Σε χθεσινή συνεδρίαση της σκοπιανής Βουλής αποφασίστηκε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα ξαναέρθει προς έγκριση στην Ολομέλεια την ερχόμενη Πέμπτη, 5 Ιουλίου –μετά την αρχική άρνηση του πρόεδρου της Δημοκρατίας, Γκέοργκι Ιβάνοφ, να την υπογράψει. Για να εγκριθεί αυτή τη φορά θα χρειαστεί πλειοψηφία 61 βουλευτών και, σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο Ιβάνοφ θα είναι υποχρεωμένος να την επικυρώσει, έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Την ίδια ώρα, καμπάνια υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών έχει ήδη ξεκινήσει ο Ζόραν Ζάεφ, εν όψει του δημοψηφίσματος του Σεπτεμβρίου. Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, που έχει συναντήσει αντιδράσεις και στη χώρα του για το περιεχόμενο της συμφωνίας, χρησιμοποιεί ως κύριο επικοινωνιακό όπλο τη διατήρηση της μακεδονικής γλώσσας και ταυτότητας. Με αυτόν τον τρόπο φιλοδοξεί να πείσει τους πολίτες της γείτονος χώρας να στηρίξουν τη συμφωνία στο επικείμενο δημοψήφισμα. «Η μακεδονική γλώσσα και οι πολίτες προστατεύονται και ενισχύθηκαν, η μακεδονική ταυτότητα είναι erga omnes. Η επίσημη γλώσσα της χώρας μας είναι μακεδονική, και αυτή θα είναι σαν όλες τις γλώσσες του κόσμου. Η γλώσσα μας θα χρησιμοποιείται ελεύθερα παντού, σε ΟΗΕ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, σε όλους τους επίσημους οργανισμούς και σε φόρουμ» ανέφερε σε tweet του o Ζάεφ, συνοδευμένο από μια προεκλογικού τύπου φωτογραφία. Επανήλθε λίγο αργότερα, τονίζοντας πως «έχουμε μια ιστορική λύση, με την οποία ενισχύουμε τη μακεδονική ταυτότητα! Η συμφωνία αυτή θα επιβεβαιώσει και θα ενισχύσει τη μακεδονική εθνική και πολιτιστική ταυτότητα, μια για πάντα. Ας πούμε «ναι» για το μέλλον της Μακεδονίας». Η δεύτερη ανάρτηση συνοδευόταν από σχετικό βίντεο, το οποίο περιείχε απόσπασμα από το διάγγελμα με το οποίο ανακοίνωσε την επίτευξη της συμφωνίας.

Η ενταξιακή πορεία. Κύριο όπλο του Ζάεφ, πέραν των δύο σημείων που προξενούν ακόμα αντιδράσεις στην Ελλάδα, αποτελεί και η ενταξιακή πορεία σε Ευρωπαϊκή Ενωση και ΝΑΤΟ. Οσο το πρώτο δείχνει να σκαλώνει, με τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ενωσης, τόσο επενδύει στο δεύτερο, ειδικά μετά την πρόσφατη συνάντησή του με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ.