«Είναι αθώος!». Πληθαίνουν οι διαδηλώσεις στην Αμερική με αίτημα την

απελευθέρωση του Μουμία Αμπού Τζαμάλ

Ο Ραιημόν Φορνί δεν μπορεί να κρύψει την οργή του γι’αυτά που είδε. «Στις

φυλακές αυτές, οι καταδικασμένοι σε θάνατο είναι δεμένοι με αλυσίδες, σαν τα

σκυλιά», λέει ο πρόεδρος της γαλλικής εθνοσυνέλευσης, που επισκέφθηκε την

περασμένη Δευτέρα τις φυλακές Γκρην της Πενσυλβάνια. «Οι περισσότεροι

κρατούμενοι είναι μαύροι, οι δεσμοφύλακες λευκοί. Βλέπει κανείς αμέσως από

ποια μεριά είναι η τάξη, ή μάλλον η αταξία, στα κεφάλια των ηγετών της

Αμερικής».

Ο Ραιημόν Φορνί, ο άνθρωπος που το 1981 κατέθεσε στο κοινοβούλιο την πρόταση

νόμου για την κατάργηση της θανατικής ποινής, δεν μπορεί να κρύψει τον

θαυμασμό του για τον άνθρωπο που συνάντησε. «Ο Μουμία Αμπού Τζαμάλ είναι ένα

έξυπνο και πολύ θαρραλέο παιδί, που έχει κρατήσει όλη την πνευματική του

διαύγεια παρά τα 18 χρόνια που έχει περάσει στην πτέρυγα των μελλοθανάτων.

«Όταν έχεις κάνει ένα λάθος, μου είπε, ο χρόνος μοιάζει με αιωνιότητα. Όταν

κάνεις έναν αγώνα, ο χρόνος δεν είναι τίποτα».

Ο Ραιημόν Φορνί είδε πολλά που τον συγκλόνισαν και τον τάραξαν σ’ αυτό το

ταξίδι. Αυτό που δεν είχε την ευκαιρία να δει είναι πώς οι μελλοθάνατοι στην

Αμερική μιλούν στο τηλέφωνο. Το διηγείται ο ίδιος ο Μουμία σ’ ένα σημείωμά του

που δημοσιεύτηκε στη «Στάμπα»: «Ένας ένστολος δεσμοφύλακας φέρνει το τηλέφωνο

στο μικροσκοπικό κελί μου. Σχηματίζω τον αριθμό. Καλεί. Το σηκώνει η γυναίκα

μου και λέει γεια. Η φωνή της υπερκαλύπτεται από ένα ηχογραφημένο μήνυμα:

«Αυτή η κλήση γίνεται από φυλακή. Δέχεστε να πληρώσετε; » Δέχεται. Αρχίζουμε

να μιλάμε: λόγια που αναζητούν την ασφάλεια της αγάπης. Προς στιγμήν έχω την

αίσθηση ότι εκεί έξω υπάρχει ένας πραγματικός κόσμος, όχι φρουροί και

ηλεκτροφόρα σύρματα. Ύστερα από πέντε λεπτά, ακούγεται και πάλι η φωνή: «Αυτή

η κλήση γίνεται από φυλακή. Έχετε ακόμη πέντε λεπτά». Γελάμε, το έχουμε

συνηθίσει και μιλάμε γρήγορα. Καμιά φορά παίρνει το τηλέφωνο η κόρη μου ή ένας

από τους γιους μου. Προσπαθώ να αποτυπώσω τους ήχους. Ύστερα, πάλι η φωνή του

ρομπότ: «Έχετε ακόμη ένα λεπτό». Η γραμμή πέφτει. Ο δεσμοφύλακας που έφερε το

τηλέφωνο, και δεν έχει χάσει ούτε λέξη, το παίρνει και φεύγει. Αισθάνομαι

άδειος».

Ο Ραιημόν Φορνί, που βρίσκεται πια στην πατρίδα του, δεν μπορεί να φανταστεί

πόσο κοστίζει αυτό το τηλεφώνημα. Σε μια εποχή που η δορυφορική και η ψηφιακή

τεχνολογία επιτρέπει να γίνονται τηλεφωνήματα με κόστος ένα ή δύο σεντς το

λεπτό, οι ιδιωτικές και κρατικές φυλακές χρεώνουν ένα ή δύο δολλάρια συν τον

φόρο. Η διαφορά αυτή εξηγείται από τις προμήθειες: ένα ποσοστό πηγαίνει στην

πολιτεία, ένα άλλο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ένα άλλο ακόμη στην ιδιωτική

εταιρεία που εκμεταλλεύεται τις φυλακές. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, ο

«φόρος» αυτός αποφέρει κάθε χρόνο στις πολιτείες εκατομμύρια δολλάρια.

Και οι φυλακισμένοι τιμωρούνται ακόμη μια φορά.