Η αναλογία με τα Τέμπη είναι, κατά την αντίληψη μου, προφανής. Οπως το σιδηροδρομικό δυστύχημα ήταν το προϊόν σωρείας ανθρωπίνων λαθών, παρομοίως και η δολοφονία μιας νέας γυναίκας έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, στο οποίο μόλις προηγουμένως είχε ζητήσει προστασία, ήταν το προϊόν σωρείας περιστατικών ολιγωρίας κρατικών υπαλλήλων. Διαφέρουν μόνο κατά το είδος της ανθρώπινης μ@λ@κι@ς, η ουσία όμως είναι η ίδια και δυστυχώς το αποτέλεσμα εξίσου τραγικό. Και τα δύο όμως παρουσιάζουν το κράτος στη χειρότερη εκδοχή του.

Τα καθέκαστα του γεγονότος είναι τέτοια, ώστε να του δίνουν έναν πανίσχυρο συμβολισμό, που εκ των πραγμάτων ανοίγει και την πολιτική διάσταση του θέματος. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τόσο κατάφωρα φρικτό μπροστά στην Αστυνομία που αδιαφορεί; (Πώς γίνεται να συγκρούονται δύο τρένα; Παραλλαγή του ίδιου ερωτήματος.) Οδυνηρή ειρωνεία είναι ότι ήταν γυναίκες οι αστυνομικοί που χειρίστηκαν την καταγγελία της δολοφονηθείσης και θα περίμενε κάποιος περισσότερη κατανόηση και ενσυναίσθηση εκ μέρους τους, ως γυναίκες προς γυναίκα. (Παρεμπιπτόντως, ξεχάσαμε κιόλας εκείνη την άτυχη αξιωματικό της Αστυνομίας από τη Θεσσαλία, την οποία προ καιρού σάπισε στο ξύλο ο άντρας της;) Εν πάση περιπτώσει, ο μόνος άντρας εκείνη την ώρα στο τμήμα ήταν ο φρουρός της εισόδου. Ακουσα όμως από έναν αυτόπτη να λέει ότι όσο ο δράστης κυνηγούσε το θύμα ο φρουρός δεν είχε βγει από τη σκοπιά. (Η σκοπιά είναι, εν προκειμένω, ευφημισμός…)

Δεν αμφιβάλλω ότι ο συνδυασμός των συνθηκών που παρήγαγαν το συγκεκριμένο αποτρόπαιο έγκλημα είναι σπάνιος, δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε μέρα. Αυτό ακριβώς όμως του προσδίδει τη συμβολική αξία που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει και, γι’ αυτό, είναι πολιτικό. Καλώς ή κακώς, δικαίως ή αδίκως, η δολοφονία αυτής της κοπέλας γίνεται η εικόνα της δημόσιας ασφάλειας στη χώρα, όπως το δυστύχημα των Τεμπών έγινε εικόνα της ασφάλειας των σιδηροδρομικών μεταφορών. Επομένως, η κυβέρνηση οφείλει την εικόνα αυτή να τη διορθώσει και να τη διαψεύσει με έργα.

Θα ήταν ολέθριο λάθος αν θεωρούσαν ότι το ενδιαφέρον για το θέμα αυτό θα περάσει. Το συγκεκριμένο είναι η κορωνίδα που προστίθεται σε σειρά γεγονότων και περιστατικών, που αμφισβητούν τις επιδόσεις της κυβέρνησης στον τομέα. Λόγου χάρη, δεν ξέρω αν το αντιληφθήκατε, αλλά ξημερώματα Σαββάτου στο Κολωνάκι, όπου βρίσκεται και η κατοικία του Πρωθυπουργού, σε απόσταση μάλιστα όχι μακρινή από αυτή (το περιστατικό έγινε στη γωνία Αναγνωστοπούλου και Ηρακλείτου), δύο παρέες έλυσαν τις διαφορές τους με πυροβολισμούς. Φυσικό, αφού πλέον η περιοχή ελέγχεται από την αλβανική μαφία – πέραν, βεβαίως, της υγειονομικής υπηρεσίας του δήμου, στην οποία υπάγονται αυτά τα μαγαζιά. Να θυμίσω τη βία των πανεπιστημιακών καταλήψεων και την αδιαφορία μπροστά στη συστηματική καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας; Τη σχεδόν θεσμική ανοχή στην εγκληματικότητα των Ρομά; Το αίμα που χύνεται κάθε μέρα στους δρόμους;

Αυτό είναι το παγόβουνο κάτω από την τραγική ιστορία της άμοιρης κοπέλας που δολοφονήθηκε έξω από το ΑΤ Αγίων Αναργύρων. Αυτό το πρόβλημα, το συνολικό, πρέπει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση με την αντίδρασή της. Το πρόβλημα, δηλαδή, ότι η Αστυνομία ως θεσμός σαπίζει και παρακμάζει. Χρειάζεται εκ βάθρων αναδιοργάνωση. Αν σε κάτι ταιριάζει απολύτως ο όρος «μεταρρύθμιση», είναι σε αυτό που πρέπει να γίνει στην Αστυνομία και το οποίο με μία λέξη θα το έλεγα επαγγελματισμό. Δεν είναι τίποτε περισσότερο από αυτό. Η Αστυνομία πρέπει να αλλάξει, κατά τρόπο που θα ενισχύσει τον επαγγελματισμό των στελεχών της και της λειτουργίας της.

Εν ανάγκη, αν δεν μπορούν να υπάρξουν λύσεις εκ των ενόντων, ας προσλάβουν ξένους συμβούλους και ειδικούς για να προτείνουν εκείνοι τις λύσεις. Δεν είναι ντροπή. Στο κάτω κάτω, κατά το πρότυπο των αναλόγων αγγλικών και γαλλικών υπηρεσιών ιδρύθηκαν τα σώματα ασφαλείας στην Ελλάδα, με τη συμμετοχή ξένων συμβούλων. Μετά από τόσα χρόνια κομματισμού και διαπλοκής, διαποτίστηκαν από την κουλτούρα του Υπαρκτού Ελληνισμού. Τα κάναμε σαν τα μούτρα μας. Δεν αρκεί λοιπόν ένας ικανός υπουργός, οπλισμένος με καλές προθέσεις, για να σώσει την κατάσταση. Χρειάζεται ριζική αναδιάρθρωση.