Ο Νίκος Πλουμπίδης δεν φημιζόταν για την αυτοπροβολή του· αντιθέτως, υπήρξε ένας από τους ταπεινότερους εκπροσώπους στην Ιστορία της ελληνικής Αριστεράς, άνθρωπος της ουσίας και όχι της εκμετάλλευσης, είτε της θέσης του είτε των καταστάσεων προκειμένου να καρπωθεί ο ίδιος (φαινόμενο πολύ συχνό, δυστυχώς, του πολιτικού κόσμου των καιρών μας). Ηταν επίσης αμείλικτα σταθερός στις θέσεις του, σε σημείο πραγματικής απορίας ή, για την ακρίβεια, ζωής και θανάτου: όταν το 1952 ο Πλουμπίδης συνελήφθη από την κυβέρνηση Παπάγου έχοντας θεωρηθεί κατάσκοπος και προδότης της πατρίδας του, η μαχαιριά που δέχθηκε από τους «συντρόφους» του ήταν πολύ πιο βαθιά και επώδυνη. Εχοντας πέσει θύμα του ίδιου του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Πλουμπίδης έμεινε μόνος να σαπίζει μέσα στο στόμα του λύκου αφού το Κόμμα του «έκανε γαργάρα» την υπόθεση χαρακτηρίζοντάς τον προδότη. Το 1954 ο Πλουμπίδης εκτελέστηκε. Και χρόνια μετά την εκτέλεσή του, με συνοπτικές διαδικασίες και με δημοσιεύματα-αραδούλες της πλάκας που πέρασαν απαρατήρητα, το ΚΚΕ θα παραδεχόταν το «λάθος» του. Για να έχει ουσία μια μεταφορά της ιστορίας του Νίκου Πλουμπίδη στον κινηματογράφο, θα πρέπει κατ’ αρχάς να χαρακτηρίζεται από μια ταπεινότητα ανάλογη με τη δική του.
Ο άνθρωπος που θα αναλάμβανε αυτή την αποστολή θα έπρεπε να είναι εξίσου ταπεινόφρων και απέριττος, όπως το «αντικείμενο» της ταινίας του, ο Νίκος Πλουμπίδης. Αυτό είναι ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος. Και ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο ο «Κόκκινος δάσκαλος», το ντοκιμαντέρ του που βγήκε σε διανομή στις αίθουσες στις αρχές αυτού του έτους (και μάλιστα από τον ίδιο τον σκηνοθέτη γιατί τότε κανείς διανομέας δεν την ήθελε), σημείωσε την επιτυχία που σημείωσε (οπότε κατόπιν εορτής η διανομή τον θυμήθηκε). Για τα μέτρα, το κόστος και την εμβέλεια μιας τέτοιας ταινίας, πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες φέτος του ελληνικού κινηματογράφου· όλες οι προβολές της ήταν γεμάτες, σε όλες τις πόλεις όπου η ταινία προβλήθηκε – και «όργωσε» στην κυριολεξία όλη την Ελλάδα. Πέρα από τη σθεναρή υποστήριξη του «Κόκκινου δάσκαλου» από κάποια μέσα (όπως «Τα ΝΕΑ» και «Το Βήμα»), ο Χαραλαμπόπουλος δεν είχε βοήθεια από κανέναν, πέρα του ιδίου του έργου του, το οποίο στόμα με στόμα έγινε η ταινία που δεν «πρέπει να χάσουμε».
Με «οδηγό» του τον γιο του Ν. Πλουμπίδη, ψυχίατρο Δημήτρη Πλουμπίδη, ο οποίος δεν γνώρισε τον πατέρα του «παρά μόνο για τριάμισι λεπτά» κατά τη διάρκεια των ημερών της δίκης του πρώτου, ο Χαραλαμπόπουλος συνέθεσε το πλούσιο σε πληροφορίες και πέρα για πέρα ανθρώπινο πορτρέτο ενός αγωνιστή της Αριστεράς που προτίμησε να ακολουθήσει τον δρόμο της ιδεολογίας ακόμα και όταν βρέθηκε μπροστά στο χείλος του γκρεμού στον οποίο έπεσε. Αυτή η ταπεινότητα του Χαραλαμπόπουλου συνεχίζεται ακόμη και μετά την εγχώρια επιτυχία του «Κόκκινου δάσκαλου». Πριν από λίγο καιρό, το ντοκιμαντέρ απέσπασε την «Ecran D’ Or»(Χρυσή Οθόνη) 2025 στο 7ο Φεστιβάλ GrecDoc στο Παρίσι. «Η ταινία καταφέρνει – και μάλιστα με τρόπο συγκλονιστικό και πλήρως τεκμηριωμένο – να αποκαταστήσει την τιμή και την αξιοπρέπεια του δασκάλου και κομμουνιστή Νικόλαου Πλουμπίδη, μετά τη δίκη και την εκτέλεσή του το 1954, που την στήριξε τότε το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα» αναφέρεται στην ανακοίνωση του διευθυντή του Φεστιβάλ Μισέλ Νολ. Το φεστιβάλ αυτό είναι πολύ σημαντικό σε ό,τι αφορά την παρουσίαση των σύγχρονων ελληνικών ντοκιμαντέρ στην Γαλλία. Ελαβε χώρα πριν από λίγο καιρό στον κινηματογράφο Grand Action στο Παρίσι, όπου το σινεφίλ κοινό της πόλης ήρθε σε επαφή με νέα ελληνικά ντοκιμαντέρ, συμπεριλαμβανομένων των ταινιών «Lo» του Θανάση Βασιλείου (που επίσης διανεμήθηκε στην Ελλάδα) και βέβαια της ταινίας του Χαραλαμπόπουλου.
Και όμως, αυτός ο άνθρωπος, ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, δεν προέβη σε καμία ανακοίνωση, δεν ανέφερε πουθενά τη βράβευση της ταινίας του, δεν βομβαρδίζει τα ΜΜΕ με απανωτά δελτία Τύπου, δεν κόμπασε, δεν υπερηφανεύτηκε, δεν μίλησε καν για το ευρύτερο ταξίδι του «Κόκκινου δάσκαλου» στο εξωτερικό και όχι μόνο στη Γαλλία (θα παιχτεί στη Νίκαια και μετά στη Μασσαλία). Παντού «δεν». Τυχαία τα έμαθα όλα αυτά όταν του έκανα ένα τηλεφώνημα για να του ευχηθώ για τη γιορτή του. Και παρεμπιπτόντως μου θύμισε ότι έχω δεσμευτεί να προλογίσω προσεχώς την ταινία «Ω αδελφέ πού είσαι;» στον κύκλο προβολών ταινιών που διοργανώνει για την κινηματογραφική λέσχη του Δήμου Βύρωνα, εκπαιδεύοντας με τον τρόπο του το κοινό της περιοχής. Σαν ένας άλλος δάσκαλος.







