Στις κασέτες που γράφαμε μικροί, στις κιτρινισμένες αφίσες των εφηβικών δωματίων, υπάρχει πάντα ένα άρωμα που όσα χρόνια και αν περάσουν θα θυμίζει το ξύπνημα των αισθήσεων. Στα πρώτα καλοκαίρια που περάσαμε μακριά από γονείς, στις πρώτες εξορμήσεις του μυαλού και των ορμών, κρύβεται ο μικρός αρχιτέκτονας της ενήλικης ματαιότητάς μας.

Ο πενηντάχρονος συγγραφέας Αντρέ Κούμπιτσεκ γεννήθηκε και συνεχίζει να ζει στην πρωτεύουσα του γερμανικού κρατιδίου Βρανδεμβούργου, το Πότσνταμ. Στη χώρα του, όπως και στην Κεντρική Ευρώπη, είναι αρκετά γνωστός χάρη στα ευρηματικά και γεμάτα λυρισμό μυθιστορήματά του, ενώ τα έργα του έχουν κερδίσει πλήθος λογοτεχνικών βραβείων. Ιδιαίτερα αγαπητός στις νεαρές ηλικίες, αφού επανδρώνει μυθοπλαστικά και με δεινότητα αυτόπτη μάρτυρα τις μεταμορφώσεις στον ψυχισμό των εφήβων.

Ανήκει στην κατηγορία εκείνη των συγγραφέων που αντλούν υλικό από τον καμβά των προσωπικών τους βιωμάτων. Αναδεικνύουν πτυχές της καθημερινότητας τόσο απτές, μα και τόσο ευαίσθητες, δίχως ίχνος μελοδραματισμού. Στο παρόν μυθιστόρημα ο Κούμπιτσεκ μας μεταφέρει κατακαλόκαιρο στα μέσα περίπου της δεκαετίας του ’80, στην τότε Ανατολική Γερμανία. Κεντρικός ήρωας ο 16χρονος Ρενέ, που βρίσκεται στην ίδια ηλικία ακριβώς με τον συγγραφέα τότε και ζει στην ίδια πόλη, το Πότσνταμ.

Στο κατώφλι της ενηλικίωσης

Ο νεαρός Ρενέ ζει με τον πατέρα του, υψηλόβαθμο στέλεχος, απ’ ό,τι φαίνεται, του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος φεύγει συχνά για αποστολές στη Δύση και τώρα ετοιμάζεται για μια σημαντική συνδιάσκεψη στην Ελβετία που αφορά την παγκόσμια ειρήνη. Ο πιτσιρικάς Ρενέ χλευάζει με αιχμηρό χιούμορ αυτά τα γραφειοκρατικά συνέδρια και γενικά τις κινήσεις του πατέρα και των συναδέλφων του, που τάχα κόπτονται για τον σοσιαλισμό, αλλά είναι συντηρητικοί ώς το κόκαλο.

Μ’ ένα σεβαστό για την εποχή ποσό στην τσέπη, αναγκαστική παροχή του πατέρα, ο Ρενέ μένει ολομόναχος στο σπίτι για το καλοκαίρι. Μαζεύει τους φίλους του και το ταξίδι αρχίζει. Η κατάσταση των πραγμάτων της εφηβείας. Η ανακάλυψη της σεξουαλικής έλξης, του Μποντλέρ και του αλκοόλ. Η παρέα διψάει για εμπειρίες. Είναι παιδιά ρομαντικά, ευάλωτα στο γκρίζο προφίλ του καθεστώτος. Φορούν μαύρα ρούχα με new wave άποψη, φροντίζουν το στυλ της εμφάνισής τους, προσδοκούν να συναντήσουν δυνατές συγκινήσεις.

Η παρέα προσπαθεί να διαφύγει από την τυποποίηση του μηχανιστικού μοντέλου που επιβάλλει το Κόμμα. Ακούει μουσική δυνατά, τριγυρίζει σε παγκάκια και πλατείες, προσπαθεί να κατακτήσει τον ελεύθερο χώρο, δραπετεύοντας από τον ασφυκτικό κλοιό των τσιμεντένιων κουτιών, που ονομάζονται κατοικίες σοσιαλιστικού τύπου. Ο Κούμπιτσεκ σαρκάζει με έμμεσο τρόπο τους σχεδόν γελοίους περιορισμούς ενός κοινωνικού μοντέλου που είχε χάσει προ πολλού την εκτίμηση των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων.

Το ξύπνημα των αισθήσεων

Η κατάχρηση της ιδεολογίας εις βάρος της ανθρώπινης ανάγκης δεν μπορεί να επικρατήσει τελικά στην Ιστορία. Για τον απλούστατο λόγο ότι το άτομο δεν μπορεί να λογίζεται μόνο ως αριθμός ή ως βιομηχανικό παράγωγο. Στην παρέα των παιδιών μπαίνουν σιγά σιγά δύο σοβαρές παράμετροι: ο έρωτας και η πνευματική διερεύνηση. Πλατωνικοί, πρωτόλειοι έρωτες μέσα στην κάψα του καλοκαιριού, εκεί όπου οι επιθυμίες ζητούν από το σώμα να μιλήσει. Τα πρώτα φιλιά, τα πρώτα χάδια, τα πρώτα σκιρτήματα, η αναμονή της επαφής για το θαύμα του χορού που στήνουν οι αισθήσεις.

Παράλληλα ανακαλύπτονται τα απαγορευμένα γραπτά του Μποντλέρ και άλλων, που σε αντιδιαστολή με τη στράτευση του Μπρεχτ, ο οποίος έχει περάσει διαστρεβλωμένος ώς έναν βαθμό στην επίσημη προπαγάνδα του κράτους, ενισχύουν την επαναστατική φύση της παρέας που ψάχνει να προσδιοριστεί πέρα από τις νόρμες και να αντιτάξει τον δικό της λόγο. Ο κατά τα άλλα εσωστρεφής Ρενέ καταπίνει λαίμαργα ό,τι βιβλίο βρίσκεται μπροστά του και ταυτόχρονα επιδίδεται στην ασίγαστη εξερεύνηση των ερωτικών του συντρόφων.

Ενα γλυκόπικρο οδοιπορικό

Κακά τα ψέματα, το μυθιστόρημα του Κούμπιτσεκ μιλά στην καρδιά πολλών αναγνωστών και στη δική μας. Οσων μεγάλωσαν τη δεκαετία του ’80 και όχι μόνο. Με λόγο ρευστό και ανάλαφρο πλαγιοκοπεί τον κυνισμό τού σήμερα. Ανεβάζει τον πυρετό του πάθους, της λαχτάρας για μια χαραμάδα ζωής. Υστερα από αυτό το καλοκαίρι οι μικροί ήρωες του Κούμπιτσεκ θα χαθούν. Οπως αφήνεται να εννοηθεί από την αφήγηση, ο καθένας και η καθεμιά θα τραβήξουν τον δρόμο τους. Το διάστημα όμως που είναι μαζί, έχουν κάθε δικαίωμα να ονειρεύονται με ζωηρά χρώματα και να σχεδιάζουν το μέλλον.

Ενα γλυκόπικρο οδοιπορικό σαν μια μεγάλη βόλτα. Αναζωογονητική, ελαφρώς μεθυσμένη, γεμάτη όρεξη για ζωή, ελευθερία και γνώση. Ενα μυθιστόρημα που δεν κρύβεται. Αφήνεται στους ρυθμούς του Ρενέ και της παρέας του να μας παρασύρουν στο γαϊτανάκι της καθημερινότητας που θέλει να αποφύγει τη ρουτίνα. Μια γενιά περίπου πριν από τα smartphones και τα πληκτρολόγια. Οπου έπρεπε να διανυθούν αποστάσεις, να παρθούν ρίσκα. Ενα ξάνοιγμα στο άγνωστο και ό,τι βγει. Ενας χειροποίητος κόσμος που θέλει να θάψει τη διχόνοια του πρόσφατου παρελθόντος. Που δεν κυνηγά να γραφτεί στα ληξιαρχεία των ηρώων, που δεν του έχουν τάξει απολύτως τίποτα. Μία νύξη είναι αρκετή για να φτάσουν ο νους και η καρδιά μέχρι την άκρη της πόλης και μακρύτερα.

Κατευθείαν στο ψαχνό

Χωρίς περισπούδαστες αναλύσεις και περιφράσεις

Στην Ανατολική Γερμανία της μαζικής χειραγώγησης, μια σταγόνα καλοκαιρινής δροσιάς. Χωρίς περισπούδαστες αναλύσεις και περιφράσεις. Κατευθείαν στο ψαχνό. Αν και χρειαζόταν μεγαλύτερη οικονομία στην αφήγηση από πλευράς συγγραφέα. Πίσω από το αυστηρό πρόσωπο του καθεστώτος βρίσκει τρόπους να ανθήσουν η ανεμελιά και η διάθεση για παιχνίδι υπό το βλέμμα της πρώτης νιότης, της παντοτινής. Οι ήρωες του Κούμπιτσεκ δεν παραδίδουν τη νεανικότητά τους στην αθανασία. Είναι στο κατώφλι της ενηλικίωσης. Βρίσκονται στο μεταίχμιο. Δεν κοιτούν πίσω και το μπροστά τους μοιάζει απατηλό. Είναι παιδιά ενός συνεχούς παρόντος. Θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να αλλάξουν τη μιζέρια που τους πνίγει. Αυτό κι αν είναι σημαντικό.

Αντρέ Κούμπιτσεκ

«Σκίτσο ενός καλοκαιριού»

Μτφρ. Απόστολος Στραγαλινός,

εκδ. Κριτική,

σελ. 384

Τιμή: 15 ευρώ