Στο τέλος ο Κουρτ Ούμνιτσερ μπορούσε να πει μόνο «ναι». Ποιος; Ο Κουρτ, ο μεγάλος ρήτορας, ο κύριος καθηγητής, από το στόμα του οποίου κρέμονταν όλοι κάποτε, πάσχει από Αλτσχάιμερ. «Ο Κουρτ δεν ήξερε τίποτα πια. Δεν ήξερε να μιλήσει, δεν ήξερε να πλύνει τα δόντια του. Ούτε καν τον κώλο του να σκουπίσει δεν ήξερε», διαπιστώνει ο μοναδικός του γιος, ο Αλεξάντερ, ο οποίος έχει μόλις μάθει ότι και ο ίδιος πάσχει από καρκίνο. Ετσι αρχίζει το μυθιστόρημα «Τις μέρες που λιγόστευε το φως», με το οποίο ο Οϊγκεν Ρούγκε έκανε πριν από δύο χρόνια το ντεμπούτο του στη γερμανική λογοτεχνία, στις σελίδες του οποίου περιγράφει στην ουσία την ιστορία της δικής του οικογένειας έτσι όπως εκτυλίχθηκε τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Μεταφρασμένο σε 21 γλώσσες, το βιβλίο έγινε αμέσως μπεστ σέλερ έχοντας πουλήσει ήδη περισσότερα από 350.000 αντίτυπα, ενώ επιπλέον κατέκτησε τη σημαντικότερη λογοτεχνική διάκριση στη Γερμανία. Το φως που λιγοστεύει, όπως αναφέρεται στον τίτλο του μυθιστορήματος, παραπέμπει ευθέως στο όραμα της σοσιαλιστικής ουτοπίας και στην αυταπάτη που λιγοστεύει. «Μερικές φορές μού προσάπτουν ότι έδωσα αυτόν τον τίτλο ενώ υπάρχει και το φως που αυξάνεται και δεν είναι όλα αρνητικά. Ισως αυτό να είναι κατά κάποιο τρόπο αλήθεια», σχολίασε ο συγγραφέας κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου του στην Αθήνα πρόσφατα στο Ινστιτούτο Γκαίτε.

Παραδέχθηκε, όμως, ότι επί των ημερών μας το φως λιγοστεύει και πάλι: «Είχαμε και περιόδους καλύτερες στην Ευρώπη. Δεν θα μιλήσω ως πολιτικός. Ο συγγραφέας άλλωστε προσπαθεί να δώσει φωνή σε όλους τους χαρακτήρες, ενώ ο ίδιος παραμένει στο περιθώριο. Δεν θέλει να ερμηνεύει τα πράγματα. Αλλά ναι, θα σας πω ότι ο σοσιαλισμός δεν λειτούργησε. Θα λειτουργήσει ο καπιταλισμός; Δεν το ξέρω. Ούτε γνωρίζω αν αυτή η τρομερή παραγωγικότητα, αυτή η απληστία μάς κάνουν ευτυχείς», είπε ο Ρούγκε.

Ο 59χρονος συγγραφέας εμφανίστηκε αργά στη λογοτεχνία, όχι όμως και στα γερμανικά γράμματα αφού έχει μεταφράσει από τα ρωσικά πέντε θεατρικά έργα του Αντον Τσέχοφ, έχει γράψει ο ίδιος πολλά θεατρικά έργα, καθώς και έργα για το ραδιόφωνο. Γεννήθηκε το 1954 στην πόλη Σόσβα στα ανατολικά Ουράλια (όπως άλλωστε και ο ήρωάς του Αλεξάντερ). Εκεί είχε εξοριστεί από τους Ναζί ο κομμουνιστής πατέρας του, ο οποίος στη συνέχεια φυλακίστηκε από τους Ρώσους σε γκουλάγκ ως Γερμανός. Το 1958 ο Ευγένιος Ρούγκε επέστρεψε στο Ανατολικό Βερολίνο μαζί με τους γονείς του. Σπούδασε μαθηματικά και έως το 1985 ήταν επιστημονικός συνεργάτης στο ινστιτούτο Zentralinstitut fuer Physik der Erde στο Πότσνταμ, τρία χρόνια αργότερα όμως απέδρασε στη Δύση. Σήμερα μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο Βερολίνο και στο σπίτι που κληρονόμησε από τη ρωσίδα μητέρα του στο νησί Ρίγκεν, στη Βαλτική.

Ο Ρούγκε άρχισε να γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα όταν πια όλοι οι συγγενείς του είχαν πεθάνει και ο ίδιος είχε διαγνωσθεί με καρκίνο, από τον οποίο είναι πλέον θεραπευμένος. Με γλώσσα απλή και κατανοητή, καταπιάνεται με τις εμπειρίες των μελών τεσσάρων γενεών μιας οικογένειας που έζησαν στο Μεξικό, στη Ρωσία και στην Ανατολική Γερμανία.

Οι έξυπνα αλληλένδετες ιστορίες εκτυλίσσονται σε 20 κεφάλαια, καθένα από τα οποία επικεντρώνεται στην οπτική καθενός από τους χαρακτήρες. Ανάμεσα στα βασικά πρόσωπα είναι η γκροτέσκα γιαγιά Σαρλότε και ο δεύτερος άντρας της Βίλχελμ Ποβιλάιτ, σταλινικοί κομμουνιστές που έζησαν εξόριστοι στο Μεξικό (όπως άλλωστε και οι παππούδες του Ρούγκε) από όπου επέστρεψαν στη Γερμανία για να συμβάλουν στην ανόρθωσή της, ο Κουρτ, γιος της Σαρλότε από τον πρώτο της γάμο που κατάφερε να επιβιώσει στη ρωσική εξορία, ιστορικός και κομμουνιστής, ο οποίος όμως αρχίζει να αμφισβητεί το σύστημα, η ρωσίδα γυναίκα του, η ωραία και σέξι Ιρίνα και η μητέρα της, η πληθωρική Ναντιέζντα Ιβάνοβνα, ο Αλεξάντερ (alter ego του Ρούγκε) που επιστρέφει στο Μεξικό για να γνωρίσει τα μέρη όπου έζησαν η Σαρλότε και ο Βίλχελμ και ο γιος του Μάρκους.