*   «Ο γέρος και η θάλασσα» του Έρνεστ Χέμινγουεϊ
*   «Η δίκη» του Φραντς Κάφκα
*  «Ο ξένος» του Αλμπέρ Καμύ
*   «Η ενοχή της αθωότητας» της Ιωάννας Μπουραζοπούλου
*   «Η χορτοφάγος» της Χαν Γκανγκ
Νομίζω πως, για να μην ξεχαστεί ποτέ ένα βιβλίο, δεν έχει να κάνει μόνο με το ίδιο το βιβλίο, αλλά και με τον αναγνώστη. Σε ποια φάση της ζωής του βρίσκεται και με τι ταχύτητα έτρεχε όταν τον βρήκε το βόλι.
Εγώ, την πρώτη σφαίρα την έφαγα στο πόδι. Με τον Γέρο και τη Θάλασσα. Μια βάρκα, ένας γέρος και ένα ψάρι. Έμαθα τις παύσεις.
Η δεύτερη με βρήκε στο στομάχι. Με τη Δίκη. Διπλώθηκε το σώμα πάνω στο κρεβάτι για μια υπαρξιακή ενοχή που θα έπεφτα πάνω της πολλές φορές. Έμαθα, δυστυχώς, να την ανέχομαι.
Η τρίτη τρύπησε κατευθείαν την καρδιά. Ο Ξένος: ο θάνατος της μητέρας, η ζέστη, η αδιαφορία. Μια άηχη έκρηξη. Έμαθα πως, όταν θέλω να πω κάτι, πρέπει να αφαιρώ λέξεις.
Η τέταρτη χτύπησε το χέρι. Μου διέλυσε τα δάχτυλα. Η Ενοχή της Αθωότητας με έκανε να αναθεωρήσω τα πάντα για τη γραφή. Τίποτα δεν ήταν πια απλό.
Και η τελευταία σφαίρα πέρασε μέσα από τον αέρα, πάνω απ’ το κεφάλι μου. Εκεί όπου κρατώ τις ιδέες μου. Το δέντρο στο τέλος της Χορτοφάγου σήμανε μια ανθοφορία. Όλα είναι δυνατά στη λογοτεχνία.
Ναι, ένα βιβλίο μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.
Μπορεί να ανοίξει μια τρύπα στο κρανίο του – κι από εκεί να δει κανείς τον άλλον κόσμο και την άλλη ζωή· ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι.
Το πιο πρόσφατο βιβλίο του Αντώνη Μυλωνάκη «Λίλυ και Άλεξ – η μεγάλη αποκάλυψη» κυκλοφορεί από τον «Καστανιώτη»