«Ο σκύλος μου ενοχλείται από τον ήχο του τηλεφώνου» είναι το πρώτο πράγμα που θα μου πει από το Παρίσι η μοντέζ Κλερ Άθερτον, όταν την περασμένη Παρασκευή το πρωί επικοινωνήσαμε μέσω βιντεοκλήσης για αυτή τη συνέντευξη. Μαθαίνω ότι ο σκύλος είναι Ρουμάνος, η Άθερτον τον έφερε από τη Ρουμανία όπου το ζώο έχοντας γλιτώσει στο τσακ από τον θάνατο («στην επαρχία της Ρουμανίας σκοτώνουν τα σκυλιά» είπε) κατέληξε σε ένα ίδρυμα προστασίας αδέσποτων ζώων. Ο πάγος έχει σπάσει γιατί μιλάμε αρκετά για τα ζώα, όπως και για τους δύο γάτους που υπηρετώ στο δικό μου σπίτι.
Το έργο της διάσημης αυτής μοντέζ του ευρωπαϊκού (κυρίως) κινηματογράφου είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις ταινίες της βελγίδας σκηνοθέτιδας Σαντάλ Ακερμάν (Βρυξέλλες, 1950 – Παρίσι, 2015), για την οποία σήμερα το απόγευμα, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, η Αθερτον θα μιλήσει παραχωρώντας masterclass. Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου που αυτές τις μέρες διεξάγεται στην Ταινιοθήκη, η καλεσμένη κινηματογραφίστρια Μαρία Κουρκούτα επιμελήθηκε το πρόγραμμα «Σαντάλ Ακερμάν – Ζαν-Γκαμπριέλ Περιό: Κινηματογραφώντας πολιτικά». Θα προβληθούν οι ταινίες της Ακερμάν «Εξ ανατολών» και «Από την άλλη πλευρά» και οι ταινίες του Περιό «Μια γερμανική νεολαία», «Επιστροφή στη Ρενς» [θραύσματα], «Οι μέρες μας πρέπει οπωσδήποτε να φωτιστούν» και «Προσωπικό ημερολόγιο».
Επικοινωνία με εικόνες
Ρουμανικής καταγωγής η ίδια, η Αθερτον γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο, κόρη καθηγητή Πανεπιστημίου (αγγλική φιλολογία) και καθηγήτριας γαλλικών. Κάποια στιγμή μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη και από τα πέντε της, η Αθερτον είναι κάτοικος Παρισίων, όπου από τότε διαμένει. Η μητέρα της Κλερ Αθερτον ήταν επίσης αναμεμειγμένη με φεμινιστικά κινήματα στη δεκαετία του 1970 και αυτό συνέβαλε κάπως στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της Κλερ, η οποία μπήκε στον χώρο του κινηματογράφου με πολύ παράδοξο τρόπο. «Ηταν μια περίοδος που δεν γνώριζα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου αλλά με ενδιέφερε πολύ η κινέζικη γλώσσα» είπε. «Είχα μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τις λέξεις, τις φοβόμουν κάπως… Οταν ζούσα κάτι και προσπαθούσα να το εκφράσω με λέξεις, ένιωθα ότι έλεγα ψέματα. Ενιωθα ότι οι λέξεις ήταν πολύ δυνατές και μπορούσαν να διαμορφώσουν την πραγματικότητα, να τη διαστρεβλώσουν. Ομως η γραπτή γλώσσα των Κινέζων σχετίζεται με τις εικόνες. Οι εικόνες δημιουργούν νόημα. Και αυτό ήταν μια ανακούφιση για μένα γιατί ένιωθα πολύ πιο άνετα και ασφαλής με τις εικόνες παρά με τις λέξεις».
Αυτή η φαινομενικά ανορθόδοξη αλλά εν τέλει πολύ ιδιαίτερη σχέση της με τις εικόνες οδήγησε την Αθερτον στον κόσμο της Σαντάλ Ακερμάν, μιας σκηνοθέτριας γνωστής για την ποιητική διάσταση των ταινιών της. Η γνωριμία τους έγινε στο Centre Simone de Beauvoir όπου η Αθερτον είχε πιάσει δουλειά μέσω της διάσημης ηθοποιού Ντελφίν Σεϊρίγκ, γνωστής από ταινίες όπως το «Πέρσι στο Μαρίενμπαντ» του Αλέν Ρενέ, «Κλεμμένα φιλιά» του Φρανσουά Τριφό και «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» του Λουίς Μπουνιουέλ.
«Η πρώτη φορά που δουλέψαμε μαζί με τη Σαντάλ ήταν για μια τηλεοπτική βιντεοσκόπηση ενός έργου της στο θέατρο, το “Letters Home” όπου πρωταγωνιστεί η Ντελφίν Σεϊρίγκ. Ημουν πολύ νέα, πολύ αυθόρμητη και η Σαντάλ εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι ο ανορθόδοξος τρόπος σκέψης μου συμβάδιζε με τον δικό της. Από τότε με είχε πάντα κοντά της». Ανάμεσα στις ταινίες στις οποίες οι δύο γυναίκες συνεργάστηκαν είναι η «Ενα ντιβάνι στη Νέα Υόρκη» (1996) με τους Κατρίν Ντενέβ και Γουίλιαμ Χερτ, το σκληρό ντοκιμαντέρ «Ο Νότος» (1999) που η Ακερμάν γύρισε με φόντο το Τέξας και το ντοκιμαντέρ «Μη ερασιτεχνικό βίντεο» (2015) που αφορά μια πολωνή επιζήσασα του Ολοκαυτώματος των Εβραίων και είναι το κύκνειο άσμα της σκηνοθέτριας.
Το μοντάζ της ποίησης
Εν τέλει, αυτή η παράξενη σχέση της Άθερτον με τις εικόνες έγινε ένα με τη δουλειά της ως μοντέζ. Στην πραγματικότητα, η Aθερτον αναζητά την ποίηση μέσα από τις εικόνες. «Συνήθως, οι καθηγητές του μοντάζ λένε στους μαθητές ότι πρώτα ρωτούν τον/τη σκηνοθέτη τι θέλει να πει και εν συνεχεία κοιτάζουν τις εικόνες αναζητώντας τρόπους για να υπηρετήσουν το όραμά τους. Εγώ τους διδάσκω ακριβώς το αντίθετο. Δεν κάνεις ερωτήσεις· νιώθεις τις εικόνες, “ακούς” τις εικόνες και στη συνέχεια προσπαθείς να φτιάξεις μια σχέση μεταξύ τους. Ακούς φυσικά αυτόν που γύρισε την ταινία, τον σκηνοθέτη, αλλά πρέπει μόνος σου, παρακολουθώντας και νιώθοντας τις εικόνες, να ανακαλύψεις το πραγματικό νόημα της επιθυμίας».
Φυσικά, όπως σε όλους τους τομείς της ζωής, έτσι και στη διαδικασία του μοντάζ υπάρχουν τα εμπόδια και οι συμβιβασμοί. Τι κάνεις, για παράδειγμα, αν κάπου χρειάζεσαι μια σκηνή η οποία δεν υπάρχει; Πρέπει αναγκαστικά να δουλέψεις με το υλικό που έχεις στη διάθεσή σου. «Φυσικά και θα υπάρξουν συμβιβασμοί, όμως στο μοντάζ δεν δουλεύουμε μόνο με αυτά που έχουμε αλλά και με αυτά που λείπουν. Ορισμένες φορές, εκείνο που λείπει είναι που δημιουργεί τη δύναμη μιας ταινίας. Εχουν υπάρξει πολλές φορές στην καριέρα μου που σκηνοθέτες έχοντας νιώσει ότι κάτι λείπει από την ταινία τους, πήγαν να τραβήξουν επιπρόσθετες σκηνές οι οποίες απλώς δεν μπορούσαν να κολλήσουν στο ήδη υπάρχον έργο. Ηταν ξένο σώμα. Σε άλλες περιπτώσεις όμως, όπως της Σαντάλ Ακερμάν στην ταινία “Η μωρία του Αλμάιερ” (La folie Almayer, 2011), η επιπρόσθετη σκηνή που γυρίστηκε “κάθισε” τέλεια. Ηταν αυτό που έλειπε».







