσμιοποίησης, και βέβαια το

σπουδαιότερο σήμερα ζήτημα της διαφάνειας στην πολιτική και κοινωνική μας ζωή.

Ο Σωτήρης Χατζηγάκης είναι βουλευτής της Ν.Δ., πρώην υπουργός.