Ένα σύνθημα σε τοίχο της πόλης -«μαχαιριές στους τρανσφοβικούς και στους ομοφοβικούς!»- με κάνει να αναρωτιέμαι: γιατί από τις μομφές περί ρητορικής μίσους εξαιρούνται οι δικαιωματιστές; Πώς φτάσαμε σ’ αυτό το καθεστώς ιδεολογικής τρομοκρατίας όπου πολλοί άνθρωποι δεν έχουν δικαίωμα στη γνώμη τους; Και: ξεπερνιούνται οι ανθρώπινες προκαταλήψεις με μαχαιρώματα;

Ο δικαιωματισμός -ο όρος περιγράφει τον έξαλλο ακτιβισμό ο οποίος βασίζεται σε μια ψεύτικα ρυπαρή εικόνα για τις κοινωνίες- μπορεί να ιδωθεί ως διαστροφή πολιτικών διεκδικήσεων. Τουλάχιστον όταν αφορά τις δημοκρατίες ευρωπαϊκού τύπου. Αν στις χώρες με θεοκρατικά ή/και δικτατορικά καθεστώτα, οι αγώνες για τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα είναι απαραίτητοι και επιτακτικοί, στις περισσότερες φιλελεύθερες δημοκρατίες εμφανίζονται σαν μια πόζα που περιλαμβάνει αυταρχισμό και ανειλικρινή επιχειρήματα. Για να δικαιολογηθεί ο δικαιωματισμός, οι δημοκρατικές κοινωνίες προσλαμβάνονται ως άδικες και ως διαρκώς επιδεινούμενες: ρατσιστικές, σεξιστικές, «φοβικές» -ο όρος «φοβικός» δεν ερμηνεύεται ως παράγωγο του φόβου ή της φοβίας αλλά υπονοεί την επιθετικότητα του «φοβικού»· την επιβολή κολάσιμων διακρίσεων στο αντικείμενο του φόβου του. Η αφετηρία αυτής της ακτιβιστικής κουλτούρας -ο αντιρατσισμός, οι νεοφεμινισμός, οι ταυτοτικές διεκδικήσεις, η πολυπολιτισμικότητα- είναι η ιδεοληψία ότι ο ρατσισμός εμμένει και εντείνεται, όπως άλλωστε η βία εναντίον των γυναικών και εναντίον οποιασδήποτε άλλης πραγματικής ή φαντασιακής κοινωνικής ομάδας πέραν των ετεροφυλόφιλων λευκών ανδρών.

Ο ακτιβισμός αυτού του είδους καλεί τους ανθρώπους σε διαρκή επαγρύπνηση, η οποία καταλήγει συχνά σε γενικευμένη καχυποψία, συνωμοσιολογία και μισαλλοδοξία. Οι δικαιωματιστές βλέπουν παντού εχθρούς: εχθρούς των μειονοτήτων -τις οποίες ορίζουν με αυθαίρετα κριτήρια και στις οποίες αποδίδουν ιδιότητες θύματος-, εχθρούς των γυναικών, τις οποίες διαχειρίζονται ως μειονότητα, και εχθρούς της ηθικής τάξεως. Τη σύγχρονη ακτιβιστική κουλτούρα τροφοδοτεί ηθικός πανικός, αίσθημα ηθικής ανωτερότητας, ευθιξία και ευπάθεια· έλλειψη αντοχής και ανοχής. Σ’ αυτό, όπως και σε πολλά άλλα σημεία, η άκρα αριστερά συναντά την άκρα δεξιά: οι ακτιβιστές αμφοτέρων των παρατάξεων αντιδρούν σαν όχλος που επιδιώκει την επιβολή της αρετής όπως την αντιλαμβάνεται και επιτίθεται σαν όχλος σε όποιον διαφωνεί με τις εκτιμήσεις και τις μεθόδους τους. Αν και ο αριστερός ακτιβισμός έχει διαφορετικούς στόχους, οι νοοτροπίες και οι τρόποι συμπεριφοράς επιβεβαιώνουν τη θεωρία του πετάλου -πρωτίστως, η έλλειψη σεβασμού προς τους πολιτικούς και ιδεολογικούς αντιπάλους, καθώς και η επιταγή της ενιαίας, «ορθής» σκέψης.

Παραλλήλως, η δικαιωματική αριστερά ωθεί τα μέλη της υποτιθέμενης κυρίαρχης κοινωνικής τάξης -λευκούς, άνδρες, εύπορους, στρέιτ κτλ- σε δημόσιες εκδηλώσεις εξιλέωσης για την αδικοκρατία εναντίον μειονοτικών ομάδων τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν: δεν λαμβάνεται υπόψη η ατομική ευθύνη εντός αυτών των ομάδων, ούτε το γεγονός ότι, στον δυτικό κόσμο, η νομοθεσία εξασφαλίζει την ισότητα των πολιτικών δικαιωμάτων. Έτσι κι αλλιώς, ο δικαιωματισμός αγνοεί την ύπαρξη των υπαρχόντων νόμων και τις εξελίξεις στο πεδίο των νοοτροπιών· μοιάζει να ξεκινά από το μηδέν λες και τα ανθρώπινα δικαιώματα επινοήθηκαν από τους σημερινούς ακτιβιστές, λες και βρισκόμαστε στο σημείο εκκίνησης των αγώνων κατά του ρατσισμού, της πατριαρχίας και όλων όσα καταδυναστεύουν τους λαούς.

Με λίγα λόγια, ο ιστορικός αναλφαβητισμός συνοδεύεται από εκείνη τη μορφή του ναρκισσισμού που καθιστά τον πάσχοντα όχι μόνον κέντρο του κόσμου αλλά και την αρχή του: οι δικαιωματιστές του 21ου αιώνα είναι πεπεισμένοι ότι, προτού πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, εμείς οι σημερινοί εσχατόγεροι αποδεχόμασταν αδιαμαρτύρητα και συνενοχικά ένα όργιο αυθαιρεσίας και διακρίσεων. Αλλά, ευτυχώς, κατέπλευσαν οι δικαιωματιστές για να μας σώσουν: στη ναρκισσιστική διαταραχή προστίθεται το μεσσιανικό σύνδρομο. Νομίζω ότι, αντιθέτως, οι δικαιωματιστές θα έπρεπε να είναι ευγνώμονες στους πρεσβυτέρους: αν δεν είχαν χτίσει ευρείες, ανεκτικές δημοκρατίες δεν θα μπορούσαν τώρα οι σημερινοί αγανακτισμένοι να ξεδιπλώνουν την ακτιβιστική τους δραστηριότητα, να ξηλώνουν πεζοδρόμια και να καίνε την πόλη με το πρόσχημα της «δίκαιης αγανάκτησης». Αν πριν από κάμποσες δεκαετίες, το υπόστρωμα της εγγενούς αισχροπραγίας του συστήματος αντιστοιχούσε στην πραγματικότητα, σήμερα είναι μια φαντασίωση. Είναι λοιπόν αναγκαίο να δούμε όλες τις κοινωνικές πληγές -π.χ. τον ρατσισμό εναντίον των Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ- στη διαχρονία: όποιος πιστεύει ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει από το 1955, όταν τα λιντσαρίσματα στον Νότο δεν αναγνωρίζονταν ως ομοσπονδιακά εγκλήματα, όχι μόνον δεν ξέρουν τίποτα αλλά απαξιώνουν τους αγώνες που πέτυχαν την αισθητή βελτίωση της αμερικανικής κατάστασης. Η μη αναγνώριση της προόδου είναι αποτέλεσμα αμάθειας και αυταρέσκειας, στις οποίες προστίθεται ο συχνά ανεπίγνωστος, πολιτιστικός σχετικισμός που καταγγέλλει ως εστία απανθρωπιάς τη «Δύση», όχι την Ανατολή.

Έτσι, στην ακτιβιστική κουλτούρα εγείρονται απαιτήσεις ταπείνωσης και τιμωρίας των «προνομιούχων» ως τρόπο εξιλέωσης των ενόχων και εξευμενισμού των άλλοτε τραυματισμένων κοινωνικών ομάδων. Εδώ, δεν γίνεται κατανοητό ούτε το ότι οι ζώντες είναι ανυπεύθυνοι για τα εγκλήματα των περασμένων γενεών, ούτε το ότι η αναμόχλευση παλαιών παθών εμβάλλει οργή και εκδικητικότητα στα ιστορικά θύματα· ψυχικές ιδιότητες που τα εμποδίζουν να αναπτυχθούν στο περιβάλλον της αποκτηθείσας ισονομίας. Αν και η επίγνωση της αδικίας κάνει τον κόσμο καλύτερο, η μανία των δικαιωμάτων παραμερίζει τις υποχρεώσεις και δημιουργεί αθέμιτες προσδοκίες σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες -το «οικουμενικό δικαίωμα στην τεκνοποίηση» είναι μια τέτοια προσδοκία- οι οποίες προκαλούν, δυνάμει, εκμετάλλευση άλλων κοινωνικών ομάδων.

Ο πιο σίγουρος τρόπος για να διεξαχθεί μια σταυροφορία υπέρ κάποιου καλού σκοπού είναι η υπόσχεση στους σταυροφόρους ότι θα τους δοθεί η ευκαιρία να κακομεταχειριστούν άλλους. Το να πυρπολείς τον κόσμο με καλή συνείδηση και να συμπεριφέρεσαι άσχημα με το πρόσχημα της «δίκαιης αγανάκτησης» («μαχαιριές στους τρανσφοβικούς και στους ομοφοβικούς!») είναι εκδήλωση κακοήθους εγωπάθειας. Και ανοησίας. Καθώς οι άνθρωποι είναι μάλλον μοχθηρό είδος και τους αρέσει να κάνουν ζημιές, νομίζω πως χρειάζεται κάποια δυσπιστία έναντι των δήθεν αγωνιστών της ελευθερίας που ονειρεύονται να μαχαιρώσουν ετερόφρονες και διαφωνούντες.