Με χρονικό όριο την ψήφιση του Νέου Ποινικού Κώδικα και σημαντικές εξαιρέσεις, παρατείνεται ο αποκαλούμενος νόμος Παρασκευόπουλου που στόχο είχε την αποσυμφόρηση των φυλακών.

Ωστόσο με το νέο νομοθέτημα που του Υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου εισάγονται αυστηρότεροι όροι για την περίπτωση τέλεσης αδικήματος μετά την αποφυλάκιση, καθώς αν ο κρατούμενος που αποφυλακίστηκε τελέσει αδίκημα και τιμωρηθεί με ποινή ενός έτους στα χρόνια που αντιστοιχούν στο υπόλοιπο της ποινής και κατ’ ελάχιστον τρία, θα εκτίεται αθροιστικά όλο το υπόλοιπο της αρχικής ποινής.

Για ορισμένα, ωστόσο, αδικήματα ιδιαίτερης απαξίας και υψηλής επικινδυνότητας για την έννομη τάξη και την ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου (π.χ. ανθρωποκτονία, βιασμό, ληστεία, σωματεμπορία, αποπλάνηση κλπ) διατηρείται η εξαίρεση εφαρμογής των διατάξεων αυτών ή ορίζεται ότι είναι δυνατή η κατ’ οίκον έκτιση με ηλεκτρονική επιτήρηση.

Εξάλλου, επέρχονται διορθώσεις και συμπληρώσεις στη διάταξη του άρθρου 110Α του Ποινικού Κώδικα και ενισχύεται ο ρόλος του δικαστή, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα κατάχρησης με επίκληση της αναπηρικής ιδιότητας για την αποφυλάκιση. Αφενός καθίσταται δυνατό να διατάσσεται πραγματογνωμοσύνη, ακόμα και αν υπάρχει πιστοποίηση ΚΕΠΑ, αφετέρου γίνεται δυνατή η ανατροπή, οποτεδήποτε, αποφάσεων που έχουν κάνει δεκτές αιτήσεις αποφυλάκισης για λόγους υγείας, αν αυτές στηρίχθηκαν σε ψευδή ή πλαστά στοιχεία.

Με τις ρυθμίσεις αυτές το Υπουργείο Δικαιοσύνης όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση «συνεχίζει μια ισορροπημένη αντεγκληματική πολιτική η οποία κατά την κράτηση εστιάζει στην ασφάλεια και την ανθρωπιστική μεταχείριση, ενώ μετά την αποφυλάκιση δίδει έμφαση στην επανένταξη και την προφύλαξη από την υποτροπή. Άλλωστε τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομία δείχνουν ότι, τα τελευταία χρόνια, στα σοβαρά εγκλήματα (π.χ. ανθρωποκτονίες, ληστείες, βιασμοί) καταγράφεται είτε μείωση είτε σταθεροποίηση».