Μία αντίφαση που, κατά τη  γνώμη μου, διαπίστωνες όταν πρωτογνώριζες τη Ρούλα Μητροπούλου ήταν το «ασύμβατο» ανάμεσα στο μικρό της όνομα και την εμφάνισή της. Το «Ρούλα», που έρχεται με τα «προικιά» άλλων εποχών, αποπνέει κάτι το ανάλαφρο, το κοριτσίστικο, παραπέμπει σε τρεχαλητό, σε παιχνίδι, σε ξέπλεκα μαλλιά. Τι σχέση μπορεί να είχε με αυτήν τη γοητευτική αλλά μάλλον αυστηρή κυρία με τα γκρι κοντοκουρεμένα μαλλιά και τα σκουρόχρωμα ταγέρ, τη «σιδηρά κυρία» του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, τη μόνη (και την πρώτη) γυναίκα στην κορυφή της ανδροκρατούμενης ιεραρχίας του; Και μετά, άρχιζε σιγά σιγά το «ξεφλούδισμα». Το σπάσιμο των αυστηρών γραμμών των ταγέρ, οι φωτεινές ρωγμές στα σκούρα χρώματα. Και όσο συνεργαζόσουν μαζί της, ξεπρόβαλλε από μέσα της αυτό το κορίτσι στο οποίο παρέπεμπε το όνομά της. Εως ότου η «κυρία Μητροπούλου» γινόταν σκέτο «Ρούλα». Χωρίς, ωστόσο, αυτή η «Ρούλα» να στερεί το παραμικρό από τον σεβασμό που ενέπνεε η «κυρία Μητροπούλου». Και τότε συνειδητοποιούσες την πολλαπλότητα αυτής της γυναίκας. Μόνο που οι πολλοί διαφορετικοί εαυτοί της, αντί να τη διαιρούν, την πολλαπλασίαζαν.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ