Καπέλο 11.000 δρχ. τον μήνα σε κάθε ελληνική οικογένεια, που ισοδυναμεί με

2,5% του οικογενειακού προϋπολογισμού, βάζει η εκτίναξη της τιμής του

πετρελαίου σε επίπεδα πάνω από τα 30 δολάρια το βαρέλι που έχει ανεβάσει στα

ύψη τις λιανικές τιμές πώλησης των καυσίμων.

Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων που αφορούν στην αύξηση που

έχουν σημειώσει το τελευταίο δωδεκάμηνο οι λιανικές τιμές του πετρελαίου

θέρμανσης και της βενζίνης, καθώς και των στοιχείων της έρευνας οικογενειακών

προϋπολογισμών, που δείχνουν το ποσοστό συμμετοχής της δαπάνης για αγορά

καυσίμων στη μηνιαία καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι από τον φετινό Οκτώβριο η κάθε ελληνική

οικογένεια θα πληρώνει 6.572 δρχ. περισσότερα τον μήνα για να καλύπτει τις

ανάγκες θέρμανσης σε σχέση με το ποσό που πλήρωνε τον Οκτώβριο του 1999.

Επίσης η κάθε οικογένεια θα πληρώνει άλλες 4.523 δρχ. επιπλέον τον μήνα από

ό,τι πλήρωνε πέρυσι για προμήθεια βενζίνης προκειμένου να καλύπτει τις ανάγκες

μεταφοράς της με αυτοκίνητο.

Πάνω από 1.100 δρχ.

Αυτό σημαίνει ότι η συνολική μηνιαία επιβάρυνση κάθε νοικοκυριού για προμήθεια

πετρελαίου θέρμανσης και βενζίνης θα ανέλθει σε 11.095 δρχ., που ισοδυναμεί με

2,5% στις 471.338 δρχ. που είναι ο μέσος μηνιαίος οικογενειακός προϋπολογισμός

(μηνιαία καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών). Δηλαδή, κατά το ερχόμενο

εξάμηνο μέχρι τον Απρίλιο, που θα σταματήσει η διάθεση του πετρελαίου

θέρμανσης, η συνολική μέση επιβάρυνση του κάθε ελληνικού νοικοκυριού θα

ανέλθει σε 66.570 δρχ. μόνο από την αύξηση των λιανικών τιμών των καυσίμων,

χωρίς να υπολογίζονται οι ανατιμήσεις που έχουν προκληθεί ή θα προκληθούν σε

άλλα εμπορεύματα στην αγορά λόγω της αύξησης της τιμής του πετρελαίου.

Ειδικότερα, από τα στοιχεία της έρευνας οικογενειακών προϋπολογισμών που

δόθηκαν προχθές στη δημοσιότητα, προκύπτει ότι:

Η θέρμανση

Το 1999 η κάθε ελληνική οικογένεια ξόδευε 47.609 δρχ. τον μήνα για στέγαση –

ηλεκτρισμό – ύδρευση και καύσιμα. Από το ποσό αυτό, το 13,67% ή 6.507 δρχ.

αντιστοιχούσαν στα έξοδα που έκανε για να αγοράσει υγρά καύσιμα για να καλύψει

τις ανάγκες θέρμανσης της κύριας ή δευτερεύουσας κατοικίας της.

Η έρευνα ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 1999 όταν η τιμή του πετρελαίου

θέρμανσης ήταν 77 δρχ. το λίτρο. Από τότε μέχρι σήμερα, λόγω της ξέφρενης

κούρσας ανόδου των τιμών των καυσίμων, το πετρέλαιο θέρμανσης ανατιμήθηκε κατά

101%, με αποτέλεσμα σήμερα να πωλείται στις 155 δρχ. το λίτρο.

Έτσι προκαλείται αυτόματα μια αύξηση της μηνιαίας επιβάρυνσης για αγορά

πετρελαίου όσο και η αύξηση της τιμής του. Αυτό σημαίνει ότι φέτος κάθε

ελληνικό νοικοκυριό θα πρέπει να ξοδεύει κάθε μήνα όχι 6.507 δρχ. που ξόδευε

πέρυσι, αλλά 13.079 δρχ., δηλαδή 6.572 δρχ. περισσότερο (αύξηση 101%).

Συνολικά λοιπόν, καθ’ όλη τη διάρκεια του επόμενου εξαμήνου (μέχρι και τις 15

Απριλίου) που θα διατίθεται το πετρέλαιο θέρμανσης, το μέσο νοικοκυριό θα

επιβαρυνθεί με ένα κόστος της τάξεως των 39.432 δρχ.

Η κίνηση

Το 1999 το κάθε νοικοκυριό έδινε ακόμη 57.383 δρχ. τον μήνα για την προμήθεια

βενζίνης προκειμένου να καλύπτει τις ανάγκες μεταφοράς του με αυτοκίνητο. Από

το ποσό αυτό οι 13.707 δρχ., ή το 23,89%, προορίζονταν για την αγορά βενζίνης,

πετρελαίου και υγραερίου κίνησης, σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της έρευνας

οικογενειακών προϋπολογισμών.

Όμως το ποσό αυτό είχε υπολογισθεί όταν η τιμή της βενζίνης ήταν 210 δρχ. το

λίτρο (για την αμόλυβδη). Από τότε μέχρι σήμερα η λιανική τιμή της αμόλυβδης

βενζίνης έχει φθάσει τις 280 δρχ., που σημαίνει ότι έχει αυξηθεί περίπου 33%.

Έτσι, η μηναία δαπάνη των 13.707 δρχ. για αγορά βενζίνης έχει αυξηθεί φέτος

κατά 33%, δηλαδή κατά 4.523 δρχ. Αυτό σημαίνει ότι φέτος η κάθε ελληνική

οικογένεια θα ξοδεύει κάθε μήνα 18.230 δρχ. για να καλύπτει τις ανάγκες

μεταφοράς της, δηλαδή 4.523 δρχ. επιπλέον. Άρα, μέσα στο επόμενο εξάμηνο θα

επιβαρυνθεί σωρευτικά με 27.138 δρχ. για την προμήθεια βενζίνης.