Μιλώντας προ ημερών στο συνέδριο του SPD (ή σε κάτι που του έμοιαζε…), ο Αλέξης Τσίπρας διατύπωσε μια διάγνωση για την ελληνική χρεοκοπία.

Είπε συγκεκριμένα: «Η Ελλάδα έφτασε στη χρεοκοπία εξαιτίας μιας συστηματικής κλοπής πλούτου και αγαθών από τους πολλούς προς όφελος μιας ελίτ που είχε καταφέρει να βγάλει τον πλούτο της σε τράπεζες του εξωτερικού».

Είναι μια διάγνωση που αποτελεί την επιτομή του λαϊκισμού. Οταν «φταίνε οι λίγοι» που είναι η ελίτ, προφανώς «αθωώνονται οι πολλοί» που είναι ο λαός.

Καμία αντίρρηση. Αλλωστε όλα αυτά τα έχουμε ξανακούσει – μαθημένα τα βουνά στα χιόνια.

Το ουσιαστικό στοιχείο είναι ότι η παραπάνω διάγνωση δεν στηρίζεται σε κανένα πραγματικό στοιχείο ή επιστημονικό δεδομένο. Βγαίνει από το κεφάλι του Πρωθυπουργού, ακριβώς όπως η Αθηνά πετάχτηκε από το κεφάλι του Δία.

Αλλά ο Τσίπρας δεν είναι Δίας.

Διότι την ίδια στιγμή που έλεγε τα φούμαρα στους Γερμανούς, οι υπόλοιποι γνωρίζουμε με απόλυτη ακρίβεια και χωρίς καμία επιστημονική αμφισβήτηση για ποιον λόγο χρεοκόπησε η Ελλάδα.

Χρεοκόπησε αφενός επειδή είχε μια ραγδαία και απολύτως μετρήσιμη πτώση της ανταγωνιστικότητας μετά το 2004.

Κι αφετέρου επειδή μεταξύ 2003 και 2009 οι πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες (το κόστος του κράτους, δηλαδή) πέρασαν από 30,48 δισ. ευρώ σε 57,98 δισ. ευρώ. Σχεδόν διπλασιάστηκαν.

Επειδή σε συνδυασμό με την πτώση της ανταγωνιστικότητας, το δημόσιο χρέος εξακοντίστηκε σε 297,92 δισ. (Σεπτέμβριος 2009). Αυξήθηκε δηλαδή κατά 113,5 δισ. ή 61,5% μέσα σε πεντέμισι χρόνια.

Κι επειδή από αυτά τα πρόσθετα 113,5 δισ. του δημόσιου χρέους, τα 85 δισ. περίπου πήγαν στη χρηματοδότηση του αυξημένου κόστους του κράτους.

Απλά πράγματα, λοιπόν. Την Ελλάδα τη χρεοκόπησαν το κράτος της και οι κυβερνήσεις της – ούτε οι ελίτ, ούτε η κλοπή πλούτου, ούτε οι τράπεζες του εξωτερικού… Αυτά ενδεχομένως ισχύουν, είναι μεμπτά, αλλά δεν αφορούν την κουβέντα μας.

Για να είμαι ειλικρινής δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα τι πιστεύει ο Αλέξης Τσίπρας ή τι λέει απλώς για να το πει. Σίγουρα πάντως επιμένει στη δική του παρδαλή διάγνωση.

Κι επιμένει τόσο πολύ, που λίγες μέρες πριν μιλήσει στη Γερμανία είχε αποφανθεί σε τηλεοπτική συνέντευξη ότι το 1/3 του δημόσιου χρέους προέρχεται από τις δημόσιες δαπάνες Υγείας (Alpha, 8/11).

Υποθέτω ότι πρόκειται για «πολάκεια» μαθηματικά, όπου συνήθως η πρόσθεση μπερδεύεται με την αφαίρεση και η διαίρεση με τον πολλαπλασιασμό.

Να διευκρινίσω παρεμπιπτόντως ότι το 1/3 του δημόσιου χρέους το 2009 ήταν περίπου 100 δισ. – περισσότερο από τις συνολικές δημόσιες δαπάνες Υγείας ολόκληρης της δεκαετίας 2000 – 2009!

Με άλλα λόγια, οι διαγνώσεις Τσίπρα για τη χρεοκοπία της χώρας ισοδυναμούν επιστημονικά με τη θεωρία πως για τον καρκίνο φταίει το «κακό μάτι».

Αυτό φυσικά δεν εμποδίζει τον Πρωθυπουργό στη Γερμανία ή στην ελληνική τηλεόραση να περιπλανιέται στον κήπο με τις ανοησίες. Αν τον ευχαριστεί, δικαίωμά του.

Αλλά δυστυχώς δεν είναι μόνος. Ποιον άλλον όμως συναντά στην περιπλάνησή του;

Δεν είναι τυχαίο. Κάποιον που θεωρείται από τους πρωτεργάτες του δημοσιονομικού εκτροχιασμού 2004 – 2009: τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας (και τότε υπουργό) Προκόπη Παυλόπουλο.

Λίγες μέρες πριν πάει ο Τσίπρας στη Γερμανία, ο Παυλόπουλος μίλησε σε μια επέτειο του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

Και τι είπε;

Ζήτησε «να αποτρέψουμε την παθογένεια της κυριαρχίας του οικονομικού επί του θεσμικού».

Η οποία πρέπει να αποτραπεί επειδή «συνιστά μέγιστο κίνδυνο για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και τη λειτουργία της δημοκρατικής αρχής».

Επειδή μάλιστα μπορεί να μη γίνεται απολύτως κατανοητό τι θέλει να πει, ο Πρόεδρος εξήγησε ότι «ο κανόνας δικαίου αλλοιώνεται ουσιωδώς υποχωρώντας δραματικά μπροστά στις απαιτήσεις των οικονομικών κανόνων λειτουργίας της οικονομίας σε εθνικό αλλά και σε υπερεθνικό επίπεδο».

Αν ο Τσίπρας εξακολουθεί να μην καταλαβαίνει γιατί χρεοκόπησε η Ελλάδα, το εξηγεί πειστικά ο πλέον αρμόδιος: χρεοκόπησε επειδή ο «κανόνας δικαίου» έγραψε εκεί που δεν πιάνει μελάνι «τις απαιτήσεις των οικονομικών κανόνων λειτουργίας της οικονομίας».

Διόριζε ή ξόδευε αδιαφορώντας για τους «οικονομικούς κανόνες λειτουργίας της οικονομίας», ο βασικότερος από τους οποίους είναι να έχεις τα λεφτά που ξοδεύεις. Ο «κανόνας δικαίου» δεν τα είχε και δανειζόταν για να τα βρει. Ετσι φτάσαμε στο σημείο που ο «κανόνας δικαίου» έκανε μεν το κέφι του, αλλά η χώρα χρεοκόπησε.

Και φυσικά η λύση είναι απλή: θα ψηφίζουμε και θα βρίσκουμε τα λεφτά που μας λείπουν. Θέμα σεβασμού στη «δημοκρατική αρχή» και ασφαλώς στον «κανόνα δικαίου».

Η περιπλάνηση του Πρωθυπουργού στον κήπο με τις ανοησίες θα συναντήσει όμως και τρίτο περιπατητή. Τον ηθοποιό Γιώργο Κιμούλη, βωβό τηλεοπτικό ανιματέρ της υποψηφιότητας Δούρου στην Αττική και ηχηρό κονφερανσιέ του δημοψηφίσματος για το Οχι.

Σε μια συνέντευξή του στην «Αυγή», ο Κιμούλης διατυπώνει τη θεωρία πως «δεν υπάρχει πιο γελοίο πράγμα από το να αποδέχεται ο άνθρωπος πως η έννοια της αλλαγής είναι ανύπαρκτη και να την αντικαθιστά με την έννοια της προσαρμογής. Γιατί έτσι ζει ως νεκρός. Η κυνική ειρωνεία απέναντι στην ουτοπία είναι βλακώδης κι επικίνδυνη» (11/11).

Προφανώς ουδείς θα απαιτήσει από τον Κιμούλη να ζει ως νεκρός, ούτε να παραιτηθεί από την ουτοπία του. Θα προτιμούσαμε όμως όλοι να την πληρώνει από την τσέπη του.

Διότι η δική του ουτοπία ή αλλαγή ή όπως θέλετε πείτε το κόστισε στο εθνικό σύνολο κάπου 100 δισ. και δεν ξέρω πόσα τσόνταρε ο Κιμούλης.

Ολα αυτά έχουν δυστυχώς έναν κοινό παρονομαστή: την απόδραση από τη λογική.

Ο Πρωθυπουργός έβγαλε από το μυαλό του μια αναπόδεικτη θεωρία για τη χρεοκοπία της χώρας.

Ο Πρόεδρος εξήγγειλε μια καταστροφική θεωρία ανταγωνισμού με την πραγματικότητα.

Ενας καλλιτέχνης διεκδικεί το δωρεάν δικαίωμα στο ανεξέλεγκτο.

Ολα αυτά ύστερα από δέκα χρόνια βαθιάς κρίσης.

Και ένα ερώτημα αιωρείται. Πώς μπορείς να διορθώσεις μια χώρα όταν στηρίζεσαι σε ψευδή, αλλοπρόσαλλη ή παρδαλή εικόνα του λάθους;