Έχουν περάσει μόλις τριάντα χρόνια από τη στιγμή που φάνηκε ότι με την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ο καπιταλισμός αναδεικνυόταν σε ένα ιδιαίτερα ισχυρό κοινωνικό και οικονομικό σύστημα. Ακόμη και οι χώρες που διατήρησαν αναφορά σε έναν «σοσιαλιστικό χαρακτήρα» θα κάνουν τεράστια ανοίγματα στην οικονομία της αγοράς και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυτή της Κίνας, θα γίνουν πρωτοπόρες σε έναν ιδιαίτερα επιθετικό καπιταλισμό.

Βεβαίως η κρίση του 2008 θα κλονίσει την αυταρέσκεια των παγκόσμιων ελίτ, ιδίως από τη στιγμή που διαψευδόταν η πεποίθηση ότι η νεοφιλελεύθερη «απορρύθμιση» αποτελούσε και την εγγύηση εναντίον των οικονομικών κρίσεων. Όμως, παρά την ανάπτυξη ριζοσπαστικών κοινωνικών κινητοποιήσεων και μεγάλων κινημάτων δεν θα υπάρξει κάποια συνολική αμφισβήτηση.

Τώρα πια όμως αυτή η αλαζονική σχεδόν προβολή ενός αδιάλειπτου και ανέφελου καπιταλιστικού μέλλοντος δείχνει να έχει επίσης φτάσει σε ένα τέλος και να προκύπτει το διπλό ερώτημα το μέλλον του καπιταλισμού αλλά και για το εάν ο καπιταλισμός μπορεί να προσφέρει μέλλον

Η κλιματική καταστροφή είναι εδώ

Λίγα πράγματα συνιστούν μια καθολική αποτυχία των παγκόσμιων ελίτ περισσότερο από την κλιματική αλλαγή. Δεν είναι απλώς η απόλυτη βεβαιότητα για τον ανθρωπογενή χαρακτήρα της κλιματικής αλλαγής αλλά και διαπίστωση ότι οι επιπτώσεις είναι ήδη εδώ: από τις πυρκαγιές στην Αυστραλία μέχρι την ήδη διαπιστούμενη αύξηση της μέση θερμοκρασίας το φαινόμενο όχι μόνο είναι σε εξέλιξη αλλά και μέχρι τώρα έχουν αποτύχει να έχουν αποτέλεσμα οι όποιες δεσμεύσεις για να ανακοπή του.

Ακόμη χειρότερα, δεν φαίνεται να μειώνονται οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, κάτι που σημαίνει ότι χρειαζόμαστε όλο και μεγαλύτερες μειώσεις για να πετύχουμε το στόχο. Και βέβαια δεν αρκεί απλώς να σταματήσουμε να εκπέμπουμε επιπλέον ρύπους που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου (αντί να τους αυξάνουμε) πρέπει και να τους μειώσουμε, κάτι που απαιτεί μια τεράστια κινητοποίηση πόρων για να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε την αφαίρεση διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα.

Η λογική που έλεγε ότι η προστασία του περιβάλλοντος θα μπορούσε να γίνει ένα πεδίο επένδυσης που θα οδηγούσε και σε βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών αποδείχτηκε αλυσιτελής. Έχουμε πολλούς «πράσινους καπιταλιστές», δηλ. επιχειρήσεις που επενδύουν σε αυτό τον τομέα, όμως ο ίδιος ο καπιταλισμός δείχνει να μην μπορεί να γίνει «πράσινος».

Καθόλου τυχαία ότι ακόμη και ένα φόρουμ των παγκόσμιων ελίτ όπως αυτό του Νταβός αναγκάστηκε να καλέσει την Γκρέτα Τούνμπεργκ που τη σειρά της φρόντισε να πει με τρόπο απλό και καταλυτικό πόσο οριακή είναι η κατάσταση όπου «καίγονται τα σπίτια μας».

Απέναντι σε αυτό ο τρόπος που ο Ντόναλντ Τραμπ, ο πρόεδρος που έβγαλε τις ΗΠΑ από τη συνθήκη για το κλίμα, χαρακτήρισε φωνές όπως της Τούνμπεργκ «προφήτες της καταστροφής» απλώς οφείλει να αυξήσει την ανησυχία μας.

Το χάσμα της ανισότητας βαθαίνει

Τίποτα δεν αποδεικνύει, επίσης, την απόσταση διακηρύξεων και πραγματική κατάστασης του πλανήτη από την διαπίστωση του πόσο άνισος είναι.

Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Oxfam στις παραμονές του Φόρουμ στο Νταβός είναι συγκλονιστικά: το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει στην κατοχή του δυο φορές περισσότερο πλούτο από ό,τι 6,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Οι 2153 δισεκατομμυριούχοι του πλανήτη έχουν περισσότερο πλούτο από τα 4,6 δισεκατομμύρια ανθρώπους που αποτελούν το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι 22 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο έχουν στην κατοχή τους περισσότερο πλούτο από όλες τις γυναίκες της Αφρικής. Οι γυναίκες και οι νεαρές κοπέλες συνεισφέρουν κάθε χρόνο 12,5 δισεκατομμύρια απλήρωτης εργασίας φροντίδας κάθε μέρα, μια συνεισφορά στην παγκόσμια οικονομίας που αναλογεί σε 10,8 τρισεκατομμύρια δολάρια ή τρεις φορές το μέγεθος της παγκόσμιας τεχνολογικής βιομηχανίας. Εάν το πιο πλούσιο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού συνείσφερε απλώς με 0,5% επιπλέον φόρο στον πλούτο του για τα επόμενα δέκα χρόνια, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν 117 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε τομείς όπως η φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων, η εκπαίδευση και η υγεία.

Η πλειοψηφία εκτιμά ότι ο καπιταλισμός κάνει περισσότερο κακό παρά καλό

Μια πρόσφατη παγκόσμια έρευνα έδειξε ότι η εμπιστοσύνη στον καπιταλισμό μάλλον υποχωρεί. Το 56% υποστήριξε ότι ο καπιταλισμός όπως λειτουργεί σήμερα κάνει περισσότερο κακό παρά καλό στον κόσμο. Το 83% των εργαζομένων ανησυχεί μήπως χάσει την εργασία του. Η πλειοψηφία είναι απαισιόδοξη ως προς τις οικονομικές προοπτικές και στις περισσότερες χώρες κυριαρχεί η ανησυχία στους ανθρώπους ότι θα χάσουν το σεβασμό και την αξιοπρέπεια που μπορεί κάποτε να απολάμβαναν. Το 74% έχει ένα αίσθημα αδικίας. Το 73% δηλώνει την επιθυμία για αλλαγή. Το 48% δηλώνει ότι το σύστημα τον προδίδει. Το 57% πιστεύει ότι τα ΜΜΕ διακινούν και μη έγκυρες πληροφορίες και το 76% ανησυχεί ότι η παραπληροφόρηση μπορεί να λειτουργήσει ως όπλο. Το 66% δεν έχει εμπιστοσύνη ότι οι σημερινοί ηγέτες θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα προβλήματα της εποχής.

Όλοι αυτοί προφανώς δεν θα ένιωσαν και μεγάλη αισιοδοξία εάν διάβαζαν τις διαπιστώσεις της νέας επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα που προειδοποίησε ότι η δεκαετία του 2020 θα μπορούσε να θυμίσει τη δεκαετία του 1920 που οδήγησε στη μεγάλη κρίση του 1929.

Μπορεί να υπάρξει ένας διαφορετικός καπιταλισμός;

Εμπνευστής του Φόρουμ στο Νταβός είναι ο οικονομολόγος Κλάους Σουάμπ. Με μεγάλη ακαδημαϊκή εμπειρία, πέρασμα από τις διοικήσεις μεγάλων εταιρειών και πρώην μέλος της διοικούσας επιτροπής τα διαβόητης «Λέσχης Μπίλντερμπεργκ», ο Σουάμπ οραματίστηκε το Φόρουμ ως το πεδίο συνάντησης των παγκόσμιων ελίτ.

Ο Σουάμπ πιστεύει ότι χρειαζόμαστε έναν διαφορετικό καπιταλισμό. Ο «καπιταλισμός των μετόχων» (shareholder capitalism), που κυρίως προκρίνει τη μεγιστοποίηση των κερδών φαντάζει στα μάτια του ανεπαρκής, ενώ δεν συμπαθεί και ιδιαίτερα τον «κρατικό καπιταλισμό» που προωθούν κυβερνήσεις όπως η κινεζική. Η δική του πρόταση είναι ένας «καπιταλισμός των ενδιαφερομένων μερών» (stakeholder capitalism) που αντιμετωπίζει τις μεγάλες επιχειρήσεις ως εγγυητές της κοινωνίας που δεν επιδιώκουν μόνο το κέρδος, αλλά και την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της ανθρωπότητας. Για τον Σουάμπ αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν τους πελάτες με αξιοπρέπεια και σεβασμό, σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, λειτουργούν ως προστάτες του περιβάλλοντος και κρίνουν τα αποτελέσματά τους όχι απλώς στη βάση των κερδών αλλά και στόχων που αφορούν το περιβάλλον και τις καλές κοινωνικές και εταιρικές πρακτικές.

Κατ’ ανάλογο τρόπο, πρόσφατα ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς δήλωσε ότι χρειαζόμαστε ξανά έναν «προοδευτικό καπιταλισμό» που να καταφέρει να κάνει την αγορά να λειτουργεί προς όφελος της κοινωνίας και όχι μόνο των εταιρικών κερδών.

Τον τόνο αυτό αποτυπώνουν και οι τοποθετήσεις της υποψήφιας για το χρίσμα των Δημοκρατικών Ελίζαμπεθ Γουόρεν που περιέγραψε το δικό της όραμα ως αυτό ενός «καπιταλισμού που λογοδοτεί» (accountable capitalism).

Όμως, οι πιο σκεπτικιστές επιμένουν ότι όλα αυτά αποτελούν περισσότερο ευσεβείς πόθους παρά πραγματικές πολιτικές και κοινωνικές δυνατότητες και ότι δύσκολα οι οικονομικές ελίτ θα δεχτούν να θυσιάσουν μέρος των κερδών τους είτε για την προστασία του περιβάλλοντος είτε για την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, την ώρα που οι κυβερνήσεις κυρίως λειτουργούν ως μηχανισμοί εξυπηρέτησης παρά χαλιναγώγησης. Σε αυτή τη συνθήκη και χωρίς την καταλυτική παρέμβαση παραγόντων που σφράγισαν τον 20 αιώνα, όπως ήταν η Ρωσική Επανάσταση αλλά και η αντιφατική συνύπαρξη δύο κοινωνικών συστημάτων μετά τον Β΄Π.Π., δύσκολα μπορεί κανείς να υποθέσει πώς θα μπορούσαν να προωθηθούν τέτοιες βαθιές τομές.

Σε κάθε περίπτωση, η συνάντηση της οικολογικής κρίσης, με το ενδεχόμενο οικονομικής κρίσης και την εντεινόμενη κρίση νομιμοποίησης της τρέχουσας εκδοχής καπιταλισμού ολοένα και περισσότερο θα διαμορφώνει τα πραγματικά ερωτήματα και τις πραγματικές προκλήσεις για τις παγκόσμιες ελίτ, όπως και το έδαφος για τις νέες κοινωνικές εκρήξεις.