Από την αρχή της εφηβείας μου που συνέπεσε με το ξεφάντωμα της Μεταπολίτευσης, θυμάμαι πώς άναβαν οι συζητήσεις τις ημέρες των δύο μεγάλων εθνικών επετείων. Την 25ηΜαρτίου, προσπαθώντας να συνταιριάξουμε με επαναστατικό και άκρως εικονοκλαστικό τρόπο (που ήταν πολύ a la mode εκείνα τα χρόνια) άσχετα ιστορικά στοιχεία και βουτώντας σε ιδεοληπτικές ερμηνείες των γεγονότων, άρχιζαν από το αν το λάβαρο της Επανάστασης υψώθηκε εναντίον των Τούρκων ή των ελλήνων κοτζαμπάσηδων, αν υπήρχε κρυφό σχολειό, ποιος ήταν ο ρόλος της Εκκλησίας και άλλα τέτοια που εντελώς συμβολική σημασία έχουν ως προς την ιστορική αλήθεια. Την 28η Οκτωβρίου πάλι, έπεφταν σωρηδόν οι απόψεις για το ποιος είπε το «Οχι», τα μηνύματα του ΚΚΕ κατά την επιστράτευση, τα «ΕΑΜ, ΕΑΜ για την Ελλάδα, το δίκιο και τη λευτεριά». Μία προσπάθεια ερμηνείας του παρελθόντος με εργαλεία του σήμερα που ελάχιστα έχουν να κάνουν με το νόημα μια εθνικής γιορτής, το οποίο αμφιβάλλω αν ποτέ το προσεγγίσαμε αφού στη συνέχεια περάσαμε – στην επίσης a la mode – φάση του κυνισμού που έλεγε ότι αυτές οι επέτειοι έχουν αξία μόνο αν «συγκροτούν τριήμερο».

Ολα αυτά ίσχυαν έως την αρχή της οικονομικής κρίσης. Με το που ξεκίνησε ο «αντιμνημονιακός αγώνας» και άρχισαν να εκλύονται οι τοξίνες του, ο λαϊκισμός και η υποκουλτούρα της αντίστασης που αποτέλεσαν τα λάβαρά του, άρχισαν να δηλητηριάζουν τις ιστορικές επετείους. Και όσο και αν οι εικόνες ντροπής της 28ης Οκτωβρίου του 2011 αποτελούν πλέον παρελθόν, σαρώνουμε ακόμη τα απορρίμματα που άφησαν πίσω τους. Αν και πιστεύω ότι η νοοτροπία που τις υποκίνησε, μεταμφιεσμένη με τα κουρέλια της εποχής, υποβόσκει ακόμη.

Ξέρω ότι πολλοί, οι περισσότεροι, από αυτούς που πρωταγωνίστησαν ή υποκίνησαν εκείνα τα γεγονότα και σήμερα (νομίζουν ότι) διεκδικούν θέσεις εξουσίας, θα ήθελαν να ξεχαστούν. Αυτά τα δώδεκα χρόνια όμως, όσο και αν αντιστοιχούν σε έναν εξαιρετικά πυκνό ιστορικό χρόνο, είναι πολύ λίγα για να κλείσουν τις πληγές που άφησαν στο σώμα της χώρας. Και που ακόμη και αν κλείσουν θα πρέπει να θυμόμαστε αυτό που τις προκάλεσε. Να μην ξεχνάμε πόσο εύκολο είναι να γίνει μία χώρα μπάχαλο όταν ενώνονται τα άκρα που, ξελιγωμένα απέναντι στην προοπτική της εξουσίας (αυτή ήταν, από ένα σημείο και μετά, ο μόνος στόχος των «Αγαναχτισμένων») ενώνονται και υιοθετούν τα ίδια συνθήματα.

Με κοινά συνθήματα είχαν κατεβεί εκείνη τη χρονιά ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ακροδεξιά για να ματαιώσουν την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη. Απλώς τα έλεγαν από διαφορετικά πεζοδρόμια. Και θεώρησαν μεγάλη επιτυχία ότι το κατόρθωσαν. Οτι φανατισμένα 17χρονα, παρέα με απόστρατους (πριν από λίγες ημέρες είχαν εισβάλει στο «Πεντάγωνο») και υπό την ενορχήστρωση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ φώναζαν «ουστ» και «προδότη» στον Κάρολο Παπούλια που, έφηβος ακόμη, είχε πολεμήσει κατά των κατακτητών. Εγινε σύμβολο ο 16χρονος μαθητής που μούντζωσε ενώ παρέλαυνε μπροστά από την εξέδρα των επισήμων. Οπως και άλλοι που παρέλασαν με μαύρα περιβραχιόνια. Τα οποία φορούσαν, στην παρέλαση της Αθήνας, και οι μουσικοί της μπάντας του δήμου. Ενώ στις περισσότερες πόλεις, συμούρδουλοι «Αγαναχτισμένοι» έκαναν «ντου».

Ηταν τότε που ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης είχε χαρακτηρίσει εκείνες τις αντιδράσεις «αντάξιες της επετείου» και τον «καλύτερο φόρο τιμής».  Από το τότε στο σήμερα Η πραγματικότητα – η οποία είναι μία και αδιαπραγμάτευτη σε αντίθεση με τις «αλήθειες» που είναι πολλές, ο καθείς και η δική του – έδωσε σε όλους αυτούς την καλύτερη απάντηση. Ο ρόλος των «Αγαναχτισμένων» κρίθηκε από την Ιστορία και από την εξέλιξη των ινστρουχτόρων της. Οι υποκινητές της «σχεδόν εκτροπής» που συνέβη εκείνη την ημέρα, λίγα χρόνια αργότερα, ως υπουργοί πλέον, υπέγραφαν το τρίτο Μνημόνιο και με τα δύο χέρια. Ο Πάνος Σκουρλέτης, «ημιδιαγραμμένος» από τον ΣΥΡΙΖΑ, καταγγέλλει τη δυσωδία από τους υπονόμους των τρολ του κόμματός του που, μέχρι πρότινος, ενέπνεαν και τον ίδιον. Και ο μαθητής που μούντζωσε είναι κομμωτής (ιδιότητα αποκτηθείσα εν τω στρατεύματι) και, όπως μαρτυρούσαν αναρτήσεις του σε διαδικτυακά του προφίλ που έχει διαγράψει, φανατικός αντιεμβολιαστής.