Νωρίς το πρωί της 28ης Απριλίου του 1941 οι αξιωματικοί των ναζί ανέβαιναν τα μαρμάρινα σκαλιά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Τα στρατεύματά τους είχαν καταλάβει την πόλη των Αθηνών την προηγουμένη και οι ίδιοι την κηλίδωναν επιθεωρώντας την ως το νέο τους λάφυρο. Δεν μπορούσαν, όμως, να φανταστούν την έκπληξη που θα τους περίμενε όταν θα έμπαιναν τελικά στο εσωτερικό του κτιρίου: το Μουσείο… ήταν άδειο.

Αγάλματα, αγγεία, επιγραφές, πολύτιμα εκθέματα είχαν εξαφανιστεί από τις προθήκες και οι φύλακες της βάρδιας τούς παρέδιδαν ένα έρημο κτίριο. Οταν οι Γερμανοί ρώτησαν τους λιγοστούς αρχαιολόγους που συνάντησαν «πού βρίσκονται τα αρχαία;», εκείνοι απάντησαν «εκεί όπου βρίσκονται πάντα, στη γη». Και έλεγαν την αλήθεια…

Σχεδόν έξι μήνες πριν, τον Οκτώβριο του 1940, ξεκινούσε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο μια τιτάνια αποστολή απόκρυψης των αρχαιοτήτων του στα βάθη της γης, κάτω από το δάπεδο του κτιρίου, καθώς τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν πάνω από τη χώρα. Οι ναζί είχαν, άλλωστε, αποδείξει ότι ιερός και απαραβίαστος χώρος για εκείνους δεν υπήρχε. Οχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα μνημεία κινδύνευαν. Η εργασία των ανθρώπων που ανέλαβαν τη διάσωση των αγαλμάτων ήταν αδιάκοπη, δίνοντας μάχη με τον χρόνο.

Το σχέδιο, όμως, συντελέστηκε με υποδειγματική μεθοδικότητα. «Πολύ πρωί, πριν να δύσει η Σελήνη, συγκεντρώνονταν στο Μουσείο όσοι είχαν αναλάβει την εργασία τούτη. Νύχτα έφευγαν για να πάνε στα σπίτια τους» έγραφε χαρακτηριστικά η έφορος αρχαιοτήτων Σέμνη Καρούζου που συμμετείχε στην απόκρυψη. Οι χώροι του Μουσείου, όπως καταγράφεται στα διασωθέντα αρχεία, επιτέλεσαν άψογα τη βαριά ευθύνη της διάσωσης της ιστορίας και του πολιτισμού από τις αεροπορικές επιδρομές, τη φωτιά, τις λεηλασίες και τις αρπαγές του κατακτητή.

Οκτώ δεκαετίες μετά, οι χώροι όπου φυγαδεύτηκαν οι αρχαιότητες αναμένεται να αποκαλύψουν τα μυστικά τους μέσα από τρεις ειδικές ξεναγήσεις που θα πραγματοποιηθούν σήμερα το μεσημέρι στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Αθήνα Ελεύθερη», για τα 75 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας, στις 12 Οκτωβρίου 1944.

Μαρτυρίες

Κατά τη διάρκεια της δράσης που έχει τίτλο «Μετά την απελευθέρωση: ανασυνθέτοντας την ιστορία της απόκρυψης μέσα από τα αρχεία του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου» θα ζωντανέψουν οι διαδρομές αλλά και οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν σε αυτήν τη μνημειώδη προσπάθεια. Οι μαρτυρίες τους αποτέλεσαν, άλλωστε, τη βάση για να ανασυντεθούν τα όσα συνέβησαν τις ημέρες εκείνες.

«Τον Οκτώβριο του 1940, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, μόλις είχα εγγραφεί στο Πανεπιστήμιο, πρωτοετής φοιτητής» διηγούνταν στο ντοκιμαντέρ «The hide» o αείμνηστος καθηγητής Σπύρος Ιακωβίδης. «Η απόκρυψη είχε ήδη αρχίσει κι εγώ προσέφερα την εθελοντική μου εργασία. Με έβαλαν σε μία από τις αποθήκες όπου υπήρχαν τεράστια κασόνια. Η δουλειά μου ήταν να τυλίγω Ταναγραίες σε παλιές εφημερίδες και με μεγάλη προσοχή να τις τοποθετώ στα κασόνια. Μετά, τη δουλειά συνέχιζε η ειδική επιτροπή που είχε συσταθεί. Ολοι δουλεύαμε ενάντια στον χρόνο, με τον φόβο της εισβολής των Γερμανών, και βέβαια με τεράστια προσοχή. (…) Η δουλειά γινόταν στα υπόγεια του Μουσείου. Τα αγάλματα τοποθετούνταν σαν άνθρωποι σε διαδήλωση. Στη συνέχεια χυνόταν πάνω τους άμμος που ξεχώριζε το ένα από το άλλο και τα σκέπαζε, και από πάνω έπεφτε πλάκα τσιμέντου. Τα παράθυρα των υπόγειων χώρων τα έφραζαν με τσουβάλια από άμμο. Με αυτόν τον τρόπο δεν μπορούσαν να πάθουν τίποτε από αεροπορική επιδρομή».

«Στην απόκρυψη εκατοντάδων τεκμηρίων συμμετείχε σύσσωμο το Μουσείο, όλοι οι αρχαιολόγοι του και κάθε υπάλληλος, από τον εργάτη, τον φύλακα, τον συντηρητή, όπως και εθελοντές, μεταξύ των οποίων και ξένοι αρχαιολόγοι. Το Μουσείο διαθέτει ένα πολύ καλό φωτογραφικό αρχείο από την εποχή εκείνη» λέει στα «ΝΕΑ» η Μαρία Χιδίρογλου, αρχαιολόγος – επιμελήτρια αρχαιοτήτων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η οποία μαζί με τον συνάδελφό της αρχαιολόγο Κώστα Πασχαλίδη θα έχουν την ευθύνη των περιηγήσεων.

Οπως επισημαίνει ο Πασχαλίδης, η διαδικασία ολοκληρώθηκε με βάση τις ειδικές τεχνικές οδηγίες που είχε γνωστοποιήσει με έγγραφό της η Αρχαιολογική Υπηρεσία στις 11 Νοεμβρίου του 1940. «Τα αγάλματα έπρεπε να αποτεθούν στον πυθμένα του ορύγματος που ήταν επενδεδυμένο με οπλισμένο σκυρόδεμα, σε οριζόντια θέση, σαν νεκρά σώματα σε τάφο, να καλυφθούν με αδρανή υλικά και το όρυγμα να σφραγιστεί με πλάκα τσιμέντου. Για τα χάλκινα και τα πήλινα προβλεπόταν η φύλαξη εντός κιβωτίων επενδεδυμένων με κερόχαρτο ή πισσόχαρτο για τον φόβο της υγρασίας» εξηγεί.

Τα αρχαία παρέμειναν εκεί για χρόνια. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το Μουσείο φιλοξένησε δημόσιες υπηρεσίες, ενώ ένα από τα υπόγειά του χρησιμοποιήθηκε ως χώρος παρασκευής του συσσιτίου των αρχαιολογικών υπαλλήλων. Μετά το τέλος του πολέμου τα εκθέματα άρχισαν σιγά σιγά να έρχονται ξανά στην επιφάνεια μαζί με τα άγνωστα μυστικά του χώρου που τα φιλοξένησε. Ομως αρκετοί επισημαίνουν πως το Αρχαιολογικό Μουσείο ίσως έχει κι άλλες κρυμμένες ιστορίες να μας διηγηθεί…