Ολοι οι πόλεμοι κάποια στιγμή τερματίζονται με έναν από τους εξής τρεις τρόπους: απόλυτη νίκη στο πεδίο της μάχης, πολιτικές διαπραγματεύσεις, ανακωχή. Με ποιο τρόπο θα μπορούσε να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία;

Σπάνια η μια πλευρά κατορθώνει να επιβάλει πλήρως τη θέλησή της στην άλλη (βλ. τη χωρίς όρους παράδοση της Ιαπωνίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο). Απόλυτη νίκη είναι αδύνατο να επιτευχθεί στον πόλεμο της Ουκρανίας, γιατί ούτε η κατάκτηση ολόκληρης της Ουκρανίας είναι εφικτή από τη Ρωσία ούτε η ολοκληρωτική εκδίωξη της Ρωσίας από τα εδάφη που έχει ήδη προσαρτήσει είναι εφικτή.

Μια πιο συνηθισμένη πρακτική είναι ο τερματισμός του πολέμου μέσω διαπραγματεύσεων. Αυτό όμως δεν είναι τόσο απλό. Η ανικανότητα ευνοϊκού τερματισμού ενός πολέμου μέσω διαπραγματεύσεων είναι ένα συχνό στρατηγικό ελάττωμα. Η Ουκρανία φαίνεται ότι έχασε δύο τέτοιες ευκαιρίες.

Η πρώτη ευκαιρία παρουσιάστηκε στις διαπραγματεύσεις που έγιναν λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, τη στιγμή που η Μόσχα είχε αποτύχει στον στρατηγικό της στόχο να καταλάβει το Κίεβο. Τότε, ενώ η μία αρχική συμφωνία είχε επιτευχθεί, η ηγεσία της Ουκρανίας υπαναχώρησε υπολογίζοντας ότι ο χρόνος δούλευε υπέρ της.

Η δεύτερη ευκαιρία χάθηκε το φθινόπωρο του 2022 μετά την επιτυχημένη ουκρανική αντεπίθεση. Τότε ο αμερικανός αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Mark Milley, προέτρεψε τους Ουκρανούς να μεταφράσουν τη στρατιωτική τους επιτυχία σε πολιτικά οφέλη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Οι Ουκρανοί πάλι εκτίμησαν ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ τους, αλλά οι εξελίξεις τούς διέψευσαν.

Για ποιον δουλεύει ο χρόνος σήμερα; Και οι δύο πλευρές ελπίζουν ότι ο χρόνος θα δουλέψει υπέρ τους. Η Ουκρανία ελπίζει ότι με τη βοήθεια των ΗΠΑ θα μπορέσει να αντιστρέψει τη δυσμενή κατάσταση στο πολεμικό μέτωπο, ενώ η Ρωσία διαβλέπει ότι η ισορροπία ισχύος μεταβάλλεται σταδιακά υπέρ της και έτσι στο μέλλον θα μπορεί να διαπραγματευθεί από καλύτερη θέση. Οσο και οι δύο μαχόμενοι ελπίζουν σε βελτίωση της σχετικής διαπραγματευτικής τους θέσης, τόσο ο πόλεμος θα συνεχίζεται.

Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει επ’ αόριστον. Αν μειωθεί, πράγμα πιθανό, η εξωτερική βοήθεια, η Ουκρανία θα αναγκαστεί να επιδιώξει πολιτική διαπραγμάτευση. Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ξαφνικής κατάρρευσης των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας – λόγω κόπωσης ή λόγω έλλειψης όπλων και πυρομαχικών – ή τερματισμού του πολέμου κάτω από την πίεση της ουκρανικής κοινής γνώμης.

Η ηγεσία είναι επίσης ένας αστάθμητος παράγοντας. Η Ιστορία προσφέρει άφθονα παραδείγματα ηγετών που επέμεναν στη συνέχιση πολέμων που θα μπορούσαν να τερματιστούν επωφελώς (Σερβοβόσνιοι) ή ακόμη χειρότερα συνέχιζαν πολέμους που ήταν προ πολλού χαμένοι (Χίτλερ). Αντίστοιχα, η αλλαγή ηγεσίας κατά τη διάρκεια ενός πολέμου έχει συχνά οδηγήσει στον τερματισμό του (Ντε Γκολ στον Πόλεμο της Αλγερίας).

Αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στις ΗΠΑ ή στην Ουκρανία θα μπορούσε να επισπεύσει τον τερματισμό του πολέμου. Στις ΗΠΑ επίκεινται φέτος προεδρικές εκλογές που ενδέχεται να φέρουν στην εξουσία τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διατείνεται ότι, εάν εκλεγεί, θα τερματίσει τον πόλεμο της Ουκρανίας μέσα σε 24 ώρες. Ο ίδιος δεν διευκρινίζει πώς θα κατορθώσει κάτι τέτοιο, αλλά μπορούμε να το υποθέσουμε: απευθείας διαπραγμάτευση με τον Πούτιν. Δεν είναι ασυνήθιστο οι ισχυροί να κάνουν συμφωνίες κορυφής και μετά να τις επιβάλλουν στους αδύναμους (Γιάλτα). Στην Ουκρανία, εάν συνεχιστούν οι αποτυχίες στο πολεμικό μέτωπο, θα τεθεί ζήτημα αλλαγής ηγεσίας. Κάτι τέτοιο – σε συνδυασμό με την υφέρπουσα κόπωση της ουκρανικής κοινωνίας – θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολιτικές διαπραγματεύσεις.

Αυτό μας φέρνει στην ουσία των διαπραγματεύσεων. Με βάση τις θέσεις που έχει διατυπώσει η κάθε πλευρά, η επιτυχής κατάληξη διαπραγματεύσεων είναι αδύνατη. Ομως, αν η καθεμιά από τις τρεις πλευρές επικεντρωθεί στα βασικά της συμφέροντα, θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία. Τέτοια συμφέροντα, πέρα από την αποφυγή πυρηνικής κλιμάκωσης, είναι:

  • Για τη Ρωσία, η ουδετερότητα της Ουκρανίας και ο έλεγχος στις ανατολικές επαρχίες όπου κυριαρχεί το ρωσικό στοιχείο. Για την Ουκρανία, η παροχή αξιόπιστων διεθνών εγγυήσεων – που θα την εξασφάλιζαν σε περίπτωση νέας ρωσικής εισβολής – σε συνδυασμό με μια προοπτική ανοικοδόμησης (π.χ. είσοδος στην ΕΕ).
  • Για τις ΗΠΑ, η διασφάλιση ότι η Ρωσία δεν θα επιτεθεί σε τρίτες χώρες (είτε του ΝΑΤΟ είτε σε άλλους γείτονές της) και η διατήρηση της υπάρχουσας αρχιτεκτονικής ασφαλείας στην Ευρώπη.

Υπάρχουν πάντως μια σειρά από «ευαίσθητα ζητήματα» που θα πρέπει να επιλυθούν ή να παρακαμφθούν για να υπάρξει συμφωνία.

1 Σύνορα. Η νέα συνοριακή γραμμή θα είναι διαφορετική από τα σύνορα της Ουκρανίας του 1991. Αυτό όμως δεν πρόκειται να το αναγνωρίσει ούτε η Ουκρανία ούτε η Δύση. Αρα θα προκύψει de facto εδαφικός έλεγχος, όπως στην Κορέα και στην Κύπρο.

2 Αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας. Η Ρωσία θα επιδιώξει χαμηλή στρατιωτική οροφή στις ουκρανικές Ενοπλες Δυνάμεις, ώστε να μην έχει η Ουκρανία την ικανότητα να διεκδικήσει τα απολεσθέντα εδάφη ή να απειλήσει την ίδια τη Ρωσία. Η Ουκρανία δύσκολα θα συναινέσει.

3 Κυρώσεις. Η Ρωσία θα επιδιώξει άρση όλων των εναντίον της κυρώσεων. Η Δύση αποκλείεται να το δεχθεί. Πιθανός συμβιβασμός σε αυτό το θέμα είναι η σταδιακή άρση των κυρώσεων που θα σχετίζεται με επίτευξη στόχων. Το μοντέλο αυτό υιοθετήθηκε στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν το 2015.

4 Ποιος θα σηκώσει το βάρος της ανοικοδόμησης και τι αποζημιώσεις θα πρέπει να πληρώσει η Ρωσία; Η Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζει ότι απαιτούνται 486 δισ. δολάρια για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Ετσι θα μπει στο τραπέζι το θέμα των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν δεσμευθεί σε δυτικές τράπεζες. Οι δυτικές χώρες θα επιδιώξουν τα δεσμευμένα 300 δισ. δολάρια να χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση. Η Ρωσία δύσκολα θα συναινέσει.

5 Εκδίκαση εγκλημάτων πολέμου.

Επειδή η επίλυση των πιο πάνω ζητημάτων θα έχει τεράστιο πολιτικό κόστος, οι ηγεσίες των αντιμαχομένων είναι λογικό να προτιμήσουν τον τερματισμό του πολέμου με τη μέθοδο της ανακωχής σε συνδυασμό με άτυπες συμφωνίες. Κλασικό παράδειγμα, η συμφωνία ανακωχής που τερμάτισε το 1953 τις εχθροπραξίες στην Κορέα. Μια συμφωνία ανακωχής που απλώς θα «παγώνει» τη σύγκρουση στην Ουκρανία θα είναι εύθραυστη.

Οπως εύστοχα επισημαίνει ο Κλαούζεβιτς, «ακόμη και η ολοκληρωτική νίκη στον πόλεμο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως οριστική. Τα ηττημένα κράτη συχνά θεωρούν το αποτέλεσμα του πολέμου ως μια πρόσκαιρη κακοτυχία, η οποία μπορεί να διορθωθεί όταν αλλάξουν οι πολιτικές συνθήκες κάποια στιγμή στο μέλλον». Με βάση αυτή τη λογική, οποιαδήποτε ανακωχή επιτευχθεί θα είναι προσωρινή μέχρι να αλλάξει ο συσχετισμός ισχύος. Το ουκρανικό ζήτημα θα συνεχίσει τις επόμενες δεκαετίες να αποτελεί σοβαρή εστία αστάθειας στο διεθνές σύστημα.

Ο Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς