Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η κρίση χρέους της χώρας είχε αρχίσει να διαφαίνεται από το 2008, εκδηλώθηκε την άνοιξη του 2010, αλλά υφείρπε πολλά χρόνια πριν. Αν δεν κατανοήσουμε αυτή τη διαπίστωση, ισχυρίζεται ο ομότιμος καθηγητής στο ΕΚΠΑ Πάνος Καζάκος, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε βαθύτερα την ανάλυση των εξωτερικών και εσωτερικών αιτίων της τελευταίας χρεοκοπίας της χώρας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά δεν θα είμαστε και σε θέση να βάλουμε με σιγουριά τους τίτλους «τέλους» σε τέτοιες κρίσεις. Σημειώνεται εδώ ότι το βιβλίο εξετάζει τις εξελίξεις μέχρι το τέλος διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν παρακολουθεί τις μετέπειτα εξελίξεις ούτε και τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Ο εξαιρετικός επιστήμονας, διατελέσας και μέλος της επιστημονικής Επιτροπής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (2013-2018), επιμένει στην ανάλυση των εσωτερικών και εξωτερικών αιτίων της μακράς και βαθιάς κρίσης που ξέσπασε καθαρά το 2010. Πριν όμως φτάσουμε σ' αυτά, καλό είναι να ρίξουμε μια ματιά στο πώς συνοψίζει τους απλοϊκούς και ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς ορισμένων για τα αίτια της κρίσης. Σύμφωνα με αυτούς, η κρίση οφειλόταν: πρώτον, στο «πείραγμα» των στοιχείων από την ΕΛΣΤΑΤ. Αποψη που δεν ενστερνίζονταν μόνο οι «αγανακτισμένοι», αλλά δυστυχώς και κύκλοι της δικαστικής και πολιτικής ελίτ. Δεύτερον, στην εσκεμμένη πολιτική των ισχυρών της Δύσης για να υποτάξουν τον «αδούλωτο Ελληνισμό». Και τρίτον, στις «νεοφιλελεύθερες» πολιτικές μιας χώρας στην οποία όλες σχεδόν οι πολιτικές δυνάμεις όμνυαν στον κρατισμό αποκηρύσσοντας τον «Μινώταυρο» του νεοφιλελευθερισμού.
Ποιος όμως πραγματικά ήταν ο μακρύς δρόμος από την ένταξη στην ευρωζώνη το 2001 μέχρι την κρίση χρέους το 2010; Πώς εισήλθαμε στα Μνημόνια, πώς «εξήλθαμε» απ' αυτά και τι μπορεί να μας οδηγήσει πίσω σ' αυτά; Να μερικά από τα ερωτήματα στα οποία απαντά το βιβλίο.
Τη λεγόμενη περίοδο της μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας επικράτησε ένα μοντέλο ανάπτυξης το οποίο χαρακτήριζαν η γρήγορα αυξανόμενη ιδιωτική κατανάλωση και η υπερβολική ανάπτυξη των κατασκευών. Θα ήθελα να σημειώσω εδώ πως ακριβώς αυτή η στηριγμένη μονόμπαντα στις κατασκευές και στον τουρισμό στρεβλή ανάπτυξη αποτελούσε την κεντρική πρόταση της ΝΔ των Ζαππείων για έξοδο από την κρίση. Δείγμα τού πόσα λίγα εκτός από την κυβέρνηση είχε καταλάβει και η τότε αξιωματική αντιπολίτευση από την κρίση και τις αιτίες της. Ο Καζάκος δεν εξετάζει την κρατική οικονομία όπως μια οικιακή ή επιχειρηματική μονάδα, όπως είναι του συρμού από έναν συντηρητικό τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων, ως δηλαδή μια μονάδα που απαγορεύεται να δανείζεται. Αντιθέτως, κατ' αυτόν, η κρίση δεν οφείλεται γενικά στον δανεισμό, αλλά στην καταναλωτική και όχι στην παραγωγική χρήση των δανείων. Ετσι κι αλλιώς το επίπεδο δαπανών της χώρας δεν διέφερε από εκείνο της ΕΕ (περίπου 45%), κάτι που ελάχιστοι ασχολούμενοι με το θέμα παρατηρούν, ενώ το μεγαλύτερο βάρος έπεφτε στις δαπάνες για το Ασφαλιστικό. Το πρόβλημα αφορούσε την αναποτελεσματική χρήση αυτών των δαπανών.
Ο συγγραφέας διαπιστώνει δυο αλληλοσυνδεόμενες τάσεις που οδηγούσαν στην κρίση. Πρώτον, υπήρχε υπερβάλλουσα ζήτηση, η οποία καλυπτόταν από τα δημοσιονομικά ελλείμματα, και δεύτερον, η προσφορά αγαθών και υπηρεσιών χαρακτηριζόταν από αναποτελεσματική χρήση των πόρων. Σ' αυτά ήρθαν να προστεθούν και εξωγενείς αιτίες, όπως η παγκόσμια κρίση του 2008 αλλά και η έλλειψη κατάλληλων εργαλείων εκ μέρους της ΕΕ για να αντιμετωπίσει μια κρίση δανεισμού χώρας - μέλους της ευρωζώνης. Και ενώ γύρω «έσκαγαν» όλα αυτά, «κυβερνήσεις και κοινωνία θεωρούσαν ότι δεν υπήρχαν επείγοντες λόγοι για βαθιές τομές» (σ. 27). Από τα τέλη του 2008 μέχρι τον Μάιο του 2010 που μπήκαμε στο πρώτο Μνημόνιο το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία ζούσαν στον αστερισμό της βραδύτητας. Στον ίδιο αστερισμό όμως ζούσαν και οι θεσμοί της ΕΕ. Ευρωπαϊκοί και ελληνικοί δισταγμοί όξυναν το υπαρκτότατο πρόβλημα και μετά το ακολούθησαν οι σπασμωδικές κινήσεις.
Η ελληνική Οδύσσεια
Το 2010 αρχίζει η νέα ελληνική οδύσσεια. Την τελευταία στιγμή αποτράπηκε η φανερή πτώχευση με την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου και τη σύναψη διακρατικού δανείου. Το διάγγελμα στο Καστελλόριζο στις 23 Απριλίου 2010 ήταν ένα γράμμα καλών προθέσεων για να αποφευχθεί η χρεοκοπία. Το πρώτο Μνημόνιο μπήκε σε εφαρμογή τον Μάιο με νόμο που ψήφισε η Βουλή. Αυτό συνδύαζε πολιτικές λιτότητας (μείωση του κόστους εργασίας) και μεταρρυθμίσεις. Αν και υλοποιήθηκαν αρκετές και σοβαρές μεταρρυθμίσεις, δεν πραγματοποιήθηκαν εκείνες που θα αύξαναν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ετσι, παρόλο που τον πρώτο χρόνο τα ελλείμματα μειώθηκαν από το 15% στο 10%, οδηγηθήκαμε σε τεράστια μείωση του ΑΕΠ και στην αύξηση του δημόσιου χρέους. Μείωση των ελλειμμάτων που λόγω της απουσίας όλων των άλλων απαραίτητων στοιχείων αλλαγής του μοντέλου ανάπτυξης βάθυνε την ύφεση και αύξησε το δημόσιο χρέος. Ο βασικός στόχος του Μνημονίου που έπρεπε να είναι η αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, «προς έναν έξωθεν ωθούμενο φιλελεύθερο εκσυγχρονισμό», δεν επετεύχθη. Το πρώτο Μνημόνιο οδήγησε σε μια βαριά λιτότητα, αλλά δεν πάταξε τα δίκτυα εκμετάλλευσης των κρατικών πόρων. Είχε όμως και ένα ακόμη μείζον ελάττωμα. Αυτό ήταν η μη αναδιάρθρωση του χρέους. Κατά την πολύ σωστή παρατήρηση του ομότιμου καθηγητή, αν το PSI είχε γίνει τότε και αν ήταν μεγαλύτερο, ίσως είχαμε γλιτώσει πολλές από τις παρενέργειες που ακολούθησαν. Μία απ' αυτές, η πιο σοβαρή, ήταν η έκρηξη του ανορθολογισμού του κινήματος των «αγανακτισμένων». Και ως ανορθολογισμός εννοείται όχι η διαμαρτυρία, αλλά η μη κατανόηση των δεδομένων της εποχής. Μη κατανόηση που έφερε στην εξουσία το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης και το δημοψήφισμα του 2015. Δυο στιγμές που θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει τη χώρα στην έξοδό της από τον πολιτισμένο κόσμο και όχι μόνο από το ευρώ ή την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στο δεύτερο Μνημόνιο οδηγηθήκαμε γιατί η δημοσιονομική προσαρμογή της σκληρής λιτότητας οδηγούσε σε βαθιά ύφεση και η βαθιά ύφεση δυσκόλευε περαιτέρω την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Οι κυβερνήσεις του δεύτερου Μνημονίου (2012-2014) επέφεραν αλλαγές στη δημόσια διοίκηση, συνεχίζοντας μια διαδικασία δεκαετιών που διακοπτόταν επανειλημμένα ή δεν ολοκληρωνόταν ποτέ. Και εκεί που διαφαινόταν η επιστροφή στην ανάπτυξη με τη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, ήρθε η άνοδος στην εξουσία του Προγράμματος Θεσσαλονίκης. Ενός προγράμματος που δεν σεβόταν κανένα κανόνα λογικής. Ο Καζάκος με συνέπεια και συστηματικό τρόπο αποκαλύπτει τις απάτες των αυταπατών. Αποκαλύπτει το «σχέδιο» ρήξης του Γιάνη Βαρουφάκη με τους δανειστές, τις απόπειρες συμβιβασμού χωρίς ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις και την αποτροπή την τελευταία στιγμή της εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Η μεταστροφή - σωτήρια και ευκταία - του Αλέξη Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα οφείλεται κυρίως στο ότι τρόμαξε αυτός και το επιτελείο του από την πτώχευση και την έξοδο από την ΕΕ. Το τρίτο Μνημόνιο σηματοδοτεί το τέλος της αυταπάτης, στο συμβόλαιο της οποίας υπογράφηκε ένα νέο δάνειο διάσωσης. Πάντως και το δεύτερο και το τρίτο Μνημόνιο δεν άλλαξαν το αναπτυξιακό πρότυπο.
Τελικά, τα Μνημόνια ήταν «μια σύγκρουση ανάμεσα σε μια πελατειακή - συντεχνιακή πολιτική, όπως ασκούνταν παραδοσιακά και σε μια εξωγενώς ωθούμενη υπέρβαση που είχε τις δικές της μονομέρειες» (σ. 163); Θα μπορούσε να είναι κι έτσι, αλλά, κατά τη γνώμη μου, αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί «ιστορική αποτυχία» είναι η αποτυχία να διαμορφωθούν και στην Ελλάδα οι δυο πόλοι της ευρωπαϊκής μεταπολεμικής προόδου (Σοσιαλδημοκρατία και Κεντροδεξιά). Σήμερα που αυτοί οι δυο πόλοι και οι δημοκρατίες όλες - όχι μόνο οι ανελεύθερες - χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, εμείς ακόμη ούτε καν έχουμε διαμορφώσει αυτό το έδαφος. Ισως όμως γι' αυτό - και εδώ είναι ένα σημείο που επικρίνω στο βιβλίο - φαίνεται πως ο μόνος δρόμος για την παραγωγικότητα είναι ο δρόμος της ευελιξίας της εργασίας. Ο Covid όμως κατέδειξε πως υπάρχει και ο δρόμος της προτεραιότητας της εργασίας ως του πιο σημαντικού σκέλους στη σχέση εργασία - κεφάλαιο. Αλλη μια σχέση που πρέπει να ξαναμπεί στο βεληνεκές των αναλύσεων των κοινωνικών επιστημόνων.
Πάνος Καζάκος
Τέλος των ψευδαισθήσεων;
Ελεγχόμενες πτωχεύσεις, οικονομική κρίση
και μνημόνια (2009-2019)
Παπαζήση, 2020, σ. 204
Τιμή 9,54 ευρώ