«Ουίσκι σε αφθονία» είναι ο τίτλος μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες συμβολές στον συλλογικό τόμο «Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων» που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Θεμέλιο. «Ουίσκι σε αφθονία» θα μπορούσε να είναι και μια ποιητική αλληγορία για τα χρόνια που (το ξεχάσαμε στα χρόνια της ευμάρειας αλλά) ήταν μια παράδοξη εξαίρεση σε μια μακρά ελληνική ιστορία διάστικτη από ανωμαλίες, οικονομική δυσπραγία, βία και ανασφάλεια. Αντίθετα, η Μεταπολίτευση μέχρι πρόσφατα υπήρξε (και υπήρξε αποτυπωμένη στη συλλογική συνείδηση ως) μια περίοδος πρωτοφανούς ευημερίας, κοινωνικής ενσωμάτωσης, εξευρωπαϊσμού (να η περί ουίσκι αλληγορία) και εκδημοκρατισμού, με άλλα λόγια ένα εξαιρετικό κάδρο εντός του οποίου κανείς μπορούσε κατά το δοκούν να «σκηνοθετήσει τον εαυτό του», για να θυμηθούμε και τον Γκίντενς.

Και έπειτα ήρθε η κρίση. Κρίση που μέσα στο σοκ που προκάλεσε κινητοποίησε μηχανισμούς που συνδέονται με τη μνήμη και την «αρχιτεκτονική» τής δημόσιας Ιστορίας που αφορά τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια. Θα πρέπει να τονίσουμε ωστόσο ότι δεν είναι η πρώτη φορά που μια συλλογική εμπειρία τραυματική λειτουργεί ως έναυσμα για τη συγκρότηση νέων αφηγημάτων. Αν ανατρέξουμε στην Ιστορία του εικοστού αιώνα, τότε θα εντοπίσουμε τουλάχιστον τέσσερις μείζονες μετατοπίσεις στο πολιτικό σκηνικό (νέου τύπου εθνικές πολώσεις δηλαδή), οι οποίες συνοδεύονται από ανάλογες μεταπλάσεις της ιστορικής μνήμης, σε βαθμό μάλιστα που δεν είναι εύκολο να πει κανείς με βεβαιότητα αν οι τελευταίες οδηγούν τα πολιτικά πράγματα προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση ή οι πολιτικές εξελίξεις καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μια κοινωνία «βλέπει» το παρελθόν της. Η δικτατορία των συνταγματαρχών, ας πούμε, υπήρξε ένα τέτοιο «σοκαριστικό γεγονός», με μια έννοια βέβαια διασταλτική καθότι μια περίοδος περίπου επτά ετών προφανώς και δεν αποτελεί «γεγονός». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου, η τραγωδία της Κύπρου και η μυθική αδυναμία των στρατιωτικών να οργανώσουν ικανοποιητικά (παρά τον μιλιταριστικό βερμπαλισμό τους) έστω μια επιστράτευση αποδόμησε πλήρως ολόκληρη τη μεταπολεμική περίοδο, αναπόσπαστο τμήμα και απόληξη της οποίας και θεωρήθηκε (όχι άδικα) το καθεστώς των συνταγματαρχών. Πέρα από τις προφανείς συνέπειες στο επίπεδο της πολιτικής που εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται, η οριστική και σύνολη ρήξη με το χουντικό και προδικτατορικό καθεστώς υπήρξε προϋπόθεση για τη μετάπλαση της δημόσιας Ιστορίας και για την ανάδυση ενός νέου ηγεμονικού εθνικού αφηγήματος.Υπό την έννοια αυτή η Μεταπολίτευση, της οποίας αρκετοί πολιτικοί, διανοούμενοι και opinion makers κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει (ή βιαστεί, όπως το βλέπει κανείς) να χαιρετίσουν το «τέλος της» και με αφορμή διάφορες εξελίξεις, από τη συγκυβέρνηση του ’89 μέχρι την έλευση της ιδιωτικής τηλεόρασης και από το δημοψήφισμα του 2015 μέχρι (πρόσφατα) τον θάνατο του Μάκη Ψωμιάδη (!), είναι εδώ και θα παραμένει όσο τα δημόσια αφηγήματα που συνδέθηκαν με αυτήν παραμένουν κυρίαρχα, έστω πληγωμένα, ουχί όμως αποκαθηλωμένα. Μέχρις ότου δηλαδή ολοκληρωθεί στην ολότητά της η «απομάγευση αυτού που θεωρούσαμε πως αρκεί για να μας οδηγήσει στην πρόοδο», όπως επισημαίνει πολύ εύστοχα ο Κ. Τσουκαλάς. Αυτός είναι ο λόγος που γύρω από τη Μεταπολίτευση έχει στηθεί στα χρόνια της κρίσης ένα πραγματικός πόλεμος μνήμης (από το περίφημο σύνθημα «Η Χούντα δεν τελείωσε το ’73» μέχρι τη συστηματική προσπάθεια αναθεώρησης, για να το πούμε κομψά, της μνήμης της επταετίας και της προβολής της ως «εποχής ανάπτυξης, τάξης και ευνομίας»), τα αίτια του οποίου δεν θα πρέπει να αναζητηθούν τόσο σε μια, καλοδεχούμενη βεβαίως, αύξηση της συλλογικής ευαισθησίας για το ιστορικό παρελθόν όσο στα εν γένει πολιτικά διακυβεύματα που συνδέονται με τη διαχείριση της μνήμης.

Ταυτόχρονα, στη δεδομένη – δύσκολη συγκυρία της κρίσης η Μεταπολίτευση αναδεικνύεται και σε ένα νέο πεδίο ιστορικής έρευνας, όπως μας υπενθυμίζουν οι συντελεστές του βιβλίου και όπως η ίδια η έκδοση του απολαυστικού αυτού τόμου επιβεβαιώνει. Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι στην ελληνική εκδοχή του ο αρκετά καινοφανής για την ιστορική επιστήμη όρος «Σπουδές του Εκδημοκρατισμού» παραπέμπει όχι τόσο στη «στιγμή» της μετάβασης από ένα αυταρχικό καθεστώς σε μία Δημοκρατία όπως συνήθως γίνεται διεθνώς, αλλά σε μια ολόκληρη ιστορική περίοδο που καλύπτει τις περίπου τέσσερις δεκαετίες της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η ιδιαιτερότητα αυτή είναι σημαντική, καθώς υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις τρεις μείζονες περιόδους της Μεταπολίτευσης (1974-1981, 1981- 1996 και 1996- 2011), οι οποίες εντοπίζονται όχι μόνο στην πολιτική αλλά στην κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα και στις προτεραιότητες που υπήρξαν καθοριστικές σε κάθε στιγμή, κάτι εξαιρετικά δύσκολο να αποτιμηθεί και να καταγραφεί. Επομένως, ο τόμος αναλαμβάνει το δύσκολο αλλά πολύ σημαντικό έργο να χαρτογραφήσει και να ταξινομήσει συμβολές που «στήνουν» το νέο ερευνητικό πεδίο σε μια συγκυρία ξεχωριστή, όπου το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης είναι μεγάλο, μια και μεγάλο τμήμα του διανοητικά κινητοποιημένου κοινού απαιτεί να πληροφορηθεί συγκροτημένα, πολυπρισματικά και κυρίως πειστικά «τι πήγε εντέλει λάθος» και η χώρα κατέληξε σε καθεστώς χρεοκοπίας.

Ο Κώστας Κατσάπης (katsapius@gmail.com) είναι ιστορικός στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας

Συμβολή στη συλλογική αυτογνωσία

Ο τόμος αποτελεί συνέχεια τρόπον τινά του μεγάλου συνεδρίου για τη Μεταπολίτευση που διοργάνωσαν το περιοδικό «Historein» και το Freie Universität Berlin τον Δεκέμβριο του 2012, με τις συμβολές που δημοσιεύονται να είναι ως επί το πλείστον επεξεργασμένες εκδοχές των εισηγήσεων. Με ιδιαίτερη φροντίδα οι επιμελητές ταξινόμησαν τα κείμενα σε έξι μεγάλες θεματικές ενότητες (Κληρονομιές του παρελθόντος, Κράτος και δημόσιες πολιτικές, Μορφές και τρόποι του πολιτικού, Εθνικισμός- αντιαμερικανισμός- εξευρωπαϊσμός, Η ποιητική της κουλτούρας, Κρίση και τέλος της Μεταπολίτευσης), υπόμνηση των μεγάλων αλλαγών που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια στην ελληνική ιστοριογραφία γενικότερα και ειδικότερα σε αυτήν της Μεταπολίτευσης, όπου και διαφαίνεται μια υποχώρηση της «θεσμικής» ανάγνωσης, η οποία έδινε έμφαση στα ζητήματα του κράτους, των κομμάτων, των πολιτειακών δομών ή της οικονομίας. Αντιθέτως, η νέα ιστοριογραφία και οι νέοι στην ηλικία θεράποντές της στρέφουν ολοένα και περισσότερο τη ματιά τους σε παραμελημένες έως τώρα όψεις της ιστορικής πραγματικότητας, όπως οι «τεχνοτροπίες ζωής» (Π. Ζεστανάκης), το φαινόμενο του αντιαμερικανισμού (Τ. Λιαλιούτη) ή οι πολυποίκιλες συλλογικές δράσεις που συγκροτούν με ιδιαίτερη ένταση τον ελληνικό «κύκλο διαμαρτυρίας» (Ν. Σερντεδάκις), συναρθρώνοντάς τες βέβαια, ακριβώς όπως πρέπει, με τις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου. Τον τόμο ολοκληρώνουν μια πολύ διαφωτιστική εισαγωγή που υπογράφουν από κοινού οι τρεις επιμελητές του καθώς και – ως επίμετρο – μια γόνιμη συζήτηση που επιχειρεί να προσεγγίσει τα πολιτικά διακυβεύματα που συνδέονται με τη μνήμη της Μεταπολίτευσης στη συγχρονία. Εργο σημαντικό, ο συλλογικός τόμος «Μεταπολίτευση: Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων» αποτελεί αναμφίβολη συμβολή στη συλλογική μας αυτογνωσία, αφορμή για να ξανασκεφτούμε το πρόσφατο παρελθόν μας, εντέλει απαραίτητο, θα λέγαμε, ανάγνωσμα σε μια περίοδο που η ακροδεξιά ρητορεία με απροκάλυπτα κυνικό και ξεδιάντροπα επιθετικό τρόπο προβάλλει τις μεγάλες δημοκρατικές κατακτήσεις της περιόδου ως μήτρα κάθε δεινού που σχετίζεται με την υπάρχουσα κρίση. Last but not least. Ενα βιβλίο που διαβάζεται άνετα, ευχάριστα και απολαυστικά. Ακριβώς όπως το καλό ουίσκι. Με ή χωρίς πάγο.

Μεταπολίτευση

Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων

Επιμ. Μάνος Αυγερίδης, Εφη Γαζή, Κωστής Κορνέτης

Εκδ. Θεμέλιο, 2016, σελ. 448

Τιμή: 24,50 ευρώ