Οι δορυφόροι Starlink του Έλον Μασκ αποχωρίζονται όλο και συχνότερα τη χαμηλή τροχιά και καίγονται στην ατμόσφαιρα, με τον ρυθμό των αποτροχιοποιήσεων να επιταχύνεται το 2025.
Ο αστρονόμος Τζόναθαν ΜακΝτόουελ, από το Κέντρο Αστροφυσικής Χάρβαρντ–Σμιθσόνιαν, καταγράφει κατά μέσο όρο από έναν έως δύο δορυφόρους την ημέρα να επανεισέρχονται, αριθμός που, όσο επεκτείνεται ο αστερισμός, εκτιμάται ότι μπορεί να προσεγγίσει τους πέντε ημερησίως.
Τις τελευταίες εβδομάδες, εντυπωσιακά βίντεο με φωτεινά ίχνη στον νυχτερινό ουρανό κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα, προκαλώντας ερωτήματα για την ασφάλεια στο έδαφος αλλά και για το «αποτύπωμα» που αφήνουν αυτές οι καύσεις στην ατμόσφαιρα.
Η SpaceX έχει σχεδιάσει τους δορυφόρους της με προσδόκιμο ζωής γύρω στα πέντε έτη και ελεγχόμενη αποδόμηση: κατά την είσοδο στα πυκνότερα στρώματα της ατμόσφαιρας αναφλέγονται και καίγονται σχεδόν ολοσχερώς, ώστε να μην φθάνουν υπολείμματα στο έδαφος.
Με βάση αυτό, οι ίδιες οι επανεισόδους των Starlink δεν θεωρούνται επικίνδυνες για τον πληθυσμό. Ωστόσο, ο ΜακΝτόουελ προειδοποιεί ότι το πραγματικό ρίσκο προέρχεται από άλλα αντικείμενα σε τροχιά — στάδια πυραύλων, παλαιοί δορυφόροι ή συντρίμμια — που δεν ελέγχονται ενεργά από τους φορείς τους και μπορεί, σε σporadικές περιπτώσεις, να αφήσουν ανθεκτικά θραύσματα να φθάσουν στο έδαφος.
«Κάθε λίγους μήνες αναφέρεται κομμάτι διαστημικού υλικού που επανεισέρχεται και καταλήγει ως συντρίμια», σημειώνει, προσθέτοντας ότι μέχρι σήμερα «σταθήκαμε τυχεροί — όμως αυτό δεν θα κρατήσει για πάντα».
Η εικόνα στη χαμηλή γήινη τροχιά είναι πλέον πρωτοφανής: περίπου 20.000 αντικείμενα παρακολουθούνται ενεργά, με 12.000 λειτουργικούς δορυφόρους — εκ των οποίων περίπου 8.500 ανήκουν στο Starlink.
Η «κυκλοφορία» αυτή αυξάνει τις επιχειρησιακές προκλήσεις: περισσότερες ελιγμοί αποφυγής συγκρούσεων, ανάγκη για αξιόπιστη ανταλλαγή δεδομένων παρακολούθησης (tracking) και αυστηρά πρωτόκολλα τέλους ζωής ώστε οι δορυφόροι να αποσύρονται γρήγορα και με ασφάλεια.
Παράλληλα, οι συχνές επανεισόδους ανοίγουν ένα νέο επιστημονικό μέτωπο: τι σημαίνει περιβαλλοντικά η καύση χιλιάδων συσκευών κάθε χρόνο;
Οι επιστήμονες εξετάζουν τις πιθανές επιπτώσεις από τα προϊόντα καύσης, όπως τα σωματίδια οξειδίου του αλουμινίου που δύνανται να σχηματιστούν κατά την αποδόμηση των δορυφόρων.
Η παρουσία και η παραμονή τους στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας θα μπορούσαν, θεωρητικά, να επηρεάσουν τη διάχυση της ηλιακής ακτινοβολίας ή τις διεργασίες του όζοντος.
Πρόκειται για πεδίο υπό διερεύνηση: δεν υπάρχει, ακόμη, συναίνεση για το μέγεθος ή τη σημασία της επίδρασης, όμως αυξάνεται η πίεση για συστηματική παρακολούθηση, διαφάνεια δεδομένων και διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές που θα λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο την ασφάλεια αλλά και το περιβάλλον.
Η συζήτηση, συνεπώς, ξεπερνά τη θεαματική εικόνα μιας φλεγόμενης τροχιακής αλυσίδας στον ουρανό. Αγγίζει το πώς θα διαχειριστούμε συλλογικά έναν «οικοσύστημα» που γίνεται κρίσιμο για επικοινωνίες, πλοήγηση και παρατήρηση της Γης, χωρίς να υπονομεύουμε την ασφάλεια και τη βιωσιμότητά του.
Πρακτικά μέτρα όπως υποχρεωτικές ρήτρες αποτροχιοποίησης, αξιοπιστία των συστημάτων πρόωσης τέλους ζωής, περιοδικές εκθέσεις για τις επανεισόδους και κοινά πρότυπα ανταλλαγής τροχιακών δεδομένων μπορούν να μειώσουν τους κινδύνους.
Την ίδια ώρα, απαιτείται επένδυση στην ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα για να ποσοτικοποιηθεί — με πραγματικά δεδομένα — το περιβαλλοντικό αποτύπωμα από την καύση δορυφόρων.
Καθώς ο αστερισμός της SpaceX συνεχίζει να αναπτύσσεται και νέοι παίκτες προστίθενται με δικά τους «σμήνη», το ερώτημα δεν είναι αν θα βλέπουμε συχνότερα φωτεινές τροχιές στον ουρανό — αυτό ήδη συμβαίνει.
Το ζητούμενο είναι να διασφαλιστεί ότι η νέα «υποδομή του διαστήματος» θα παραμείνει ασφαλής, καθαρή και ανθεκτική για δεκαετίες, ισορροπώντας την τεχνολογική πρόοδο με την ευθύνη απέναντι στο περιβάλλον και την κοινωνία.







