Η αλήθεια είναι ότι τον είχαν πρήξει από την αντιπολίτευση (του Κώστα Καραμανλή), όταν τουλάχιστον επί μία διετία έκαναν καταγγελίες για έργα – μακέτες, αμφισβητώντας ουσιαστικά τη μεταμόρφωση μιας χώρας που είχε μετατραπεί, κυριολεκτικά, σε ένα απέραντο εργοτάξιο. Από το μετρό της Αθήνας, το νέο αεροδρόμιο, το δίκτυο της ΠΑΘΕ, τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, μια σειρά μεγάλων και μικρότερων έργων άλλαζαν όχι μόνο την εικόνα της Ελλάδας, αλλά και την καθημερινότητα. Η έκρηξη του Κώστα Σημίτη κατέληξε σε ένα παροιμιώδες σαρδάμ – «είναι μακέτο τούτο το έργο;» – που μπέρδεψε το «πακέτο Σημίτη» με τις μακέτες που έβλεπε ο Καραμανλής. Στην κυβέρνηση Καραμανλή, παρεμπιπτόντως, έβγαλαν τουλάχιστον μία διετία κόβοντας κορδέλες σε έργα που σχεδιάστηκαν και προχώρησαν κατά την περιόδο Σημίτη, συμπεριλαμβανομένης της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, στην τελετή έναρξη των οποίων ο Σημίτης είχε βρεθεί περίπου ως ιδιώτης. Αλλά έτσι είναι η ζωή.

Αυτές τις περίεργες μέρες, ωστόσο, που ο πρώην πρωθυπουργός αναγκάζεται να παρέμβει με δημόσια δήλωση για να αντιμετωπίσει ένα σκηνικό προσωπικής σπίλωσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι περισσότεροι έχουν βάλει στη ζυγαριά το έργο του και τη συνεισφορά του. Θα μπορούσα να μνημονεύσω διάφορες στιγμές από τα δικά του χρόνια, τις οποίες έζησα από κοντά μέσα από κάποιες περιοδείες του, αλλά πιο έντονη παραμένει στο μυαλό μου η εικόνα του στην προτελευταία προεκλογική συγκέντρωση πριν από τις κάλπες του 2000. Ηταν αρχές Απρίλη, ο καιρός ακόμη κρύος και ο Σημίτης έφθασε στον Πύργο για μια προεκλογική ομιλία που έκλεινε τον κύκλο της περιφέρειας. Είχε επιλέξει ο ίδιος την επίσκεψη στην Ηλεία, προφανώς λόγω εντοπιότητας, και όχι ο Κώστας Λαλιώτης που έχει την κεντρική εποπτεία της καμπάνιας. Την Κυριακή που ακολούθησε, στις 9 Απριλίου, ο Σημίτης κέρδισε μία νέα τετραετία στη διακυβέρνηση της χώρας. Κατέγραψε τότε και μερικά εκλογικά ρεκόρ, όπως ότι ήταν η μόνη κυβέρνηση στα χρονικά που αύξησε τα ποσοστά της (από 41,5% το 1996 σε 43,8% το 2000) ή ότι ανέτρεψε ένα χάντικαπ 3,1% από τις ευρωκλογές που είχαν προηγηθεί τον Ιούνιο του 1999. Αλλά στον Πύργο τα περισσότερα πρόσωπα, ακόμη και στο επιτελείο του, έδειχναν φοβισμένα. Ο κόσμος στην πλατεία ήταν αρκετός, αλλά επίσης μουδιασμένος για το αποτέλεσμα που ερχόταν. Ξαφνικά, το κρύο στην πόλη έδειχνε βαρύ – ο πεισματάρης Σημίτης, ωστόσο, που αντιλαμβανόταν ότι τα πράγματα μπορεί να σταυρώσουν, αποφάσισε να ανεβάσει το ηθικό όσων βρέθηκαν δίπλα του. Μετά τη συγκέντρωση δήλωνε έτοιμος και για στοιχήματα ότι οι εκλογές δεν πρόκειται να χαθούν. Ενας Σημίτης που προκαλούσε για στοιχήματα ήταν ανήκουστο, αλλά εκείνο το βράδυ στον Πύργο ο ίδιος έλεγε χαμογελώντας ότι αποφάσισε να κάνει μια εξαίρεση.

Το κλίμα της πιθανής ήττας είχε διαμορφωθεί από τις αρχές εκείνης της εβδομάδας, όταν ο Μιλτιάδης Εβερτ αποφάσισε να διαρρεύσει το αποτέλεσμα δημοσκοπήσεων (που απαγορευόταν στην τελική ευθεία για τις κάλπες να δημοσιοποιηθούν) ότι η ΝΔ είναι δύο μονάδες μπροστά. Μάλλον είχε βοηθήσει για δεύτερη φορά τον Σημίτη, αυξάνοντας πάνω από την κάλπη τη συσπείρωση όσων δεν είχαν διλήμματα για τον οδηγό της χώρας στη νέα εποχή της ΟΝΕ και στην αφετηρία μιας νέας χιλιετίας. Ο Κώστας Σημίτης μπορεί να βρεθεί στο στόχαστρο για πολλά και διάφορα, υπό την πίεση που ασκούν στον ίδιο, το κόμμα του και τον κεντροαριστερό χώρο, οι διώξεις και προφυλακίσεις στελεχών με κυβερνητική θητεία στη δική του εποχή. Είναι εξίσου προφανές, ωστόσο, ότι στη συλογγική μνήμη η εποχή Σημίτη δεν πρόκειται να μείνει ως μια «εποχή σκανδάλων», όσες προσπάθειες κι αν γίνουν για να αμφισβητηθεί η συμβολή του. Πέραν της μεθοδικότητας και του προγραμματισμού (που αναδείκνυε και το δικό του «μπλοκάκι»), η λογική της Ψωροκώσταινας δεν ήταν εκείνη που επικρατούσε κατά τη δική του διακυβέρνηση – κι αυτό δυνάμωσε τη χώρα και την οδήγησε μπροστά. Για όσους βρίσκονται σήμερα ή θα αναλάβουν τα επόμενα χρόνια το τιμόνι της χώρας, η Ελλάδα του Σημίτη θα παραμένει ένας υψηλός πήχης.