Είναι ο χώρος όπου το μεγαλύτερο διακοσμημένο μετάλλινο αγγείο, ο αριστουργηματικός κρατήρας του Δερβενίου, συγκατοικεί με ένα από τα σπανιότερα αλλά και ωραιότερα αγγεία του αρχαίου κόσμου, μια κύλικα από τη Χίο. Εκεί όπου το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης – ο πάπυρος του Δερβενίου – «συνομιλεί» με το μοναδικό ίσως για την εποχή του γυάλινο αγγείο, στο εσωτερικό του οποίου κρυβόταν ένας… λαγός. Κι εκεί όπου η κελτική μητριαρχική θεότητα Επόνας, που έφερε στην Ελλάδα ο Γαλέριος, συνυπάρχει με έναν πέρση στρατιώτη που έγραφε σε μια γλώσσα που δεν έχει ακόμη διαβαστεί.

Ο Μανόλης Ανδρόνικος το είχε χαρακτηρίσει ως «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Βόρειας Ελλάδας». Ο λόγος για το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το οποίο με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 20 χρόνων από την ολική επανέκθεση των συλλογών του, το 2006, αποκτά έναν νέο οδηγό, κατά το πρότυπο που έχουν υιοθετήσει μεγάλα μουσεία του εξωτερικού, αλλά και το Μουσείο Μπενάκη στα καθ’ ημάς. Και μέσα από 100 επιλεγμένα αντικείμενα – από τα 3.000 και πλέον εκθέματά του και τα 50.000 των συλλογών του – επιχειρεί να «συστηθεί» στους επισκέπτες του με τρόπο ελκυστικό, πέρα από τις αυστηρά επιστημονικές περιγραφές, χωρίς όμως να στερεί από τον αναγνώστη την ευκαιρία να εξοικειωθεί με την αρχαιολογική ορολογία, και με σύμμαχο μια σύγχρονη γραφιστικά παρουσίαση.

Φορείς γνώσης

«100 αντικείμενα από τις συλλογές του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης επιλέχθηκαν για να μιλήσουν για το παρελθόν μέσα από τη βιογραφία τους. Τα αντικείμενα αυτά δεν είναι απλώς μάρτυρες του παρελθόντος, αλλά φορείς γνώσης, ικανοί να μας αποκαλύψουν πολλαπλές ιστορίες, ανάλογα με τον τρόπο που επιλέγουμε να τα προσεγγίσουμε. Αυτήν ακριβώς την αρχή της αρχαιολογικής επιστήμης επιδιώκει να υπηρετήσει ο παρών οδηγός», επισημαίνει στον πρόλογο της έκδοσης «Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. 100 αντικείμενα μιλούν για το παρελθόν» η γενική διευθύντρια του μουσείου, δρ Αναστασία Γκαδόλου. H έκδοση, που επιμελήθηκαν οι Αγγελική Κουκουβού και Ουρανία Πάλλη και σχεδίασε η Ρωξάνη Βλαχοπούλου, δεν περιορίζεται στην επιλογή των εκθεμάτων μόνο στις αίθουσες του κτιρίου που σχεδίασε ο Πάτροκλος Καραντινός, αλλά επεκτείνεται και στις αρχαιότητες που εκτίθενται οργανωμένα στον περιβάλλοντα χώρο του.

Και μπορεί το νήμα της αφήγησης να ξεκινά – όπως θα ήταν αναμενόμενο – από το αρχαιότερο ανθρώπινο λείψανο που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα στον ελλαδικό χώρο και ένα από τα πληρέστερα κρανιακά απολιθώματα του παλαιοανθρωπολογικού αρχείου της Ευρώπης, το κρανίο από το σπήλαιο των Πετραλώνων (250.000-300.000 χρόνια πριν από σήμερα), ο οδηγός ωστόσο δεν στέκεται μόνο στους εμβληματικούς και άμεσα αναγνωρίσιμους από το κοινό ενοίκους του μουσείου. Εστιάζει σε ένα αινιγματικό γυμνό γυναικείο ειδώλιο (5400-4500 π.Χ.), που κανείς δεν γνωρίζει αν ήταν ένα νεολιθικό παιχνίδι ή αν επρόκειτο για ένα μαγικό ή λατρευτικό αντικείμενο, και στα έξι λιτά και κομψά, χρυσά κοσμήματα του «θησαυρού της Αραβησσού» (4500-3300/3100 π.Χ.) που αποτελούν πρώιμα δείγματα μεταλλουργικής τεχνογνωσίας.

Από τα σπανιότερα αγγεία

Μας προσκαλεί να παρατηρήσουμε μια χιακή κύλικα – ένα πολυτελές κύπελλο κρασιού – που βρέθηκε σε πλούσια κτερισμένη ανδρική ταφή στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής (575-550 π.Χ.), διακοσμημένη με δύο περίτεχνα αποδοσμένες Σφίγγες, και αποτελεί ένα από τα σπανιότερα αγγεία του αρχαίου κόσμου, αξιοθαύμαστα για την τεχνική και την αρμονία των αναλογιών, του σχεδίου και των χρωμάτων τους. Να γνωρίσουμε ένα από τα πρώτα αποκτήματα του μουσείου, τον γυάλινο λαγό με τα μπλε μάτια, που κάποτε βρισκόταν στο εσωτερικό ενός κλειστού αγγείου για κρασί, ένα από τα ελάχιστα γνωστά παραδείγματα του είδους με ειδώλια ζώων στο εσωτερικό τους και ίσως το μοναδικό της εποχής του – βρέθηκε στο Δίον (3ος-4ος αι. μ.Χ.).

Να περιεργαστούμε το πολυπρόσωπο ανάγλυφο επιτύμβιο, στο οποίο, αν και δεν φέρει επιγραφές, η ομοιότητα των εικονιζομένων μαρτυρά ότι πρόκειται για οικογένεια που έζησε στη ρωμαϊκή εποχή (3ος ή 4ος αι. μ.Χ.). Να θαυμάσουμε ένα από τα εντυπωσιακότερα ευρήματα των αρχαϊκών νεκροταφείων της Μακεδονίας, μια σπάνια χρυσή μάσκα (περ. 520 π.Χ.) από το νεκροταφείο της Σίνδου, κτέρισμα σε άνδρα 25 ετών. Φτιαγμένη από παχύ φύλλο χρυσού, ο οποίος πιθανότατα προήλθε από τον γειτονικό χρυσοφόρο Εχέδωρο ποταμό, εμφανίζεται 1.000 χρόνια μετά την εγκατάλειψη της γνωστής από τους Μυκηναίους ταφικής πρακτικής.

Μέσα από τις σελίδες του πλούσια εικονογραφημένου οδηγού γνωρίζουμε τον μυστηριώδη όρθιο άνδρα με μακριά μαλλιά και ίσως γένια, με το μακρύ ένδυμα, ένα ψηλό κάλυμμα κεφαλής και δόρυ που μαρτυρά την περσική του καταγωγή. Τα σπανιότατα ίχνη παρουσίας Περσών στον Θερμαϊκό καθιστούν την κεραμίδα – πάνω στην οποία είναι χαραγμένη η μορφή αυτή – πολύτιμη (5ος αι. π.Χ.). Και το πιο ενδιαφέρον; Συνοδεύεται από μια επιγραφή που δεν έχει διαβαστεί έως σήμερα, καθώς οι χαρακτήρες της δεν ανήκουν ούτε στην ελληνική ούτε σε καμία από τις γνωστές αλφαβητικές γραφές! Βλέπουμε τον ηθοποιό Μάρκο Ουαρείνιο Αρέσκοντα, ντυμένο με θεατρικό κοστούμι, να χαιρετά το κοινό ενώ δεχόταν επευφημίες και χειροκροτήματα, στον ταφικό του βωμό (170-200 μ.Χ.). Και γνωρίζουμε, επίσης, την κελτική θεά Επόνα, μια μητριαρχική θεότητα, το όνομα της οποίας έχει κοινή ρίζα με τη λέξη «ίππος». Ηταν θεά της ευφορίας και της γονιμότητας, προστάτιδα του ρωμαϊκού ιππικού, η λατρεία της οποίας έφτασε στον ελλαδικό χώρο χάρη στον αυτοκράτορα Γαλέριο (ανάγλυφο 300-325 μ.Χ.).