Ο κατάσκοπος της Στάζι που κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 προμήθευε

την κομμουνιστική ηγεσία της Ανατολικής Γερμανίας με σειρά απόρρητων και

«ευαίσθητων» πληροφοριών για τη βρετανική εξωτερική και αμυντική πολιτική, δεν

«ήρθε» τελικά από το κρύο.

Chatham House. Τώρα ανακαλύπτουν στα αρχεία της Στάζι, πως ένα από τα

προπύργια της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής είχε αλωθεί από… εσωτερικό εχθρό

Ήταν Βρετανός και δούλευε στην καρδιά της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής: στο

περίφημο ερευνητικό κέντρο Royal Institute Of International Affairs. Η ύπαρξη

και δράση αυτού του εσωτερικού εχθρού, ο οποίος είχε την κωδική ονομασία

Έκχαρτ αποκαλύφθηκε τώρα, με την αποκωδικοποίηση μυστικών αρχείων της Στάζι

στο Βερολίνο.

Όλο το Σαββατοκύριακο η ΜΙ5 ­ η βρετανική μυστική υπηρεσία ­ συνέχιζε

πυρετωδώς τις έρευνές της για να βρει τον πράκτορα της Στάζι, ο οποίος, κατά

τη διάρκεια της δεκαετίας ’80, έστειλε 27 αναφορές στις μυστικές υπηρεσίες της

Ανατολικής Γερμανίας, με πολύτιμες πληροφορίες για τις βρετανικές ένοπλες

δυνάμεις, την εξωτερική πολιτική της χώρας και το ΝΑΤΟ.

Στα ίχνη του πράκτορα

Τα αρχεία της Στάζι, που τώρα μόλις βγήκαν στο φως, κρύβουν την αληθινή

ταυτότητα του πράκτορα αλλά αποκαλύπτουν ότι εργαζόταν κάποτε στο Royal

Institute Of International Affairs. Χθες κυκλοφόρησε εντόνως η ανεπιβεβαίωτη

φήμη ότι ο πράκτορας Έκχαρτ μπορεί να ήταν ο Ρίτσαρντ Γκοτ, πρώην

αρχισυντάκτης της βρετανικής εφημερίδας «Guardian».

Ο Γκοτ, ο οποίος έχει στο παρελθόν περιγράψει τον εαυτό του ως αδιόρθωτο

αριστεριστή, πράγματι εργάστηκε στο επίμαχο ινστιτούτο επί δύο χρόνια ­ από το

1962 έως το 1964 ­ αλλά διατήρησε στενή επαφή με το ινστιτούτο και αφού έφυγε

από εκεί. Το 1994, μάλιστα, αποκαλύφθηκε ότι ο Γκοτ ήταν πράκτορας των

Σοβιετικών. Οι διευθυντές, πάντως, του Royal Institute Of International

Affairs (Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων), γνωστού και ως Chatham House,

της έγκριτης δεξαμενής σκέψεως που εδώ και 80 χρόνια υπήρξε το ανεπίσημο

φυτώριο της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, έχουν ήδη ξεκινήσει τη δική τους

έρευνα προκειμένου να μάθουν ποιος ήταν ο κατάσκοπος που ζούσε ανάμεσά τους.

Από το 1920 αυτή η δεξαμενή σκέψεως ήταν ένα ερευνητικό κέντρο απ’ όπου

περνούσαν τακτικά κορυφαίοι παράγοντες της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής,

διπλωμάτες, υπουργοί, πρωθυπουργοί και ξένοι ηγέτες, και συζητούσαν ανοιχτά

για τους αληθινούς στόχους και την εξέλιξη της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής

με έγκριτους επιλεγμένους δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς και άλλες πολύ

προσεκτικά επιλεγμένες προσωπικότητες.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, όταν ο πράκτορας της Στάζι που έχει

την κωδική ονομασία Έκχαρτ μετέδιδε τις συζητήσεις και τις έρευνες που

διεξάγονταν στο Chatham House στους επικεφαλείς του στη Στάζι, η Βρετανίδα

πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ και ο τότε υπουργός Εξωτερικών της χώρας

Ντάγκλας Χερντ ήταν τακτικοί επισκέπτες του ερευνητικού κέντρου. Ο Κάσπαρ

Γουάινμπεργκερ επίσης πήγαινε εκεί όταν ήταν υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, όπως

πήγαινε και ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους και ο Λόρενς

Ίγκλμπεργκερ, αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, εκείνη την περίοδο.

Πολύτιμες πληροφορίες για την κυβερνητική πολιτική

Όπως, πάντως, αναφέρουν αρμόδιοι των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, ελάχιστα

απόρρητα στοιχεία και μυστικά πρέπει να αποκαλύφθηκαν στις συζητήσεις που

έγιναν στο Chatham House και, άρα, και να διέρρευσαν και στη Στάζι. Εντούτοις,

οι προερχόμενες «εκ των έσω» πληροφορίες, από ένα ίδρυμα τέτοιας πολιτικής

εμβέλειας, πρέπει να ήταν άκρως πολύτιμες για όσους ήθελαν να έχουν πλήρη

εικόνα των κινήτρων και επιδιώξεων της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής.

Και αυτό επειδή, από αυτές τις πληροφορίες, θα μπορούσαν οι ενδιαφερόμενοι να

γνωρίζουν πώς διαμορφώνεται ανά πάσα στιγμή η βρετανική κυβερνητική πολιτική,

τι εισηγήσεις δέχεται η κυβέρνηση, ποιες οι επιμέρους απόψεις και οι

προβληματισμοί των υπουργών, και ποιο το περιεχόμενο των επαφών που είχαν με

τη βρετανική κυβέρνηση οι ηγεσίες άλλων χωρών-μελών του ΝΑΤΟ.

Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε κανείς, ουσιαστικά, να γνωρίζει εκ των προτέρων

ποιες αποφάσεις θα πάρει τελικά η βρετανική κυβέρνηση. Και όπως γνωρίζουν καλά

οι μυστικές υπηρεσίες όλων των χωρών, μια τέτοια προνομιακή και σε βάθος γνώση

των διαβουλεύσεων και τεκταινομένων στους κόλπους της κυβέρνησης μιας χώρας

είναι συνήθως πολύ πιο χρήσιμη απ’ ό,τι η απροκάλυπτη κλοπή απόρρητων εγγράφων.