Ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ επιδόθηκε σ’ ένα πρωτοφανές κρεσέντο αμερικανοδουλείας. Αναφέρθηκε σε διαχρονικά κοινούς αγώνες για κοινές αξίες με τις ΗΠΑ, ξεχνώντας τη στήριξή τους στη στρατιωτική χούντα και στην τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο.

Ωραιοποίησε το 3ο Μνημόνιο, νομιμοποιώντας επομένως πολιτικά και τα δύο προηγούμενα, ισχυριζόμενος ότι με αυτό βελτίωσε την κατάσταση της οικονομίας.

Επανέλαβε το πολιτικό παραμύθι ότι έβγαλε τη χώρα από τα Μνημόνια, ενώ την έχει δεσμεύσει για δεκαετίες με συνέχιση λιτότητας, αυστηρής επιτροπείας και χρεοδουλείας.

Ταυτόχρονα, για να εξωραΐσει τη σκληρή «μεταμνημονιακή» πραγματικότητα, ανακοίνωσε περιορισμένες προεκλογικές «παροχές» και μετεκλογικές υποσχέσεις, που θα εκτείνονται από το 2019 έως το 2022. Εθεσε όμως ως προϋπόθεση την επίτευξη μέχρι τότε «δημοσιονομικού χώρου» 3,5 δισ. ευρώ από τα υπερπλεονάσματα, που θα επιτευχθούν με συνέχιση λιτότητας και φορολεηλασίας. Οι περισσότερες είναι ανέξοδες, αφού πιθανότατα να μην είναι κυβέρνηση μέχρι τότε για να τις εφαρμόσει.

Πρόκειται απλά για εξαγγελίες. Οι δανειστές δεν έχουν πει τον τελευταίο λόγο, που θα είναι και καθοριστικός, γιατί αυτή η κυβέρνηση δεν μπορεί και δεν θέλει να κάνει μονομερείς ενέργειες. Εξάλλου, φημίζεται για τις πολιτικές κωλοτούμπες της.

Για τις νέες μειώσεις συντάξεων από 1/1/2019, που όλοι/ες «κρέμονταν από τα χείλη του», δεν ανέλαβε καμία δέσμευση για κατάργηση των σχετικών νόμων, που η κυβέρνησή του ψήφισε. Το άφησε στην «καλή θέληση» των δανειστών, την οποία οι συνταξιούχοι έχουν νιώσει βαθιά στην τσέπη τους με 26 μειώσεις τα 8 μνημονιακά χρόνια.

Η κυβέρνηση, παρά τις εξαγγελίες για τις συλλογικές συμβάσεις και τον κατώτατο μισθό, ουσιαστικά διατηρεί άθικτο το αντεργατικό μνημονιακό καθεστώς που διαμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια από τις κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και η ίδια ενίσχυσε με την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων και την κατάργηση της Κυριακής Αργίας.

Ξέχασε να πει ότι η κυβέρνησή του έχει ψηφίσει τη μείωση του αφορολογήτου και την οριστική κατάργηση του ΕΚΑΣ από 1/1/2020, ότι εντείνονται οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και η αρπαγή της λαϊκής κατοικίας και περιουσίας.

Η ΝΔ είναι ο καλύτερος σύμμαχος της κυβέρνησης. Βαφτίζει «παροχές» τα αυτονόητα, δηλαδή την ανάγκη επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων και του κατώτατου μισθού, που αυτή κατήργησε το 2012. Διακηρύσσει ότι θα καταργήσει τον νόμο Κατρούγκαλου, όχι για να σταματήσει τις μειώσεις των συντάξεων που αυτός προβλέπει, αλλά για να εφαρμόσει τους «ατομικούς κουμπαράδες» του δικτάτορα Πινοτσέτ.

Η άνευ όρων παράδοση της χώρας στις ΗΠΑ και η αναξιόπιστη παροχολογία δεν μπορούν να βοηθήσουν μία καταρρέουσα κυβέρνηση, ούτε τον λαό.

Αμεσα απαιτείται, ώστε η κοινωνική δυσαρέσκεια να μην πάει σε συντηρητικές ή ακροδεξιές δυνάμεις, η δημιουργία μετώπου από τις πραγματικά αριστερές, αντιμνημονιακές, δημοκρατικές δυνάμεις για την ανατροπή της λιτότητας και την προώθηση μιας άλλης πολιτικής για τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη, τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία.

Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η ενίσχυση της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ και στους αγώνες και στη Βουλή, γιατί με την ενωτική, αγωνιστική και εναλλακτική της πολιτική μπορεί να ασκήσει φιλολαϊκή αντιπολίτευση και να ανοίξει τον δρόμο για μία ελπιδοφόρα διέξοδο.

Ο Δημήτρης Στρατούλης είναι στέλεχος της ΛΑΕ και πρώην αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικής  Ασφάλισης