Είδαν τις ζωές τους να γκρεμίζονται, τα σώματά τους να τσακίζονται, τους δικούς τους ανθρώπους να μαραζώνουν. Γνώρισαν σε πολύ μικρή ηλικία το σκληρό πρόσωπο του δρόμου, επινόησαν ψέματα για να κρύψουν την πραγματικότητα αλλά και για να εξασφαλίσουν το μοναδικό πράγμα που τους ενδιέφερε.

Απομακρύνθηκαν από φίλους, παράτησαν κάθε παραγωγική δραστηριότητα και χάθηκαν στις παραισθήσεις. Ομως επέστρεψαν στη ζωή. Αφού πρώτα παραδέχθηκαν και αποδέχθηκαν το πρόβλημα, με τη βοήθεια έμπειρων επαγγελματιών και με την αμέριστη συμπαράσταση των γονιών τους, κατάφεραν να «κόψουν».

Ο λόγος για νέους και νέες που βούτηξαν από νωρίς, παιδιά ακόμα, στον κόσμο των ναρκωτικών, όμως διεκδίκησαν και κέρδισαν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.

Δύο από αυτούς μιλούν στα «ΝΕΑ» για το ταξίδι από το φως στο σκοτάδι και πάλι πίσω, ενώ τις εμπειρίες τους καταθέτουν και δύο γονείς που μαζί με τα παιδιά τους συμμετείχαν σε προγράμματα απεξάρτησης και οικογενειακής στήριξης του ΚΕΘΕΑ.

n Για την αποφυγή περαιτέρω στιγματισμού και οι τέσσερις συμφώνησαν να μιλήσουν, αποκαλύπτοντας μόνο το μικρό τους όνομα.

Μάριος

«Δοκίμασα σε ένα πάρτι… Μετέπειτα έκανα χρήση κάθε μέρα»

«Μη χάνεις την ελπίδα»… Αυτή τη φράση, που τον συντρόφευσε σε όλο του το ταξίδι προς την αποτοξίνωση, σκάλισε ο Μάριος με πυρογράφο, κατά την παραμονή του στον ξενώνα. Εντάχθηκε στο πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ «Στροφή» λίγο πριν κλείσει τα 21 του χρόνια και τώρα βρίσκεται στη φάση της επανένταξης. Μιλώντας στα «ΝΕΑ», θυμάται τη μεγάλη εσωτερική διαδρομή που κάλυψε και τα θαύματα, όπως τα χαρακτηρίζει, που έκανε στην κοινότητα ώστε να είναι σήμερα καθαρός.

Η πρώτη του επαφή με τα ναρκωτικά ήταν σε ηλικία μόλις 12 ετών, με την κάνναβη. «Δοκίμασα σε ένα πάρτι. Ηταν ένας συνδυασμός περιέργειας και μαγκιάς. Μετέπειτα έκανα χρήση κάθε μέρα, όλη μέρα. Η ζωή μου ήταν μια χρήση», διηγείται και παραδέχεται ότι δικτυώθηκε τόσο πολύ που έχασε τον έλεγχο.

«Κατέληξα ο περίγυρός μου να είναι χρήστες και να βρίσκω παντού μια αφορμή για να κάνω χρήση. «Επινα» ακόμα και μέσα στο σχολείο», θυμάται και παραδέχεται ότι έχασε από πολύ νωρίς την παιδικότητά του.

«Με την καθημερινή χρήση κυριαρχούσε πολύ το ψέμα και η αναβλητικότητα. Απομακρύνθηκα από τα μαθήματα, δεν είχα στόχους, ήμουν αδρανής. Επίσης, αντιμετώπισα διάφορα προβλήματα υγείας. Για σχεδόν τρία χρόνια έχασα κυριολεκτικά τον ύπνο μου. Κατέληξα να παίρνω ψυχοφάρμακα και να έχω επεισόδια κατά τη χρήση». Τότε ήταν που πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει σελίδα στη ζωή του και απευθύνθηκε στη «Στροφή».

Κατά τη διάρκεια του προγράμματος απεξάρτησης συνάντησε πολλά εμπόδια, αλλά ήταν αποφασισμένος να φτάσει μέχρι τέλους. «Αυτό που με άγγιξε από την πρώτη στιγμή που μπήκα στην κοινότητα ήταν η ζεστασιά της οικογένειας, κάτι που δεν είχα στο σπίτι.

Ενιωσα σημαντικός και θέλησα να δουλέψω πραγματικά με τον εαυτό μου, τον οποίο αντιμετώπισα και προσπάθησα να βελτιώσω», περιγράφει ο 22χρονος σήμερα Μάριος και συμπληρώνει ότι απέκτησε μια άλλη ζωή που δεν είχε πριν. Μια ζωή με όνειρα, στόχους, αξίες και εμπειρίες. «Αρχισα να χτίζω καθαρές αναμνήσεις, αφού όσες είχα μέχρι τότε ήταν γύρω από τη χρήση».

Εχοντας σχεδόν τρεις μήνες στην επανένταξη, δηλώνει ότι πλέον βλέπει διαφορετικά τη ζωή. Σπουδάζει Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και ανυπομονεί για το επόμενο βήμα. «Ο πρώτος καιρός είναι δύσκολος, αλλά το συναίσθημα είναι πολύ ωραίο. Ενώ κάποτε κοιτούσα να ξεφύγω από την πραγματικότητα κάνοντας χρήση, τώρα ενδιαφέρομαι για το πώς θα τα καταφέρω να σταθώ στα πόδια μου, πώς θα είμαι εντάξει στις υποχρεώσεις μου και πώς θα καταφέρω από τον ξενώνα επανένταξης να πάω σε κάποιο δικό μου σπίτι», καταλήγει.

Στέλλα, 19 ετών

«Δεν μπορούσα καν να μείνω στο σπίτι μου»

«Ημουν πολύ πιεσμένη και είχα πολλά οικογενειακά θέματα. Κι εγώ, όπως πολλοί, δοκίμασα μία φορά και μετά έκανα χρήση κάθε μέρα», λέει η Στέλλα, διηγούμενη μια ιστορία που μοιάζει πολύ με την ιστορία άλλων νέων που στρέφονται στο ΚΕΘΕΑ. Είχε την πρώτη της επαφή με τα ναρκωτικά στην ηλικία των 14 ετών. Επειτα από ενάμιση χρόνο εντατικής χρήσης και πολλή πίεση από τους γονείς της φιλοξενήθηκε στο Κέντρο Συμβουλευτικής του ΚΕΘΕΑ, ενώ αργότερα δέχθηκε να ενταχθεί στο πρόγραμμα απεξάρτησης. Τα τελευταία τρία χρόνια είναι καθαρή.

Περιγράφοντας την εμπειρία της από τον κόσμο των ουσιών και των παραισθήσεων, στέκεται ιδιαίτερα στα ψέματα που έλεγε στο σπίτι. Είχε γίνει αντιδραστική και ουσιαστικά δεν ήθελε να έχει επαφές με τους γονείς της. «Τους έδινα με τον τρόπο μου κάποια μηνύματα, αλλά χωρίς να τους λέω «κάνω χρήση».

Δεν ήθελα να τους μιλάω καθόλου, δεν είχαμε φυσιολογικές συζητήσεις. Δεν μπορούσα καν να μείνω στο σπίτι μου και όταν αναγκαζόμουν, κλεινόμουν μέσα στο δωμάτιό μου. Επίσης, είχα χάσει αρκετά κιλά, ζητούσα συνεχώς χρήματα και αδιαφορούσα για το σχολείο».

Η μητέρα της, με την οποία σήμερα έχουν μία «απίστευτη σχέση», ήταν αυτή που την έπεισε να ζητήσει βοήθεια. «Ημουν 15½ και είχα στο μυαλό μου ότι θα μπω για δύο μήνες για να ηρεμήσει λίγο η κατάσταση στο σπίτι και μετά θα φύγω», λέει.

Πράγματι, μπήκε σε πρόγραμμα, διέκοψε για λίγο, επέστρεψε στις παλιές συνήθειες και όταν πια ήταν έτοιμη έκανε το μεγάλο βήμα για την απεξάρτηση με αφοσίωση.

Οπως υπογραμμίζει η 19χρονη, και στη δική της περίπτωση το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν ο ίδιος της ο εαυτός, καθώς ήταν πολύ δύσκολο να δουλέψει μαζί του, να προσαρμοστεί σε έναν άλλο τρόπο ζωής και να ακολουθήσει τα όρια της κοινότητας. Παρ’ όλα αυτά, τα κατάφερε, «ωρίμασε και μεγάλωσε», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.

Μετρώντας πλέον τρεις μήνες στην επανένταξη, η Στέλλα δηλώνει ότι έχει πάρει τη ζωή στα χέρια της.

«Τώρα νιώθω καλά με τον εαυτό μου, κάνω υγιείς σχέσεις και έχω δίπλα μου ανθρώπους με αξίες. Δουλεύω για πρώτη φορά στη ζωή μου, θα τελειώσω φέτος και το σχολείο και σκέφτομαι τι θα μπορούσα να σπουδάσω μετά», συνεχίζει, παραδεχόμενη ότι δεν μετανιώνει για όσα έχει κάνει στο παρελθόν.

«Χωρίς αυτά δεν θα ήμουν ο άνθρωπος που είμαι σήμερα και αν δεν είχα μπλέξει, ξέρω ότι δεν θα είχα αλλάξει κάποια στοιχεία του εαυτού μου», λέει, σημειώνοντας ότι εκτός από τους πρώην τοξικοεξαρτημένους και η κοινωνία έχει να διανύσει ακόμα αρκετό δρόμο προκειμένου να δεχθεί ξανά αυτά τα άτομα, χωρίς στίγματα και αστερίσκους.

«Η χρήση έχει γίνει τόσο καθημερινή πλέον και όσοι βρισκόμαστε στην επανένταξη δυσκολευόμαστε γιατί δεν μπορούμε να έχουμε επαφή με άτομα, ακόμα κι αν κάνουν χρήση μία στο τόσο. Βέβαια, ο καθένας αποφασίζει ποιους θέλει να έχει δίπλα του, αλλά εμένα με δυσκολεύει αυτό», εξηγεί.

Μαρία, 49 ετών

«Τον κλείδωνα στο σπίτι και έσπαγε τα παντζούρια»

Γεμάτη υπερηφάνεια που ο γιος της ξέφυγε από τη μέγγενη των ναρκωτικών, η Μαρία περιγράφει τη θυελλώδη σχέση της με τον Νάσο και τις προσπάθειές της να τον πείσει να μπει στο πρόγραμμα απεξάρτησης. «Οταν έμαθα ότι κάνει χρήση, ήταν μόνο 16. Μου το αποκάλυψε η αδερφή του και αμέσως απευθύνθηκα στο ΚΕΘΕΑ «Στροφή»».

Αν και παραδέχεται ότι ο Νάσος ήταν «δύσκολο παιδί από μικρός», μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε αντιληφθεί κάτι.

«Ηταν λιγομίλητος, δύστροπος, είχε πολλές απουσίες στο σχολείο, δεν διάβαζε, δεν τηρούσε τα όρια που του έθετα και στο σπίτι μάς αγνοούσε εκκωφαντικά. Εγώ θεωρούσα ότι περνούσε μια δύσκολη εφηβεία, αλλά, από ό,τι έμαθα μετά, έκανε χρήση για να μπορεί να αντέξει εμένα, την αδερφή του, τους καθηγητές του», περιγράφει και εκφράζει το παράπονό της για την αντιμετώπιση που είχε από τους συγχωριανούς της.

Η ίδια κατάγεται από την Αθήνα, αλλά εδώ και 30 χρόνια κατοικεί και εργάζεται στην Εύβοια. «Το να κάνει τότε ο γιος της φαρμακοποιού ναρκωτικά ήταν ταμπού, αλλά δεν με ένοιαξε. Από την πρώτη στιγμή ενημέρωσα τους γονείς των παιδιών που έκαναν παρέα και τους πρότεινα να έρθουν μαζί μου στο πρόγραμμα.

Ούτε ήρθαν, ούτε με ρώτησαν τι θα μπορούσαν να κάνουν για να βοηθήσουν αντίστοιχα τις δικές τους οικογένειες», θυμάται.

«Το σύμπαν», όπως λέει, «συνωμότησε και ο Νάσος τον Οκτώβριο του 2018 ξεκίνησε στη «Στροφή» το θεραπευτικό πρόγραμμα για εφήβους 13-21 ετών», αποφοιτώντας τέσσερα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2022. Ο δρόμος, όμως, προς την απεξάρτηση μόνο εύκολος δεν ήταν.

Δυσκολεύτηκε πολύ να πείσει τον Νάσο να μετακομίσει στην Αθήνα, γιατί, όπως εξομολογείται, αρχικά ούτε η ίδια θεωρούσε πως η μοναδική λύση για να σωθεί το παιδί της ήταν μια κοινότητα, παρότι είχε ήδη μια πρώτη επαφή με τους ανθρώπους του ΚΕΘΕΑ. Οταν συνειδητοποίησε ότι αυτό ήταν επιτακτική ανάγκη, έκανε τα πάντα και τελικά τα κατάφερε.

«Τον κλείδωνα στο σπίτι και έσπαγε τα παντζούρια για να βγει. Μετά τον είχα διώξει για έξι μήνες. Εμεινε χωρίς φαγητό και στέγη, χωρίς οποιαδήποτε βοήθεια. Ερχόταν και με απειλούσε ότι αν δεν τον αφήσω να γυρίσει σπίτι θα με σκοτώσει.

Τότε ήταν που πέθανε η μαμά μου, στην κηδεία με είδε χάλια και αμέσως έκλεισε ραντεβού για να έρθει στο ΚΕΘΕΑ», αναφέρει συγκινημένη η Μαρία και αναγνωρίζει και τις δικές της ευθύνες, αφού «η δουλειά είχε για χρόνια γίνει προτεραιότητα».

Σήμερα, ο Νάσος δουλεύει για τα καθημερινά έξοδά του, ενώ παράλληλα σπουδάζει Διοίκηση Επιχειρήσεων.

«Ξεκίνησε το πρόγραμμα και ήταν μαύρος, σκοτεινός. Τώρα είναι αγνώριστος, ένα άλλο παιδί. Πηγαίνει στη σχολή του, διαβάζει, βλέπω ότι η ζωή του τού αρέσει και το χαίρομαι».

Αλέξης, 57 ετών

«Τα παιδιά που κάνουν χρήση ξέρουν να κρύβονται καλά»

«Οταν έρχεσαι εδώ, χρειάζεται να κάνεις πολλές υπερβάσεις», λέει ο Αλέξης, πρώην ωφελούμενος του Κέντρου Οικογενειακής Υποστήριξης του ΚΕΘΕΑ που πλέον με την ιδιότητα του leader συμμετέχει σε ομάδες βοήθειας άλλων γονιών που τα παιδιά τους κάνουν χρήση. Ο ίδιος, άλλωστε, έχει την εμπειρία. Πριν από οκτώ χρόνια ανακάλυψε ότι ο γιος του, 19 χρονών τότε, είχε μπλέξει και είδε τη ζωή του να ανατρέπεται.

Με τη σύζυγό του πήραν τη μεγάλη απόφαση να μετακομίσουν από την Ανδρο στην Αθήνα, να ζητήσουν βοήθεια από το ΚΕΘΕΑ. Σήμερα δηλώνουν περήφανοι που τα κατάφεραν. «Το 2015 βρήκαμε ένα σακουλάκι με υπολείμματα στο σπίτι μας. Ρωτήσαμε τον Γιώργο τι ήταν και παραδέχτηκε ότι έκανε χρήση.

Εκεί χτύπησαν 500 καμπανάκια. Αντιληφθήκαμε τη σοβαρότητα και την επικινδυνότητα της κατάστασης, συνειδητοποιήσαμε ότι χρειάζεται βοήθεια και ότι χρειαζόμαστε και εμείς για να τον στηρίξουμε και βρεθήκαμε στο ΚΕΘΕΑ», εξηγεί και αναφέρει ότι ο γιος του είχε έως τότε μια ήσυχη εφηβεία.

«Από τα τρία μου παιδιά ήταν ο πιο βολικός και αυτός που προσαρμοζόταν με τις ανάγκες της οικογένειας. Με πέντε ευρώ το Σάββατο έβγαινε έξω και ήταν εντάξει.

Μου έλεγε συνέχεια ότι σύχναζε στα σπίτια φίλων του και εγώ παραξενευόμουν γιατί σε αυτήν την ηλικία θες να πας και στην καφετέρια, στο μπαρ. Τελικά διαπιστώσαμε ότι σε αυτά τα σπίτια έκανε χρήση», συμπληρώνει, περιγράφοντας πώς ξεκίνησαν όλα.

Οπως λέει, πλέον ξέρει ότι τα παιδιά που κάνουν χρήση ξέρουν να κρύβονται καλά γιατί ντρέπονται αλλά και φοβούνται την αντίδραση των γονιών τους. «Είναι δύσκολο, αλλά γίνεται.

Οποιος πει ότι η συμμετοχή σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης είναι εύκολη, κοροϊδεύει τον εαυτό του και τους υπόλοιπους», τονίζει, μιλώντας για το οικογενειακό ταξίδι προς την απεξάρτηση. Για μεγάλο διάστημα ο ίδιος αναρωτιόταν τι πρέπει να κάνει και πώς μπορεί να συμβάλει στην προσπάθεια του γιου του.

Από το ΚΕΘΕΑ έλαβαν και οι δύο την καθοδήγηση που τόσο είχαν ανάγκη.

«Κλήθηκα να αλλάξω τις συνήθειές μου, να ακολουθήσω κανόνες και να υιοθετήσω μια νέα στάση ζωής. Δεν με πείραξε όμως, το έκανα για το καλό του παιδιού μου. Χάρη στην αγάπη για το παιδί μας τα καταφέραμε. Πλέον είμαστε μια οικογένεια με υγιείς σχέσεις».

Σήμερα ο Γιώργος είναι 27 ετών, έχει αποφοιτήσει από τη «Στροφή» και σχεδιάζει με καθαρό μυαλό το μέλλον του. Οταν βγήκε στην επανένταξη, επέστρεψε στη σχολή του και πήρε πτυχίο μαγειρικής, ενώ αξιοποίησε και μία υποτροφία για σπουδές στην πληροφορική.