Όταν ξεσπά ένα κρούσμα οπαδικής βίας, όλοι σπεύδουν να την καταδικάσουν.

Όλοι έχουν κάτι να πουν, όλοι έχουν μια κουβέντα αποτροπιασμού, όλοι δηλώνουν έτοιμοι να βοηθήσουν.

Και μετά απλώς μετράμε τον χρόνο που θα περάσει μέχρι το επόμενο θύμα.

Και αυτό γιατί ποτέ δεν ασχολούμαστε με το ποιος ενθαρρύνει, καλλιεργεί και συντηρεί την οπαδική βία.

Ούτε με τους μηχανισμούς που την συγκαλύπτουν και επιτρέπουν μια διάχυτη αίσθηση ατιμωρησίας.

Για όλους αυτούς που τελικά λειτουργούν ως ηθικοί αυτουργοί. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη μεταφορά ή αναλογία.

Και αυτό απλώς συντηρεί τον φαύλο κύκλο της βίας.

Και τα σκέφτομαι όλα αυτά γιατί κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσουμε να τα βλέπουμε όλα αυτά ως αυτονόητα.

Δεν μπορεί για παράδειγμα να έχει μπει πρόεδρος ομάδας σε αγωνιστικό χώρο με πιστόλι στη μέση και ακόμη να μην έχει καν γίνει το δικαστήριο.

Δεν μπορεί για παράδειγμα ένα μέλος του ΔΣ μιας ΠΑΕ, όπως ο Γιώργος Σαββίδης, να ανεβάζει φωτογραφίες με μαχαίρια στο instagram, μαχαίρια σαν κι αυτά που χρησιμοποιούν οι χούλιγκαν ενάντια στους «εχθρούς» τους και αυτό να θεωρείται ως απλώς άλλη μια φωτογραφία ενός influencer.

Δεν μπορεί για παράδειγμα να στελεχώνονται οι υποδιευθύνσεις αθλητικής βίας από αστυνομικά όργανα που μετά φωτογραφίζονται ως οπαδοί, όπως έκανε μια αστυνομικός στη Θεσσαλονίκη την ώρα που ο γιος της εμπλέκεται σε σοβαρές υποθέσεις οπαδικής βίας.

Δεν μπορεί να προσπερνάμε γεγονότα όπως ο θάνατος ενός οπαδού δύο χρόνια πριν, πάλι στη Θεσσαλονίκη, όπου ανάμεσα σε αυτούς που καταδικάστηκαν για το επεισόδιο περιλαμβανόταν και άνθρωπος με σχέσεις με παράγοντες ομάδας, αλλά το γεγονός αντιμετωπίστηκε απλώς ως ένα «μεμονωμένο περιστατικό».

Όλα αυτά δεν είναι απλώς συμπτώσεις.

Όλα αυτά είναι συμπτώματα μιας πολύ προβληματικής κατάστασης.

Όλα αυτά δείχνουν πώς διαμορφώνεται ένα κλίμα που οι χουλιγκάνοι θα το δουν ως παρακίνηση, νομιμοποίηση και τελικά ασυλία.

Ένα κλίμα όπου η βία αντιμετωπίζεται ως θεμιτός τρόπος υποστήριξης της ομάδας, ως στοιχείο που κάνει την ομάδα «πιο δυνατή».

Ένα κλίμα όπου η έννοια του αθλητικού παράγοντα επεκτείνεται και σε αυτή του αρχηγού ορδών από τραμπούκους.

Ένα κλίμα στο οποίο όσοι δεν αντιδρούν τώρα, με έργα και όχι λόγια, θα είναι απλώς συνένοχοι στο επόμενο έγκλημα.