Εκρηκτικό τοπίο στην οικονομία προκαλεί η νέα άνοδος των διεθνών τιμών του

πετρελαίου που βρίσκονται σταθερά πλέον πάνω από τα 30 δολάρια το βαρέλι και

απειλούν να ανατρέψουν όχι μόνο τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αλλά την

οικονομική πολιτική της κυβέρνησης στους κρίσιμους τομείς του πληθωρισμού, των

επιτοκίων, του ισοζυγίου πληρωμών, του δημόσιου χρέους, του ελλείμματος του

προϋπολογισμού αλλά και των αυξήσεων στους μισθούς το 2001.

Η διατήρηση των διεθνών τιμών των καυσίμων στα επίπεδα των 32 δολαρίων, που

σηματοδότησε τη νέα αύξηση κατά 10-14 δρχ. το λίτρο των εγχώριων λιανικών

τιμών της βενζίνης και του πετρελαίου, την περασμένη εβδομάδα, σε συνδυασμό με

τη νέα άνοδο του δολαρίου, έχουν μεταβάλει τις προβλέψεις για την πορεία των

κρίσιμων οικονομικών μεγεθών προκαλώντας ανατροπές των αρχικών σχεδιασμών στην

άσκηση της οικονομικής πολιτικής. Ειδικότερα:

Ο πληθωρισμός

* Ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο έχει ξεφύγει από τις αρχικές προβλέψεις και

κινείται ήδη στο 3,5%. Με βάση τους τελευταίους υπολογισμούς των αρμόδιων

στελεχών του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και της Τραπέζης της Ελλάδος, ο

πληθωρισμός τρέχει ήδη με 3,5%, από 3,1% τον Σεπτέμβριο, ενώ θεωρείται πιθανό

να εκτιναχθεί στο 3,7% μέχρι τέλους του μήνα, αν δεν μειωθούν οι λιανικές

τιμές πώλησης της βενζίνης και του πετρελαίου την ερχόμενη εβδομάδα. Τα

στοιχεία αυτά έχουν σημάνει συναγερμό στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, το

οποίο, όμως, δεν έχει περιθώρια να αντιδράσει. Ο ίδιος ο υπουργός Εθνικής

Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γιάννος Παπαντωνίου έχει δηλώσει ότι δεν

υπάρχουν περιθώρια για νέες μειώσεις φόρων στα καύσιμα.

Περιγράφοντας την πορεία του πληθωρισμού τον Οκτώβριο, τα αρμόδια στελέχη του

υπουργείου λένε ότι «ο πληθωρισμός έχει πιάσει ήδη το 3,5%». Επισημαίνουν,

παράλληλα, ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο αυτή την εβδομάδα

λόγω της αύξησης κατά 10-14 δρχ. το λίτρο της τιμής πώλησης της βενζίνης και

του πετρελαίου και εξηγούν ότι υπάρχει κίνδυνος να σκαρφαλώσει τελικά στο 3,7%

τον Οκτώβριο. Αυτό θα γίνει, αν δεν υποχωρήσουν δραστικά (κατά 10 δρχ.) οι

λιανικές τιμές των καυσίμων μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα, ενδεχόμενο που, όμως,

θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο.

Τα επιτόκια

* Η προγραμματισμένη για το τέλος Οκτωβρίου (την ερχόμενη Τετάρτη) μείωση των

επιτοκίων από την Τράπεζα της Ελλάδος αναβάλλεται για τις αρχές Νοεμβρίου. Οι

εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού προβληματίζουν την Τράπεζα της Ελλάδος

σχετικά με τον χρόνο της επόμενης μείωσης των επιτοκίων που αρχικά

προγραμματιζόταν να γίνει στο τέλος Οκτωβρίου καθώς και για το ποσοστό της

μείωσης αυτής. Στην Τράπεζα της Ελλάδος φοβούνται ότι η μείωση των επιτοκίων

στο τέλος Οκτωβρίου, δηλαδή την ερχόμενη εβδομάδα, θα συμπαρέσυρε σε ανάλογες

κινήσεις μείωσης των επιτοκίων τις εμπορικές τράπεζες, γεγονός που θα ενίσχυε

τις πληθωριστικές πιέσεις. Έτσι, οι 2,75 ποσοστιαίες μονάδες που χωρίζουν τα

επιτόκια παρέμβασης της Τραπέζης της Ελλάδος με τα επιτόκια της Ευρωπαϊκής

Κεντρικής Τράπεζας θα καλυφθούν το δίμηνο Νοέμβριος – Δεκέμβριος.

Οι μισθοί

* Η κούρσα ανόδου του πληθωρισμού στον βαθμό που συνεχιστεί εκτιμάται ότι θα

προκαλέσει πρόβλημα και στην εφαρμογή της εισοδηματικής πολιτικής το 2001. Στο

οικονομικό επιτελείο φοβούνται ότι στην περίπτωση που οι τιμές του πετρελαίου

εξακολουθήσουν να διατηρούνται υψηλά και ο πληθωρισμός αγγίζει το 4%, θα

υπάρξουν πιέσεις από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις στο Δημόσιο για

μεγαλύτερες αυξήσεις μισθών το 2001. Η ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών, όπως

αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, θα ανέτρεπε τα μέχρι τώρα

δεδομένα στην κατάρτιση του νέου προϋπολογισμού και θα καθιστούσε ακόμη πιο

δύσκολη την επίτευξη των στόχων του για το πλεόνασμα και το χρέος. Στην

περίπτωση αυτή, ο κύκλος των διεκδικήσεων για μεγαλύτερες αυξήσεις μισθών θα

επεκτεινόταν και στον ιδιωτικό τομέα, ανατρέποντας τη διετή συμφωνία για το

ύψος των αυξήσεων στους μισθούς που υπάρχει μεταξύ και εργοδοτών και

εργαζομένων και λήγει στο τέλος του 2001.

Το χρέος

Ήδη, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η καθυστέρηση

που έχει σημειωθεί έως τώρα στη μείωση των επιτοκίων, λόγω του πληθωρισμού,

έχει αυξήσει τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους κατά 200 δισ. δρχ.

πάνω από τις προβλέψεις. Στο ποσό αυτό εκτιμάται ότι θα ανέλθει η υπέρβαση των

δαπανών για τόκους και για χρεολύσια του φετινού προϋπολογισμού σε σχέση με

τις δαπάνες που είχαν προβλεφθεί αρχικά.

Η νέα αναβολή στη μείωση των επιτοκίων για τις αρχές Νοεμβρίου εκτιμάται ότι

θα διευρύνει τις υπερβάσεις των δαπανών για τόκους και για χρεολύσια του

φετινού προϋπολογισμού. Έτσι, γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η συγκράτηση του

δημόσιου χρέους φέτος στο 103,9% που αποτελεί προϋπόθεση για να περιορισθεί

κάτω από το 100% του ΑΕΠ το 2001.