Σε αξιολόγηση των ελληνικών συστημικών τραπεζών προχώρησε η Moody’s, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου. Τα βασικά σημεία που βλέπει η Moody’s στα πιστωτικά πλεονεκτήματα των τραπεζών είναι η σημαντική μείωση των προβληματικών δανείων της κάθε τράπεζας, η αύξηση των καταθέσεων των πελατών και η πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, αλλά και τα ισχυρότερα βασικά κέρδη και οι σχετικά χαμηλές προβλέψεις που στηρίζουν την τελική γραμμή κερδοφορίας των τραπεζών.

Από εκεί και πέρα, οι πιστωτικές προκλήσεις που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι εγχώριες συστημικές τράπεζες είναι: 1) ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλά επιτόκια, που πιθανόν να επιβαρύνουν την ποιότητα του ενεργητικού, 2) η κάλυψη των προβλέψεων για τα εναπομείναντα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και 3) το υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) υπονομεύει την ποιότητα της κεφαλαιακής βάσης.

Alpha Bank

Για την Alpha Bank, οι αξιολογήσεις καταθέσεων Ba2 είναι τοποθετημένες δύο βαθμίδες υψηλότερα από το b1 βασικό σενάριο του (BCA), όπως προτείνεται από την προηγμένη ανάλυση Loss Given Failure (LGF), λόγω των καταθέσεων πελατών της και του χρέους της που είναι αποδεκτό από την MREL.

Το νέο νομικό πλαίσιο της Alpha Βank ως τραπεζική οντότητα άρχισε να λειτουργεί τον Απρίλιο του 2021, μετά την απόσχιση των βασικών περιουσιακών στοιχείων της και του παθητικού της από την παλαιά οντότητα, η οποία μετονομάστηκε σε Alpha Services and Holdings (ASH, αξιολόγηση B1) και ενεργεί πλέον ως εταιρεία χαρτοφυλακίου της.

Μέσω του σχεδίου μετασχηματισμού της, η τράπεζα βελτίωσε σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της και την ικανότητα δημιουργίας κερδών. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) της Alpha Bank μειώθηκαν σε περίπου 7,6% των ακαθάριστων δανείων το Μάρτιο του 2023 από 12,2% το Μάρτιο του 2022, από το υψηλό του 42,5% τον Δεκέμβριο του 2020.

Η BCA της τράπεζας αντικατοπτρίζει επίσης την επαρκή κεφαλαιοποίησή της, με αναφερόμενο pro forma (fully loaded) δείκτη κεφαλαίου κατηγορίας 1 (CET1) 12,8% το Μάρτιο του 2023, σε σύγκριση με 10,9% το Μάρτιο του 2022. Μετά την εξυγίανση του δανειακού της χαρτοφυλακίου, η τράπεζα επικεντρώθηκε στη σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας της κατά τα επόμενα δύο έως τρία έτη.

Οι σταθερές προοπτικές για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις καταθέσεων της τράπεζας εξισορροπούν το βελτιωμένο πιστωτικό της προφίλ με τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά, όσον αφορά την περαιτέρω μείωση των προβληματικών δανείων της και την ενίσχυση της κάλυψης των προβλέψεών της.

Ο δείκτης BCA της τράπεζας είναι, επί του παρόντος, καλά τοποθετημένος σε b1 και η μεγαλύτερη ανοδική πίεση στην BCA της θα προέλθει από τα ισχυρότερα αποθέματα ενσώματων κεφαλαίων και το ιστορικό βελτίωσης των επαναλαμβανόμενων κερδών.

Τράπεζα Πειραιώς

Η αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς είναι στο «Ba3», ήτοι δύο βαθμίδες υψηλότερη από τη βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση (BCA) στο «b2», όπως προτείνεται από την προηγμένη αξιολόγηση ζημιών σε περίπτωση χρεοκοπίας (LGF). Αυτό οφείλεται κυρίως στο σύνολο των καταθέσεων της τράπεζας στην Ελλάδα και στις υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης μέσω των ομολόγων Tier 2 και AT1 που εκδόθηκαν από την τράπεζα.

Οι σταθερές προοπτικές αποτυπώνουν την άποψη της Moody’s ότι η βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση (BCA) της τράπεζας βρίσκεται σε ένα καλό επίπεδο, στο «b2», εξισορροπώντας τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού της και τη λειτουργική της κερδοφορία με σχετικά αδύναμους ακόμη δείκτες ενσώματων κεφαλαίων, προσαρμοσμένους από τη Moody’s, που επιβαρύνουν το πιστωτικό της προφίλ.

Παράλληλα, η βασική πιστοληπτική αξιολόγησης της τράπεζας λαμβάνει υπόψη τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της, με βάση τις διορθωτικές ενέργειες που έγιναν για τη μείωση του δείκτη NPE σε περίπου 6,6% τον Μάρτιο του 2023 από 12,7% τον Μάρτιο του 2022. Η Τράπεζα Πειραιώς κατάφερε επίσης να βελτιώσει σταδιακά την επαναλαμβανόμενη κερδοφορία της και να μειώσει σημαντικά τη βάση του κόστους.

Παρόλο που η τράπεζα δέχθηκε ένα σημαντικό κεφαλαιακό πλήγμα για να επιτύχει την εξυγίανση του ισολογισμού της, κατάφερε να αυξήσει σταδιακά τον δείκτη CET1 στο 12,2% τον Μάρτιο του 2023 από 9,8%, ένα χρόνο πριν. Ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει ένα υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), το οποίο περιορίζει το «μαξιλάρι απορρόφησης ζημιών» σε σχέση με τις υπόλοιπες τράπεζες. Περισσότερες ενέργειες στο σκέλος του de – risking (απομείωση κινδύνου) και της ενίσχυσης του ισολογισμού της, σύμφωνα με το business plan της τράπεζας για το 2025, θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω τη φερεγγυότητα και την αναπτυξιακή της δυναμική.

Eθνική Τράπεζα

Οι αξιολογήσεις καταθέσεων Ba2 της Εθνικής Τράπεζας είναι δύο βαθμίδες υψηλότερες από τις αξιολογήσεις b1 στο σενάρια της αξιολόγηση (BCA), όπως προτείνεται από την προηγμένη αξιολόγηση απώλειας σε περίπτωση αποτυχίας (LGF), κυρίως λόγω της δεξαμενής καταθέσεων πελατών και του εκδοθέντος χρέους, καθώς και των σχεδίων χρηματοδότησης.

Οι αξιολογήσεις δεν ενσωματώνουν καμία στήριξη από την κυβέρνηση της Ελλάδας, αντανακλώντας την περιορισμένη ικανότητα της κυβέρνησης να παράσχει τέτοια στήριξη. Ο δείκτης BCA της ΕΤΕ με b1 αντανακλά τα σημαντικά μειωμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν στο 5,2% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022 και τη σταδιακή βελτίωση της βασικής κερδοφορίας.

Η BCA λαμβάνει επίσης υπόψη τα «άνετα» εποπτικά κεφάλαια της ΕΤΕ με έναν δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 16,6% τον Δεκέμβριο του 2022. Παρ’ όλα αυτά, τα κεφάλαιά της ενσωματώνουν επίσης υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) που περιορίζουν το εμπράγματο απόθεμα απορρόφησης ζημιών της τράπεζας.

Μετά την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου των δανείων, η τράπεζα επικεντρώνεται επί του παρόντος στη βελτίωση της διαρθρωτικής βασικής κερδοφορίας της, με υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες, τα οποία θα επιτρέψουν στην τράπεζα να συνεχίσει τη διανομή μερίσματος, με την επιφύλαξη των εγκρίσεων των ρυθμιστικών αρχών.

Eurobank

H αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων της Eurobank είναι στο «Ba2», δηλαδή δύο βαθμίδες υψηλότερη από τις βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση στο «b1», όπως προτείνεται από την ανάλυση ζημιών σε περίπτωση χρεοκοπίας (LGF), η οποία λαμβάνει υπόψη τα σχέδια χρηματοδότησης της τράπεζας στο πλαίσιο των Ελάχιστων Απαιτήσεων για Ιδία Κεφάλαια και Επιλέξιμες Υποχρεώσεις (MREL) έως το τέλος του 2025. Με την ολοκλήρωση του πλάνου μετασχηματισμού της, η τράπεζα έχει βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού και τις προοπτικές για μια ισχυρότερη δημιουργία κερδοφορίας.

Η «BCA» της Eurobank λαμβάνει υπόψη τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν σημαντικά στο 5,1% επί τα ακαθάριστα δάνειά της το Μάρτιο του 2023, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, από 22,9 δισ. ευρώ το 2016. Το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας λαμβάνει υπόψη επίσης το pro – forma fully loaded δείκτη CET1 στο 15,5% περίπου το Μάρτιο του 2023, από 13,6% το Μάρτιο του 2022, ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει ένα υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), γεγονός που περιορίζει το «μαξιλάρι απορρόφησης ζημιών».

Οι αξιολογήσεις της τράπεζας λαμβάνουν επίσης υπόψη το επικαιροποιημένο business plan για το 2023 2025 που εστιάζει στην ενίσχυση της βασικής κερδοφορίας της, με στόχο την επίτευξη απόδοσης 13% επί της ενσώματης λογιστικής αξίας (RoTBV) το 2023 και 12% το 2025.

Το θετικό «outlook» αντανακλά την προσδοκία της Moody’s ότι η Eurobank θα συνεχίσει να βελτιώνει το πιστωτικό της προφίλ. Η τράπεζα είναι πιθανό να διατηρήσει μια «υγιή» κεφαλαιακή βάση και ρευστότητα και θα μειώσει περαιτέρω τα προβληματικά της δάνεια, αν και από χαμηλότερο επίπεδο, αξιοποιώντας το οικονομική και πιστωτική δυναμική, ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η οποία είναι πιθανό να επωφεληθεί σημαντικά από τα κεφάλαια του RRF. Αυτοί οι παράγοντες δύναται να λειτουργήσουν θετικά γύρω από το δείκτη «BCA» της τράπεζας, στηρίζοντας τις θετικές προοπτικές.

Πηγή: ΟΤ.GR