Οι σκηνές επαναλαμβάνονταν στα ειδησεογραφικά κανάλια όλη τη νύχτα: Ασθενοφόρα, πτώματα, μια έκρηξη που φώτιζε τον νυχτερινό ουρανό.

Η Χαμάς κατηγόρησε το Ισραήλ για τον βομβαρδισμό στο νοσοκομείο Al-Ahli της Γάζας στις 17 Οκτωβρίου, από την οποία σκοτώθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι. Αργότερα το Ισραήλ διέψευσε ότι πραγματοποιούσε αεροπορικές επιδρομές στην περιοχή και δήλωσε ότι η έκρηξη προκλήθηκε από μια άστοχη εκτόξευση ρουκέτας από την Ισλαμική Τζιχάντ, της δεύτερης μεγαλύτερης μαχητικής ομάδας στη Λωρίδα της Γάζας.

Οι ισχυρισμοί του Ισραήλ, ωστόσο, ελάχιστη σημασία έχουν. Η τεράστια καταστροφή προκάλεσε διαμαρτυρίες στη Δυτική Όχθη, την Ιορδανία, μέχρι και την Τυνησία. Κι όλα αυτά λίγες ώρες πριν τη σύντομη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ.

Ο Μπάιντεν εξέφρασε την πλήρη στήριξή του στο Ισραήλ

Είναι δύσκολο να γενικεύσει κανείς για τον «αραβικό κόσμο», ένα σύνολο 450 εκατομμυρίων ανθρώπων που απλώνονται σε χιλιάδες χιλιόμετρα. Αλλά είναι ασφαλές να πούμε ότι οι περισσότεροι Άραβες εξακολουθούν να χαιρετίζουν τον παλαιστινιακό αγώνα. Η κατοχή των εδαφών τους από το Ισραήλ παραμένει ένα πολιτικό ζήτημα σε όλη τη Μέση Ανατολή, ικανό να κινητοποιήσει τη λαϊκή οργή και διαμαρτυρία όσο ελάχιστα άλλα.

Σε τι διαφέρει ο πόλεμος Ισραήλ – Χαμάς;

Ο πόλεμος μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, που διανύει τώρα τη 13η ημέρα του, δεν είναι διαφορετικός. Καλυπτόμενος όλο το εικοσιτετράωρο από την τηλεόραση, συζητιέται ατελείωτα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και έχει προκαλέσει ένα κύμα υποστήριξης προς τους Παλαιστίνιους.

Παρόλα αυτά, σε σύγκριση με προηγούμενες συγκρούσεις, όπως ο πόλεμος των 50 ημερών στη Γάζα το 2014, μερικά πράγματα φαίνονται διαφορετικά, σημειώνει σε άρθρο του ο Economist.

Το ένα είναι το γεωπολιτικό κομμάτι. Από το 2020 τέσσερα αραβικά κράτη -το Μπαχρέιν, το Μαρόκο, το Σουδάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ)- έχουν συνάψει σχέσεις με το Ισραήλ, το οποίο προηγουμένως είχε δεσμούς με δύο μόνο κράτη (την Αίγυπτο και την Ιορδανία). Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται σε συνομιλίες για να κάνει το ίδιο. Αυτό έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο ορισμένα αραβικά μέσα ενημέρωσης καλύπτουν τη σύγκρουση.

Το Al Jazeera, ο ραδιοτηλεοπτικός φορέας του Κατάρ, έχει δώσει άπλετο χρόνο στη Χαμάς, η οποία υποστηρίζεται από το Κατάρ. Εν τω μεταξύ, τα κανάλια που διοικούνται από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν προσπαθήσει να βαδίσουν σε τεντωμένο σχοινί. Αν και καλύπτουν σκηνές καταστροφής στη Γάζα, δεν κλείνουν συνεντεύξεις με αξιωματούχους της Χαμάς σε αντίθεση με αραβόφωνους Ισραηλινούς Εβραίους που βρίσκονται συχνά καλεσμένοι.

Φόβοι μιας ευρύτερης σύγκρουσης

Μια δεύτερη διαφορά είναι ο φόβος μιας ευρύτερης σύγκρουσης. Ο πόλεμος του 2014 περιορίστηκε στην Αγία Γη. Αυτή τη φορά μπορεί να μην παραμείνει εκεί και αυτό έχει περιπλέξει τη συζήτηση, τουλάχιστον στις χώρες που βρίσκονται κοντά στο Ισραήλ. Για παράδειγμα η Αίγυπτος. Η Αμερική και αρκετές αραβικές χώρες την παροτρύνουν να ανοίξει το πέρασμα της Ράφα, το μοναδικό συνοριακό πέρασμα με τη Γάζα που δεν ελέγχεται από το Ισραήλ, για να επιτρέψει στους πολίτες να ξεφύγουν από τις μάχες.

Ένα μεγάλο μέρος της αιγυπτιακής κοινωνίας παραμένει ανένδοτο στο ότι η χώρα πρέπει να αντισταθεί σε τέτοιου είδους πιέσεις.

«Γιατί μου επιβάλλατε αυτόν τον πόλεμο;» ρώτησε ο Ιμπραήμ Άισα, ένας φιλοκυβερνητικός παρουσιαστής talk-show, σε ένα μήνυμα που απευθυνόταν στη Χαμάς.

«Θέλετε να ρισκάρω 100 εκατομμύρια Αιγύπτιους για χάρη σας;».

Άλλοι ειδήμονες έκαναν παρόμοια σχόλια που έχουν βρει ευρεία απήχηση στο κοινό.

«Μην μας βάλετε σε αυτή την κόλαση»

Η συζήτηση είναι παρόμοια στον Λίβανο, ο οποίος βρίσκεται τέσσερα χρόνια μετά από μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας. Πολλοί Λιβανέζοι ανησυχούν ότι η Χεζμπολάχ, η ισχυρή σιιτική πολιτική οργάνωση, θα ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο εναντίον του Ισραήλ, παρασύροντας έτσι τη χώρα τους σε έναν ακόμη καταστροφικό πόλεμο όπως εκείνος του 2006.

«Μην μας βάλετε σε αυτή την κόλαση», έγραψε ο Ντίμα Σαντέκ, γνωστός δημοσιογράφος που υποστηρίζει βαθιά τους Παλαιστίνιους και ταυτόχρονα επικρίνει έντονα τη Χεζμπολάχ.

Αυτό υποδεικνύει μια τρίτη αλλαγή: η περιοχή είναι σήμερα πιο πολωμένη. Πολλοί Σύριοι, ειδικότερα, είναι τρομοκρατημένοι από τις σκηνές στη Γάζα, όπου ο πόλεμος πολιορκίας του Ισραήλ τους θυμίζει τις τακτικές που εφάρμοσε ο Μπασάρ αλ Άσαντ. Αλλά ταυτόχρονα δεν επιθυμούν να επευφημήσουν τη Χαμάς, μια ομάδα που υποστηρίζεται από το Ιράν, η οποία έκανε τόσα πολλά για να καταστρέψει τη χώρα τους.

Σε ανεπίσημες συνομιλίες τις τελευταίες 12 ημέρες, ορισμένοι Άραβες αξιωματούχοι μίλησαν για τη Χαμάς και τη Γάζα με τη γλώσσα που θα περίμενε κανείς να ακούσει από δεξιούς Ισραηλινούς. Δεν τρέφουν καμία συμπάθεια για την ισλαμιστική οργάνωση  που υποστηρίζεται από το Ιράν. Αλλά δεν τολμούν να επαναλάβουν τέτοιες δηλώσεις δημοσίως.

Μήνυμα όλο νόημα

Η αποσύνδεση μεταξύ του παλατιού και του κοινού εξηγεί γιατί ο Άντονι Μπλίνκεν, ο υπουργός Εξωτερικών, έτυχε ψυχρής υποδοχής στο Ριάντ. Πρώτα ήταν ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου, ο οποίος άφησε τον κ. Μπλίνκεν και τη συνοδεία του να περιμένουν ώρες για μια προγραμματισμένη συνάντηση το βράδυ του Σαββάτου (ο πρίγκιπας δεν τους υποδέχθηκε παρά το επόμενο πρωί).

Η παραπάνω ενέργεια αποτελεί συνήθης τακτική για τον Σαουδάραβα πρίγκιπα, ωστόσο το γεγονός ότι το έκανε σε έναν τόσο υψηλού προφίλ επισκέπτη, θεωρήθηκε ως ένα μήνυμα με νόημα.

Στη συνέχεια, μετά την προσγείωσή του στο Κάιρο, ο  Μπλίνκεν υποβλήθηκε σε μια ασυνήθιστη δημόσια διάλεξη από τον Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, τον Αιγύπτιο πρόεδρο, ο οποίος εξέφρασε θλίψη για τη δεινή θέση των Παλαιστινίων.

Από την άλλη κανένας δεν θα βρεθεί να υποδεχτεί τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν καθώς μετά τον βομβαρδισμό του νοσοκομείου στη Γάζα, ακυρώθηκε η τετραμερής Σύνοδος Κορυφής όπου θα συμμετείχε ο Αμερικανός πρόεδρος, ο Παλαιστίνιος ηγέτης Μαχμούντ Αμπάς, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Σίσι και ο βασιλιάς Αμπντάλα της Ιορδανίας.

Ωστόσο, πίσω από τις δημόσιες τοποθετήσεις κρύβεται βαθιά ανησυχία. Από την 7η Οκτωβρίου πολλοί αναλυτές έχουν κάνει παραλληλισμούς με τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, την τελευταία φορά που το Ισραήλ βίωσε μια τόσο ολέθρια αποτυχία πληροφοριών. Αλλά υπάρχει επίσης μια βαθιά αντίθεση με την περίοδο τότε.

Το 1973 τα αραβικά κράτη μπόρεσαν να εξαπολύσουν έναν πόλεμο που φαινόταν, για το Ισραήλ, υπαρξιακή απειλή. Οι ιστορικοί διαφωνούν από τότε για το αν αυτό ήταν αλήθεια.

«Αυτές οι αποφάσεις δεν είναι στα χέρια μου»

Όμως, ο Moshe Dayan, ο τότε υπουργός Άμυνας, λέγεται ότι συζητούσε τη χρήση πυρηνικών όπλων. Μισό αιώνα αργότερα, το Ισραήλ παρασύρθηκε σε πόλεμο από μια μαχητική ομάδα και η περιοχή αντιμετωπίζει τώρα την προοπτική μιας ευρύτερης σύγκρουσης που θα διεξαχθεί από άλλους μη κρατικούς φορείς που υποστηρίζονται από το μη αραβικό Ιράν.

Όσο για τα αραβικά κράτη, είναι νευρικοί θεατές.

Ο Νατζίμπ Μικάτι, ο πρωθυπουργός του Λιβάνου, ήταν ευθύς σχετικά με το ενδεχόμενο πολέμου στο Λίβανο: «Αυτές οι αποφάσεις δεν είναι στα χέρια μου», δήλωσε στο τοπικό τηλεοπτικό δίκτυο al-Jadeed.

Οι ηγέτες της Αιγύπτου και της Ιορδανίας φοβούνται ότι οι επιπτώσεις του πολέμου θα αποσταθεροποιήσουν τα δικά τους εύθραυστα καθεστώτα. Τα κράτη του Κόλπου έχουν άγχος να μην ανταγωνιστούν το Ιράν, ώστε οι αντιπρόσωποί του να μην επιτεθούν στο Ριάντ ή το Άμπου Ντάμπι.

Αυτή δεν είναι μια υπαρξιακή στιγμή μόνο για το Ισραήλ αλλά ορισμένοι Άραβες ηγέτες φοβούνται ότι μπορεί να είναι γι’ αυτούς.