Κάποτε η φιλία χτιζόταν μέσα από κοινές εμπειρίες: συναντήσεις, γέλια, σιωπές που μιλούσαν από μόνες τους, συζητήσεις που κρατούσαν ως το ξημέρωμα. Ηταν ο δεσμός που γεννιόταν από την παρουσία, το βλέμμα, τη φωνή του άλλου. Σήμερα, όμως, φαίνεται πως ο «καλύτερος τρόπος για να κρατήσεις επαφή» δεν είναι να συναντηθείς για καφέ ή να πας μια βόλτα. Τώρα όλα γίνονται με το πάτημα ενός κουμπιού – ενός like, ενός follow, ή ενός βιαστικού μηνύματος στα «άμεσα μηνύματα» (DM).

Στην πράξη, η επικοινωνία μας μοιάζει να έχει μετατραπεί σε μια ακολουθία από emoji, meme και reaction. Οι ανθρώπινες σχέσεις φιλτράρονται μέσα από οθόνες, ειδοποιήσεις και αλγόριθμους που καθορίζουν ποιον βλέπουμε, ποιον θυμόμαστε και ποιον τελικά… ξεχνάμε. Το ερώτημα είναι αναπόφευκτο: πώς αλλάζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον τρόπο που δημιουργούμε και διατηρούμε φιλίες; Και, κυρίως, πόσο αληθινές είναι;

Στα πρώτα τους βήματα, τα κοινωνικά δίκτυα είχαν μια γοητευτική υπόσχεση. Πλατφόρμες όπως το Facebook ή το παλιό Instagram λειτουργούσαν σαν ψηφιακές γειτονιές, όπου οι χρήστες αντάλλασσαν στιγμές ζωής – φωτογραφίες από ταξίδια, γενέθλια, γιορτές, αλλά και μικρές καθημερινές χαρές ή απογοητεύσεις. Η διάδραση τότε είχε έναν πιο ανθρώπινο, αυθεντικό χαρακτήρα, βασισμένο στην ανταλλαγή εμπειριών και στην ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών. Οι πρώτες εκείνες χρονιές έμοιαζαν με μια νέα, πιο εύκολη και προσιτή μορφή κοινωνικότητας.

Σταδιακά, όμως, η εικόνα άλλαξε. Οι πλατφόρμες μετατράπηκαν σε απέραντους κόμβους περιεχομένου, όπου κυριαρχούν influencers, διαφημίσεις και αλγοριθμικά επιλεγμένα βίντεο. Το προσωπικό στοιχείο υποχώρησε. Οι stories εξαφανίζονται σε 24 ώρες, τα post μετρούν την αξία τους σε like, και οι άνθρωποι προσαρμόζουν τη ζωή τους σε ό,τι «γράφει» καλύτερα στις οθόνες. Η φιλία, μέσα σε αυτό το περιβάλλον, κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια επιμελημένη βιτρίνα – ένα «ψηφιακό θέαμα» με προσεκτικά επιλεγμένες στιγμές και ευγενικά σχόλια.

Το αποτέλεσμα φαίνεται ήδη. Οι συζητήσεις γίνονται πιο σύντομες, οι σχέσεις πιο ρηχές και η οικειότητα πιο σπάνια. Ερευνες δείχνουν πως πολλοί νέοι διαθέτουν εκατοντάδες διαδικτυακούς «φίλους», αλλά αισθάνονται πιο μόνοι από ποτέ. Η επικοινωνία στα κοινωνικά δίκτυα δημιουργεί την ψευδαίσθηση της εγγύτητας, χωρίς όμως το βάθος της. Μπορεί να γνωρίζεις τι έκανε κάποιος από τις αναρτήσεις του, χωρίς να έχεις πραγματικά μιλήσει μαζί του για μήνες.

Κι όμως, δεν είναι όλα αρνητικά. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν προσφέρει ανεκτίμητες δυνατότητες: μας επιτρέπουν να διατηρούμε επαφή με ανθρώπους που ζουν μακριά, να ξανασμίγουμε με παλιούς φίλους, να βρίσκουμε κοινότητες όπου αλλιώς θα νιώθαμε απομονωμένοι. Οταν χρησιμοποιούνται ως εργαλείο επικοινωνίας – όχι ως υποκατάστατό της – μπορούν να ενισχύσουν τη φιλία, όχι να την ακυρώσουν.

Το πρόβλημα ξεκινά όταν η διαδικτυακή παρουσία αντικαθιστά πλήρως την πραγματική επαφή. Οταν η επικοινωνία περιορίζεται σε «αντιδράσεις» και σύντομα μηνύματα, η σχέση χάνει το βάθος της. Οι φίλοι μετατρέπονται σε «επαφές» και η φιλία σε «ενημέρωση δραστηριότητας». Η ψηφιακή ζωή προσφέρει ευκολία – όχι όμως πάντα ουσία.

Ισως, λοιπόν, το ζητούμενο δεν είναι να «αποσυνδεθούμε», αλλά να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τις πλατφόρμες με περισσότερη επίγνωση. Να θυμόμαστε πως οι ισχυροί δεσμοί χτίζονται με χρόνο, εμπιστοσύνη και παρουσία – όχι με αλγόριθμους και post. Γιατί πίσω από κάθε προφίλ υπάρχει ένας πραγματικός άνθρωπος, με ανάγκη για επαφή, κατανόηση και κοινές στιγμές. Το like είναι εύκολο∙ το ενδιαφέρον, όμως, χρειάζεται προσπάθεια.

Η φιλία, τελικά, δεν είναι ούτε ψηφιακή ούτε αναλογική – είναι βαθιά ανθρώπινη. Και όσο κι αν η τεχνολογία εξελίσσεται, τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη ματιά του φίλου που σε καταλαβαίνει χωρίς να χρειαστεί να του εξηγήσεις τίποτα.

Ισως, λοιπόν, η πιο επαναστατική πράξη σήμερα να είναι απλώς αυτή: να αφήσουμε για λίγο την οθόνη, να πάρουμε τηλέφωνο έναν φίλο, να συναντηθούμε από κοντά.

Ο Στέλιος Παπαθανασόπουλος είναι καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών