Μια «εικόνα» αξίζει αμέτρητες λέξεις. Παντού και πάντοτε, στην υποδοχή της

εικόνας Άξιον Εστί, παρατηρείται το ίδιο ακριβώς φαινόμενο: «Λατρεία χωρίς όρια».

Οι Έλληνες, συναθροίζονται, προσκυνούν, χειροκροτούν, ραντίζουν με λουλούδια

και ανάβουν λιβάνι. Σχεδόν όλοι είναι παρόντες: νέοι, γέροντες, πιστοί,

λιγότερο πιστοί, συντηρητικοί, κομμουνιστές, νεωτερικοί, σοσιαλιστές,

«εκσυγχρονιστές», οπαδοί του «τρίτου δρόμου» και πολλοί άλλοι.

Η «εικόνα» δεν θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα απ’ ό,τι στον στίχο του

ποιητή μας: «Μπροστά στην ράχη της Σέριφος, όταν ανεβαίνει ο ήλιος, τα

πυροβόλα όλων των μεγάλων κοσμοθεωριών παθαίνουν αφλογιστία» (Ελύτης, «Εν λευκώ»).

Αναμφίβολα, κάθε λαός βιώνει τη δική του «εικόνα», το δικό του «άξιον εστί».

Καθημερινά, σ’ όλο τον πλανήτη, το κάθε «άξιον εστί» απομυθοποιεί τη συμβατική

και εφήμερη σκέψη και αποκαθηλώνει ιδεολογίες και ιδεολογήματα που διεκδικούν

την «παγκόσμια αλήθεια». Το επιφανειακό, το μεταβατικό, το προσωρινό, το

άχρωμο και το άοσμο, υποκλίνεται μπροστά στο υπαρκτικό και στο βαθύτερο,

μπροστά στην αόρατη δύναμη που εμπεριέχει η συλλογική νοηματοδότηση της

«αλήθειας» κάθε ξεχωριστού κοινωνικού συνόλου του διεθνούς χώρου.

Η πιο πάνω «εικόνα» στην Ελλάδα και διεθνώς συναρτάται πλήρως με τα φιλοσοφικά

και πρακτικά διλήμματα στο εσωτερικό κάθε κράτους και στη διεθνή πολιτική. Η

βασική διάκριση είναι μεταξύ «παραδοσιακής» και «νεωτερικής» αντίληψης του

κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι. Η «παραδοσιακή αντίληψη», σχεδόν

ταυτίζεται με την κλασική πολιτική θεωρία. Η αριστοτελική «οντολογική

νοηματοδότηση» του κοινωνικού γεγονότος, έχει τη δική της ιδιαίτερη και

ιδιόμορφη έκφραση στο επίπεδο κάθε διακριτής συλλογικότητας του διεθνούς

χώρου. Εκφράζεται με τις διαφορετικές εκδοχές του κοινωνικού και

θεσμικοπολιτικού γεγονότος και επιβεβαιώνεται από την απουσία ενός βιώσιμου

παγκόσμιου κανονιστικού συστήματος.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν το κοινωνικό και θεσμικοπολιτικό γίγνεσθαι κάθε

λαού είναι πολλοί, άλλοι ορατοί και άλλοι αόρατοι: θρησκεία, παραδόσεις, ήθη

και έθιμα, φυσικές συνθήκες, συλλογικές ιστορικές μνήμες, αντιλήψεις περί

δικαίου, προτεραιότητες αναγκών, ιεραρχήσεις συμφερόντων και οτιδήποτε άλλο

διαμορφώνει τα οντολογικά χαρακτηριστικά κάθε λαού και τις κρατούσες

συλλογικές αντιλήψεις για τον συλλογικό «τρόπο ζωής», το «αληθεύειν» και τα

κοινά συμφέροντα.

Η διατύπωση μιας αξιόπιστης «πρότασης» για παγκόσμιο «τρόπο ζωής» είναι

ουτοπικό εγχείρημα. Αυτό επειδή προσκρούει στην οντολογικού χαρακτήρα

πραγματικότητα του κατακερματισμού του διεθνούς χώρου σε εθνική – κρατική

βάση. Το ότι είναι ουτοπική αποδεικνύεται από την αέναη πάλη των διακριτών

συλλογικοτήτων για αυτονομία – κυριαρχία, τις αδυναμίες των διεθνών θεσμών και

την απουσία μιας βιώσιμης μη-ηγεμονικής διεθνούς εξουσίας. Επίσης, από τις

καθημερινές συρράξεις και από το γεγονός ότι, στον διεθνή χώρο, αενάως «ο

ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο

του το επιβάλλει η αδυναμία του» (Θουκυδίδης Ε89).

Οι «νεωτερικές θεωρήσεις» φιλοδόξησαν ­ και αυτές ­ να οικοδομήσουν πάνω στα

στοχαστικά θεμέλια του Πλάτωνα και του Αριστοστέλη. Αναμφίβολα, διαδραμάτισαν

σημαντικό ρόλο στο πέρασμα από τον Μεσαίωνα στο σύγχρονο διακρατικό σύστημα.

Όμως, όπως ορθά σημειώνει ο Χρήστος Γιανναράς, στηρίζεται στην εξατομικευμένη

ποσοτική συνύπαρξη που αναιρεί το οντολογικό αιτούμενο του κοινωνικού

γίγνεσθαι. Ενώ συνιστά πρόοδο σε σχέση με τον Μεσαίωνα, αποτελεί ταυτόχρονα

τραγική οπισθοδρόμηση εάν συγκριθεί με την αριστοτελική νοηματοδότηση του

κοινωνικού γίγνεσθαι, την οποία, εν τούτοις, οι νεωτερικοί επιχείρησαν να αναπαραγάγουν.

Εξάλλου, οι πιο σύγχρονες εκδοχές της νεωτερικότητας, δηλαδή ο διεθνιστικός

φιλελευθερισμός και ο μαρξισμός ­ καθώς και λιγότερο σημαντικές εφήμερες

αναζητήσεις «τρίτων» ή άλλων «δρόμων» ­ έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τη

δονκιχωτική απόρριψη ή υποκριτική υποβάθμιση των επιμέρους οντολογικών

χαρακτηριστικών των κοινωνιών και την πρόταξη εξομοιωτικών ουτοπικών

κοσμοπολίτικων ιδεολογημάτων.

Ενώ μια πρόταση για ένα νέο παγκόσμιο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι που θα

αντικαθιστά τη διεθνή ετερότητα είναι αναπόφευκτα πολιτική ουτοπία ή πολιτική

απάτη, η ιστορία δεν παύει να επαναλαμβάνεται: Οι εκάστοτε ισχυροί ­ παγίως

«κοσμοπολίτες» ­ επιδιώκουν σταθερά την επικράτηση του δικού τους «τρόπου

ζωής» και της δικής τους «αλήθειας» ως πρότυπα της «διεθνούς κοινότητας».

Τελικά, βεβαίως, ματαιοπονούν. Συγκρούονται με τα οντολογικά χαρακτηριστικά

της διεθνούς ετερότητας και αποτυγχάνουν. Το καταμαρτυρεί το Άξιον Εστί, αλλά

και κάθε «άξιον εστί» σε κάθε γωνιά της Γης.

Ο Παναγιώτης Ήφαιστος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και

Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.