Τον χειμώνα του 1827 ο Αλέξανδρος Νέγρης, αξιωματικός στην Επανάσταση του 1821, ανιψιός του Δημητρίου Υψηλάντη, φθάνει στη Βοστώνη. Το 1828 άρχισε να διδάσκει τη νέα ελληνική γλώσσα στο Χάρβαρντ. Την ίδια χρονιά εξέδωσε στη Βοστώνη την Grammar of the Modern Greek Language (Συνοπτική της απλοελληνικής διαλέκτου γραμματική). Η γραμματική είναι γραμμένη στην ελληνική, εκτός από τον πρόλογό της, που παρατίθεται και σε αγγλική μετάφραση. Είναι ιδιαίτερα φιλόδοξα και έχουν ιδιαίτερη πολιτισμική ιστορική σημασία αυτά που λέει στο τέλος του εισαγωγικού σημειώματος: «Παρηγορία μου μεγίστη είναι εις τας πολλάς μου δυστυχίας, μεμονωμένος, εστερημένος πατρίδος, συγγενών και φίλων το να εξεύρω την σπουδήν της γλώσσης μου, εις την οποίαν εγεννήθησαν αι τέχναι και αι επιστήμαι, καλλιεργουμένην εις ένα νέον ημισφαίριον. Και όλη μου κατά το παρόν η φιλοδοξία περιορίζεται εις το να εμπορώ να ειπώ ότι πρώτος εις τους φιλομαθείς και φιλοκάλους ενέπνευσα Αμερικανούς την επιθυμίαν τού να σπουδάζωσι την καθομιλουμένην». Το 1829 ο Νέγρης μετακόμισε για λίγο στο Κονέκτικατ και αργότερα την ίδια χρονιά έφυγε για το Αμστερνταμ και μετά για το Εδιμβούργο.

Εναν χρόνο πριν, το 1828, είχε φθάσει στη Βοστώνη ο Ευαγγελινός Αποστολίδης Σοφοκλής, που έμελλε να εξελιχθεί σε έναν από τους πιο σημαντικούς μελετητές της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας τον 19ο αιώνα. Ο Σοφοκλής είχε γεννηθεί στις Τσαγκαράδες του Πηλίου. Σπούδασε στην περίφημη σχολή των Μηλεών του Πηλίου με τον Ανθιμο Γαζή και τον Γρηγόριο Κωνσταντά. Μετά πήγε στο Κάιρο και κατόπιν στη Σύρο, πριν φύγει για την Αμερική. Στο Χάρβαρντ ο Σοφοκλής άρχισε να διδάσκει το 1842, ύστερα από κάποια χρόνια διδασκαλίας στο Γέιλ. Το ίδιο έτος δημοσίευσε μια γραμματική της νέας ελληνικής (Romaic Grammar), πιο συστηματική βέβαια από εκείνη του Νέγρη, που, παρά τον πατριωτικό ενθουσιασμό του, δεν διέθετε ασφαλώς τα ερευνητικά εφόδια του Σοφοκλή, του «πρώτου νεοελληνιστή», σύμφωνα με τον ολλανδό νεοελληνιστή Dirk Hesseling. Αλλά ο Σοφοκλής, καθώς προσεγγίζει το θέμα του από τη σκοπιά κυρίως ενός αρχαιοελληνιστή, φαίνεται να διακατέχεται από σχετικές ιδεολογικές προκαταλήψεις και να θεωρεί τη νεότερη ελληνική (τις γραπτές απαρχές της οποίας τοποθετεί, κατά βάσιν ορθά, στον 12ο αιώνα, στα «Πτωχοπροδορμικά» ποιήματα) σαν «εκβαρβαρισμένη» μετεξέλιξη των αρχαίων ελληνικών. Καθηγητής στο Χάρβαρντ ο Σοφοκλής, ο οποίος ήξερε επίσης καλά αραβικά και εβραϊκά, έγινε το 1860. Το opus magnum του είναι το Greek Lexicon of the Roman and Byzantine periods, from B.C. 146 to A.D. 1100, το οποίο συνεχίζει και σήμερα να αποτελεί σημαντικό έργο αναφοράς. Με τη διαθήκη του η αξιόλογη βιβλιοθήκη του Σοφοκλή δωρήθηκε στο Χάρβαρντ και ιδρύθηκε κληροδότημα στο Πανεπιστήμιο στο οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η συγκρότηση στο Χάρβαρντ της συλλογής βιβλίων για τον νεότερο Ελληνισμό, της μεγαλύτερης του είδους εκτός Ελλάδας, που σήμερα αριθμεί περισσότερους από 300.000 τόμους.

Ο EDWARD EVERETT

Ηταν, ωστόσο, ένας ενθουσιώδης αμερικανός θαυμαστής του ελληνικού πολιτισμού, ο Edward Everett, καθηγητής και μετέπειτα πρόεδρος του Χάρβαρντ (1846-1848), που είχε εν πολλοίς προετοιμάσει το έδαφος για την προώθηση του νεότερου ελληνικού πολιτισμού και ιστορίας στο συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο. Σε άρθρο του «για την γλώσσα και την λογοτεχνία της νεότερης Ελλάδας» το 1813, ο Everett αναφέρεται σε μια (μικρή ακόμη) συλλογή βιβλίων για τη νεότερη Ελλάδα στη Βοστώνη γενικότερα, αλλά και στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου ειδικότερα. Παρά τον περιορισμένο αριθμό των σχετικών τόμων που απαριθμεί ο Everett, είναι εμφανές ότι υπήρχε ήδη από τότε -προφανώς και νωρίτερα – ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τη γραμματολογική παραγωγή της νεότερης Ελλάδας στο εν λόγω Πανεπιστήμιο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο αυθεντικός και ενθουσιώδης φιλέλληνας Everett στο άρθρο του εκείνο υπερασπιζόταν την αδιάκοπη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, επισημαίνοντας ότι, παρά τις «παραφθορές» των σύγχρονων ελληνικών (ας μην ξεχνάμε ότι ο ίδιος ήταν αρχαιοελληνιστής), η ελληνική γλώσσα δεν έχει αλλάξει από την αρχαιότητα περισσότερο απ’ ό,τι τα αγγλικά ή τα γαλλικά στο διάστημα ελάχιστων αιώνων. Ομολογεί ότι δεν έχει ικανή εικόνα της πνευματικής δραστηριότητας των σύγχρονων Ελλήνων, αλλά προσπαθεί να την αναδείξει, αντιπαραθέτοντάς τη στις δυσμενέστατες, «βάρβαρες» συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν, όπως επισημαίνει, κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Αναφέρεται, για παράδειγμα, στον Ρήγα Φεραίο, τον Αδαμάντιο Κοραή, τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, τον Αθανάσιο Ψαλίδα. Ουσιαστικά, το άρθρο του εκείνο του Everett το 1813 αποτελούσε ένα είδος πολιτικού μανιφέστου υπέρ της ανάγκης στήριξης των Ελλήνων στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν το δικαίωμα πολιτικής αυτοδιάθεσης και ελεύθερης πνευματικής παραγωγής.

Ακόμη πιο διαπρύσιος φιλέλληνας φανερώνεται ο Everett σε άλλο του άρθρο το 1823. Αφορμή για το κείμενό του εκείνο ήταν η έκδοση των Ηθικών Νικομαχείων από τον Αδαμάντιο Κοραή, τον οποίο ο Everett θαύμαζε ιδιαιτέρως. Στο ίδιο άρθρο ο αμερικανός φιλέλληνας παραθέτει αγγλική μετάφραση δύο σημαντικών πολιτικών κειμένων των επαναστατημένων Ελλήνων: του Συντάγματος της Επιδαύρου αλλά και μιας επίσημης έκκλησης «της Μεσσηνιακής Συγκλήτου της εν Καλαμάτα», υπό την προεδρία του Πέτρου Μαυρομιχάλη, προς τους Αμερικανούς να συνδράμουν τους Ελληνες στην επανάστασή τους εναντίον των Τούρκων (25 Μαΐου 1821), συνοδευμένης από μία επιστολή προς τον Everett, την οποία υπογράφουν τέσσερις Ελληνες, ανάμεσά τους και ο Κοραής, με τόπο αποστολής το Παρίσι και ημερομηνία την 27η Ιουλίου του 1821. Αξίζει να αναφέρω εδώ το ακόλουθο σύντομο απόσπασμα από την επιστολή εκείνη: «Ω πόσον ένδοξον θέλει είσθαι εις την πατρίδα σου να συνδράμη εις ελευθέρωσιν των Ελλήνων, εν ω αι άλλαι δυνάμεις μένουν αναίσθητοι εις την φωνήν της δικαιοσύνης, της θρησκείας και φιλανθρωπίας!… Είθε, ω σοφέ άνερ, ν’ αξιωθή η Ελλάς να σε απολαύση πάλιν όχι δακρύοντα από λύπην διά την πτώσιν της, αλλά φαιδρόν και περιχαρή διά την ανάστασιν αυτής και ευδαιμονίαν».

Ο Everett διατηρούσε αξιόλογη αλληλογραφία με τον Κοραή. Σημαντικό μέρος της αλληλογραφίας του φυλάσσεται στην Ιστορική Εταιρεία της Μασαχουσέτης. Σε μεταγενέστερο κείμενό του αφιερώνει κάποιες σελίδες στην προσωπικότητα του Κοραή, του οποίου εκθειάζει το επιστημονικό εύρος και την γλωσσομάθεια, αλλά και την πατριωτική του προσήλωση στον αγώνα των Ελλήνων κατά των Τούρκων. Ο Everett επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1819 και περιγράφει τις εντυπώσεις του και εμπειρίες σε άλλο του έργο. Είναι πράγματι πολύ αξιόλογη η ανιδιοτελής και ένθερμη προώθηση των ελληνικών θεμάτων από τον Everett, ήδη από το άρθρο του του 1813 μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα δημοσιεύματά του για το ελληνικό ζήτημα και την Επανάσταση του 1821 είχαν μεγάλη σχετικά απήχηση στο κοινό της Αμερικής και μαρτυρούν το ευρύτερο ενδιαφέρον των αμερικανών διανοουμένων της εποχής εκείνης για τα ευρωπαϊκά πολιτικά τεκταινόμενα. Αλλωστε, αργότερα ο Everett θα ακολουθήσει λαμπρή πολιτική καριέρα ως μέλος του αμερικανικού Κογκρέσου, κυβερνήτης της Μασαχουσέτης και υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής.

Αξίζει να αναφερθεί εδώ και ένας άλλος σπουδαίος αμερικανός φιλέλληνας που είχε κάποια σχέση με το Χάρβαρντ, ο Samuel Gridley Howe. Το 1824 ο Howe, γιατρός και απόφοιτος του Χάρβαρντ, πηγαίνει στο Μεσολόγγι. Στην Ελλάδα μένει παρέχοντας τις υπηρεσίες του ως γιατρός μέχρι το 1827, οπότε επιστρέφει στην Αμερική, όπου συντονίζει τη συγκέντρωση δωρεών για τους επαναστατημένους Ελληνες. Το 1828 δημοσίευσε μια ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, Historical Sketch of the Greek Revolution.

Στο άρθρο αυτό αρκέστηκα σε σύντομες, αλλά ενδεικτικές, αναφορές στον αμερικανικό φιλελληνισμό κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης, καθώς το θέμα αυτό αποτελεί αντικείμενο συστηματικής σχετικής μελέτης που ετοιμάζω.

Ο Π. Ροϊλός είναι καθηγητής Ελληνικών Σπουδών, κάτοχος της Εδρας Γ. Σεφέρη, Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, επιστημονικός εταίρος στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων Weatherhead