Έντονες αντιδράσεις συνεχίζει να προκαλεί η τροπολογία του υπουργείου Εργασίας, με την οποία προβλέπονται διευκολύνσεις για τους γονείς όταν τα παιδιά τους νοσούν από κοροναϊό και θεσπίζεται ειδική άδεια ασθενείας εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα λόγω νόσησης από COVID, σε πλαίσιο που να ευθυγραμμίζεται με τα νέα υγειονομικά πρωτόκολλα του ΕΟΔΥ, και ισχύει έως τις 15 Απριλίου 2022.

Οι αντιδράσεις, φυσικά, δεν αφορούν στις διευκολύνσεις προς τους εργαζόμενους, αλλά στο ύψος των αποδοχών τους, σε μία εποχή που οι επιπτώσεις της πανδημίας και η ακρίβεια έχουν «γονατίσει» τους πολίτες.

Συγκεκριμένα, όπως προβλέπει η τροπολογία, οι γονείς εργαζόμενοι, κατά τη διάρκεια της άδειας λαμβάνουν το 50% των αποδοχών τους, το οποίο κατά τις τρεις πρώτες ημέρες καταβάλλεται από τον εργοδότη και την τέταρτη ημέρα από τον ΕΦΚΑ.

Στα «κάγκελα» η αντιπολίτευση – ΣΥΡΙΖΑ: «Αδιανόητο»

«Πιστή στο αντεργατικό της μένος και εν μέσω έκρηξης ακρίβειας, με διάταξη του κ. Χατζηδάκη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη τιμωρεί με μείωση μισθού 50% όσους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα πάρουν άδεια γιατί νοσεί το παιδί τους», τόνισε σε τηλεοπτική δήλωσή του ο εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Νάσος Ηλιόπουλος.

«Τους τιμωρεί δηλαδή γιατί το παιδί τους κόλλησε, επειδή ο κ. Μητσοτάκης άνοιξε τα σχολεία όπως τα έκλεισε» προσέθεσε, επισημαίνοντας ότι «από την πρώτη μέρα λειτουργίας των σχολείων ζητάμε το αυτονόητο: άδειες ειδικού για τους εργαζόμενους γονείς, που τα παιδιά τους νοσούν από Covid».

«Με καθυστέρηση μιας εβδομάδας, μετά από 40.000 κρούσματα σε μαθητές και μαθήτριες, η κυβέρνηση κάνει το αδιανόητο», ανέφερε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «στέλνει μήνυμα στους εργαζόμενους γονείς να πάνε στις δουλειές τους, ακόμα και αν νοσεί το παιδί τους, και ας υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω ακραίας διασποράς στους χώρους εργασίας».

«Ο όρος ‘εγκληματική’ περιγράφει απόλυτα τη διαχείριση της πανδημίας από τον κ. Μητσοτάκη», κατέληξε χαρακτηριστικά ο Νάσος Ηλιόπουλος.

ΚΙΝΑΛ: «Κόβουν μισθούς λόγω πανδημίας»

Και ο τομέας Εργασίας του ΚΙΝΑΛ υποστηρίζει, με ανακοίνωσή του, πως «αντί να στηρίξει τις οικογένειες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η κυβέρνηση κάνει ακριβώς το αντίθετο».

«Σε τροπολογία του υπουργείου Εργασίας», αναφέρει, «προβλέπεται ότι ‘οι εργαζόμενοι γονείς λαμβάνουν, κατά τη διάρκεια της ανωτέρω ειδικής άδειας, το 50% των αποδοχών τους, το οποίο κατά τις τρεις πρώτες ημέρες καταβάλλεται από τον εργοδότη και την 4η ημέρα από τον e-ΕΦΚΑ’».

Και σχολιάζει πως, «ενώ προηγουμένως ο γονιός εργαζόμενος, που έμενε σπίτι για να φροντίσει το παιδί του, λάμβανε πλήρεις αποδοχές, τώρα θα χάσει τις μισές αποδοχές τεσσάρων ημερών, δηλαδή δύο ημερομίσθια. Η πέμπτη ημέρα απουσίας (αν χρειαστεί) θα χρεώνεται ως άδεια, που θα αφαιρείται από τις συνολικές ημέρες άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος. Είναι εντυπωσιακό ότι δεν προβλέπεται ασφάλιση για τις τέσσερις πρώτες μέρες απουσίας, άρα το κράτος θα καλύπτει μισό ημερομίσθιο της πενθήμερης άδειας».

Ο τομέας Εργασίας του ΚΙΝΑΛ τονίζει πως, με τη ρύθμιση αυτή «δημιουργείται ένα πρωτοφανές αντικίνητρο στον γονιό να φροντίσει το παιδί του που νοσεί. Το οικογενειακό εισόδημα αιμορραγεί, η υγεία γονιών και παιδιών μπαίνει σε δεύτερη μοίρα».

Η Χαριλάου Τρικούπη καλεί την κυβέρνηση να εγκαταλείψει «τις πρόβες μείωσης» των αποδοχών των εργαζομένων σε περίπτωση ασθένειας και να προβλέψει την συμμετοχή του ασφαλιστικών ταμείων στη διασφάλιση του εργατικού εισοδήματος και στις περιπτώσεις covid-19.

ΚΚΕ: «Κατάπτυστη τροπολογία»

Για «πρόκληση και αθλιότητα» κατηγορεί την κυβέρνηση το ΚΚΕ, σχετικά με την τροπολογία «που προβλέπει τηλεργασία ακόμα και για τους ασθενείς covid, καθώς και μείωση ημερομισθίου ως 50% στην κουτσουρεμένη ειδική άδεια των γονιών που τα παιδιά τους νοσούν».

Ο Περισσός σημειώνει, μάλιστα, πως «αποτελεί και κυβερνητική ομολογία, ότι τα σχολεία ‘βράζουν’ από κρούσματα, ως συνέπεια και των απαράδεκτων πρωτοκόλλων του 50%+1».

Και επισημαίνει: « Αντί να εξασφαλίζεται ικανός χρόνος για ανάρρωση στον κάθε εργαζόμενο, αντί τα υγειονομικά πρωτόκολλα να έχουν στο επίκεντρο την προστασία της υγείας, η κυβέρνηση αφού πρώτα μείωσε την περίοδο της καραντίνας στις 5 μέρες προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων, τώρα νομιμοποιεί την εξ αποστάσεως εργασία των νοσούντων, κλείνοντας το μάτι στις επιχειρήσεις, να τους απασχολούν ακόμη και όταν νοσούν».

ΤΟ ΚΚΕ ζητά να απαγορευτεί η εργασία σε όσους νοσούν και να εξασφαλιστεί άδεια ειδικού σκοπού, χωρίς καμία επιβάρυνση των εργαζομένων.

Τι απαντά το υπουργείο Εργασίας

Για «προσπάθεια διαστρέβλωσης από ορισμένες πλευρές» της νέας νομοθετικής ρύθμισης σχετικά με τις άδειες νόσησης λόγω Covid-19, κάνει λόγο το υπουργείο Εργασίας, απαντώντας με σχετική ανακοίνωση στον ΣΥΡΙΖΑ.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Το καθεστώς αποζημίωσης που προβλέπεται και στις δύο περιπτώσεις είναι το καθεστώς αποζημίωσης των εργαζομένων για άδειες ασθενείας, το οποίο ισχύει εδώ και δεκαετίες. Και τότε που ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος σήμερα διαμαρτύρεται».

«Τσακίζει» τα νοικοκυριά η ενεργειακή ακρίβεια – Αποκαλυπτική έρευνα

Στις ακριβότερες πόλεις της Ευρώπης ως προς τις τιμές λιανικής της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου έχει αναρριχηθεί η Αθήνα, σύμφωνα με το μηνιαίο Δείκτη των Τιμών Ενέργειας Οικιακής Χρήσης (Household Energy Prices – HEPI).

Σύμφωνα με τον HEPI, που αφορά στον Δεκέμβριο του 2021, τα νοικοκυριά της Αθήνας έχουν φτάσει να ανταγωνίζονται, ως προς το υψηλό κόστος ενέργειας, οικιακούς καταναλωτές άλλων πέντε ευρωπαϊκών πόλεων, στις οποίες τα εισοδήματα είναι βέβαια πολύ υψηλότερα.

Συγκεκριμένα, οι μελετητές κατέγραψαν ως ακριβότερη πόλη ανάμεσα σε 33 της Ευρώπης, την Κοπεγχάγη της Δανίας, όπου η κιλοβατώρα κοστίζει σχεδόν 0,40 ευρώ. Ακολουθούν το Λονδίνο με 0,396 ευρώ, οι Βρυξέλλες με λίγο πάνω από 0,37 ευρώ, το Βερολίνο με 0,362 ευρώ, έπεται το Άμστερνταμ με σχεδόν 0,343 ευρώ και η πρώτη πανάκριβη εξάδα κλείνει με την πρωτεύουσα της Ελλάδας, την Αθήνα, όπου τα νοικοκυριά της πλήρωσαν τον Δεκέμβριο με 0,315 ευρώ την κιλοβατώρα.

Στις τιμές αυτές συμπεριλαμβάνονται και οι φόροι, ενώ η μέση τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για οικιακή χρήση στην Ε.Ε. των 27 ήταν σχεδόν στα 0,24 ευρώ ανά κιλοβατώρα και στις 33 πόλεις της Ευρώπης περίπου στα 0,23 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης, η τιμή της κιλοβατώρας που πρόσφεραν οι πάροχοι ενέργειας στην Ελλάδα ήταν κοντά στα 0,07 ευρώ, μαζί με τις εκπτώσεις συνέπειας. Άρα, σε ένα διάστημα έξι μηνών, οι τιμές ρεύματος στην Αθήνα έχουν εκτοξευτεί κατά περίπου 350% (ευρώ ανά κιλοβατώρα).

Πρωταθλητές στις αυξήσεις οι Αθηναίοι

Η έρευνα καταγράφει επίσης στην Αθήνα την υψηλότερη αύξηση της κιλοβατώρας έναντι του Νοεμβρίου, αλλά και σε σχέση με τις υπόλοιπες 32 πόλεις της Ευρώπης. Οι οικιακοί καταναλωτές είδαν σε ένα μήνα τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας να ανεβαίνουν κατά 22%.

Υψηλές ανατιμήσεις στο ρεύμα για το ίδιο διάστημα γνώρισαν και οι κάτοικοι της Στοκχόλμης (17%), της Βαρσοβίας (12%), του Άμστερνταμ (11%), της Λευκωσίας (8%), της Μαδρίτης (7%) κ.ο.κ.

Η Αθήνα φιγουράρει… στο top 10 των ακριβότερων πόλεων, ανάμεσα σε 28 της Ευρώπης, και στο φυσικό αέριο.

Είναι στην 7η υψηλότερη θέση, με τους οικιακούς καταναλωτές να πληρώνουν το φυσικό αέριο προς 0,12 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

Το Δεκέμβριο, οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν την υψηλότερη αύξηση της τιμής συγκριτικά με το Νοέμβριο και έναντι των υπολοίπων νοικοκυριών των 27 κρατών που μετρά ο HEPI. Οι ανατιμήσεις ήταν της τάξης του 16%.

ΙΝΕ/ΓΣΕΕ: Απώλεια αγοραστικής δύναμης και μείωση αποδοχών

Στο νέο δελτίο οικονομικών εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), που εξετάζει την ακρίβεια, την αγοραστική δύναμη και την αγορά εργασίας, υπογραμμίζεται ότι οι εργαζόμενοι της χώρας βρίσκονται εδώ και πάνω από μια δεκαετία αντιμέτωποι με τρεις διαδοχικές κρίσεις – κρίση χρέους, πανδημική κρίση, κρίση ακρίβειας – οι οποίες έχουν συμπιέσει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και έχουν υποβαθμίσει την ποιότητα της εργασίας και το βιοτικό τους επίπεδο.

Στην τρέχουσα περίοδο, άλλωστε, δοκιμάζονται από το νέο κύμα της πανδημίας, που έχει προκαλέσει η παραλλαγή Όμικρον του κοροναϊού, αλλά και από τις επιπτώσεις της ακρίβειας.

«Τοξικό κοκτέιλ»

Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ προσθέτει, μάλιστα, ότι αν και ο χρονικός ορίζοντας των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης στην οικονομία και στην αγορά εργασίας παραμένει ακόμη αβέβαιος, το σίγουρο είναι ότι οι επιπτώσεις αυτές, συνδυαστικά με το κύμα ανατιμήσεων στην αγορά, λειτουργούν σωρευτικά και σε συνέχεια εκείνων της κρίσης χρέους και της «μεγάλης ύφεσης», δημιουργώντας έτσι ένα «τοξικό κοκτέιλ», του οποίου το κύριο συστατικό είναι η αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή της ευημερίας.

Ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας και η υποβάθμιση της ποιότητας της εργασίας στην Ελλάδα έχουν πάρει πλέον επικίνδυνες διαστάσεις για την κοινωνική συνοχή, αναφέρεται, ως συνέπειες της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης και των λανθασμένων επιλογών οικονομικής πολιτικής μετά το 2010.

Η αντιστροφή της σημερινής κατάστασης στην αγορά εργασίας, μέσω παρεμβάσεων που θα στοχεύουν στην ενίσχυση του εισοδήματος των νοικοκυριών, στην αύξηση του όγκου και της ποιότητας της απασχόλησης και στη μείωση των ανισοτήτων, δεν αποτελεί μόνο μια επιλογή ενίσχυσης της κοινωνικής σταθερότητας, αλλά και μείζονα προϋπόθεση οικονομικής σταθερότητας και διατηρήσιμης ευημερίας, υπογραμμίζει το Ινστιτούτο.

Απώλεια αγοραστικής δύναμης

Η απώλεια αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, λόγω του κύματος ακρίβειας, συνεχίστηκε και το Δεκέμβριο του 2021.

Συγκεκριμένα, η απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού έφτασε το 10,4%, ενώ του μέσου μισθού των εργαζομένων μερικής απασχόλησης άγγιξε το 13,7%.

Τον ίδιο μήνα, το μέσο μηνιαίο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα απώλεσε περίπου το 7% της αγοραστικής του δύναμης σε ετήσια βάση.

Μείωση αποδοχών

Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση του Ινστιτούτου, το 2020, οι ετήσιες καθαρές αποδοχές ενός νοικοκυριού με δύο ενήλικες και δύο παιδιά μειώθηκαν σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) έναντι του 2019. Επίσης, στην Ελλάδα, οι αποδοχές αυτές αντιστοιχούσαν το 2020 στο 74,3% του μέσου όρου της Ευρωζώνης.

Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρει, εξίσου μεγάλη είναι η απόκλιση του ποσοστού απασχόλησης έναντι των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Το γ’ τρίμηνο του 2021, η Ελλάδα κατέγραψε τη δεύτερη χειρότερη επίδοση, με την απόκλιση μεταξύ του μέσου όρου της Ευρωζώνης και της Ελλάδας να είναι ίση με 8,8 ποσοστιαίες μονάδες. Επιπλέον, στην Ελλάδα, το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών το γ’ τρίμηνο του 2021 ήταν πολύ χαμηλότερο από αυτό των ανδρών.

Στο ίδιο διάστημα, η Ελλάδα κατέγραψε τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ευρωζώνη όσον αφορά τη μετάβαση από την ανεργία στην απασχόληση και το υψηλότερο ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας (67,1%).

Επίσης, μεγάλη είναι η μισθολογική ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Τον Δεκέμβριο του 2020, μεγαλύτερος αριθμός γυναικών απασχολήθηκε σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας.

Ενδεικτικά, στα χαμηλότερα από τον κατώτατο μισθό μισθολογικά κλιμάκια απασχολούνταν κατά μέσο όρο 11% περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες, ενώ στα υψηλότερα από τον κατώτατο μισθό μισθολογικά κλιμάκια απασχολούνταν κατά μέσο όρο 43% περισσότεροι άνδρες από ό,τι γυναίκες.

Μισθός αξιοπρεπούς διαβίωσης

Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ τονίζει επίσης ότι σε προηγούμενη έκθεση είχε υπογραμμίσει το χάσμα μεταξύ του ύψους του σημερινού κατώτατου μισθού και του μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης (60% του διάμεσου εισοδήματος), το οποίο επιδεινώνεται περαιτέρω από τις συνέπειες της ακρίβειας σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.

Τα προβλήματα αξιοπρεπούς διαβίωσης, υλικής αποστέρησης και κινδύνου φτώχειας που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στη χώρα μας, θα γίνουν καλύτερα αντιληπτά εφόσον συγκρίνουμε τον μισθό αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όρους αγοραστικής δύναμης, με το αντίστοιχο μέγεθος των χωρών μελών της ΕΕ.

Πιο συγκεκριμένα, το 2020 ο μισθός αξιοπρεπούς διαβίωσης της Ελλάδας είχε την πέμπτη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην ΕΕ, η οποία ήταν σχεδόν ίση με της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας. Παράλληλα, η αγοραστική δύναμη του μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης στη Βόρεια και τη Δυτική Ευρώπη ήταν υπερδιπλάσια της ελληνικής.