Επιτέλους κάτι άρχισε να κινείται. Μόσχα και Κίεβο συμφώνησαν σε μία σειρά από μέτρα αποκλιμάκωσης της κρίσης στην Ανατολική Ουκρανία, ανακοίνωσε τη Δευτέρα το βράδυ ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας, στο Βερολίνο. Μόλις είχε ολοκληρωθεί στη Βίλα Μπόρζιγκ στο Βερολίνο η συνάντηση με τους ομολόγους του της Ρωσίας, της Γαλλίας και της Ουκρανίας, όπου ανανεώθηκε η δέσμευση των εμπόλεμων πλευρών για εκεχειρία στα μέτωπα της Ανατολικής Ουκρανίας. «Γνωρίζουμε ότι η υλοποίηση αυτών των συμφωνιών είχε προβλήματα στο παρελθόν» παραδέχτηκε ο Μάας.

Ουσιαστική πρόοδο δεν περίμενε κανείς. Αλλά Ρωσία και Ουκρανία, ύστερα από 16 μήνες, βρέθηκαν ξανά στο ίδιο τραπέζι. Αυτό και μόνο το μικρό βήμα ήταν ήδη μεγάλη διπλωματική επιτυχία για τον νέο υπουργό Εξωτερικών Χάικο Μάας. Αναθερμάνθηκε η «Διαδικασία της Νορμανδίας», όπως ονομάζεται το τετραμερές φόρουμ που είχε ξεκινήσει η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ με τον γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ μετά την κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014 και τον πόλεμο στην Ανατολική Ουκρανία. Οι εχθροπραξίες ανάμεσα στα κυβερνητικά στρατεύματα της Ουκρανίας και τις δυνάμεις των φιλορώσων αποσχιστών συνεχίζονται επί τέσσερα χρόνια τώρα, η ευρωβουλευτής των Πρασίνων Ρεμπέκα Χάρμς θεωρεί ότι είναι άμεση ανάγκη να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κρίση με θύματα τους κατοίκους κατά μήκος της γραμμής του μετώπου.

Κριμαία και Ανατολική Ουκρανία καθορίζουν τα τελευταία χρόνια τις σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία, ακόμα και σε σχέση με το Μουντιάλ 2018. Η καγκελάριος Μέρκελ δεν απέκλεισε μία επίσκεψη στους ποδοσφαιριστές της Εθνικής Γερμανίας στη Ρωσία. «Τέτοια ταξίδια δεν είναι κόντρα στις αρχές μου» εξηγούσε σε συνέντευξή της στην εκπομπή «Ανε Βιλ» στο πρώτο γερμανικό κανάλι ARD την περασμένη Κυριακή. Είναι κατά του μποϊκοτάζ του Μουντιάλ στη Ρωσία. Η απόφασή της θα εξαρτηθεί και από τις υπόλοιπες υποχρεώσεις της. Πάντως, εάν επισκεφθεί στη Ρωσία τους γερμανούς ποδοσφαιριστές, ίσως αξιοποιήσει και πολιτικά την ευκαιρία για μία συνάντηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν.

Η Μέρκελ είναι πεπεισμένη ότι «χωρίς συνομιλίες δεν λύνεται καμία διένεξη». Ωστόσο διευκρίνισε προτού μεταβεί στον Καναδά για τη σύνοδο κορυφής του G7, ότι δεν τίθεται προς το παρόν ζήτημα επιστροφής της Ρωσίας και επανασύστασης του G8, όπως ζήτησε ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Για τη Μέρκελ παραμένουν οι λόγοι που οδήγησαν στον αποκλεισμό της μετά την προσάρτηση της Κριμαίας.

Πολύ δραστικότερη στάση έναντι της Ρωσίας ακολουθούσε ο γερμανός πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ. Αρνήθηκε να παραστεί στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Σότσι τον Φεβρουάριο του 2014, καταγγέλλοντας την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη φίμωση της αντιπολίτευσης από το καθεστώς Πούτιν. Το κλίμα ήταν κακό από την αρχή της θητείας του το 2012, όταν ο Πούτιν ακύρωσε προγραμματισμένη επίσκεψη του Γκάουκ στη Μόσχα. Την τελευταία στιγμή ο Πούτιν επικαλέστηκε βεβαρημένο πρόγραμμα. Η σχέση του Γκάουκ, αντικαθεστωτικού ευαγγελικού πάστορα στην κομμουνιστική DDR, με τη Ρωσία του Πούτιν ήταν και έμεινε κακή μέχρι το τέλος της θητείας του.

Με τη διαδοχή του από τον Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ άλλαξαν οι ισορροπίες στο Βερολίνο. Ο Σταϊνμάγερ ως υπουργός Εξωτερικών προσπάθησε να διατηρήσει ανοιχτό τον δίαυλο επικοινωνίας με τη Μόσχα, ακόμα και στη μεγαλύτερη κρίση με την Ευρώπη και τη Δύση με την προσάρτηση της Κριμαίας και τις κυρώσεις που εξαιτίας της επιβλήθηκαν και παραμένουν σε ισχύ μέχρι σήμερα. Ο σοσιαλδημοκράτης Σταϊνμάγερ ακολούθησε μία σύγχρονη εκδοχή της Οστπολιτικ που εγχάραξε στο DAN του SPD ο ιστορικός ηγέτης της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας Βίλι Μπραντ στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν επιχειρούσε την «αλλαγή μέσω της προσέγγισης» με τη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες χώρες του σοσιαλιστικού μπλοκ.

Η Γερμανία έχει λεφτά και τεχνολογία, η Ρωσία πρώτες ύλες και ενέργεια. Η συνεργασία τους μόνο θετικά θα μπορούσε να έχει και για τις δύο χώρες. Ωστόσο οι σχέσεις Μόσχας και Βερολίνου σήμερα δεν καθορίζονται από τα οικονομικά συμφέροντα. «Η πολιτική για τη Ρωσία πρέπει να προσανατολιστεί στη σημερινή πραγματικότητα». Και η πραγματικότητα δεν είναι καθόλου ευχάριστη, είναι η ανάλυση που κάνει ο νέος υπουργός Εξωτερικών Μάας. Η Μόσχα ακολουθεί εχθρική, επιθετική πολιτική έναντι της Δύσης. Από την επέμβαση στην Κριμαία μέχρι την έμμεση προσάρτηση της Νοτιοανατολικής Ουκρανίας και την εμπόλεμη στήριξη του Ασάντ στη Συρία. Από τα χημικά εναντίον πρακτόρων στην Ευρώπη, μέχρι τις ψηφιακές επιθέσεις εναντίον της Γερμανίας και των ΗΠΑ και την προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης με τα fake news καναλιών όπως RT Deutsch, που διευθύνεται από τη Μόσχα και προσφέρει και στα γερμανικά πρόγραμμα ως «εναλλακτική πηγή πληροφοριών πέραν των καθιερωμένων μέσων μαζικής ενημέρωσης».

Η σκληρή γραμμή Μάας ξεσήκωσε θύελλα στο κόμμα του. «Φιλοπουτινικούς» έχει αρκετούς το SPD. Κραυγαλέα περίπτωση είναι ο πρώην καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ που εξαργύρωσε την απροκάλυπτη στήριξη του Πούτιν με τη θέση προέδρου της Νordstream AG , του αγωγού για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής, παρακάμπτοντας την Ουκρανία και την Πολωνία.

Οι επικριτές του Μάας κατηγορούν τον σημερινό υπουργό Εξωτερικών ότι προδίδει την Οστπολιτικ του Βίλι Μπραντ. Αλλά ο Μπραντ δεν θα επικροτούσε ποτέ τη βίαιη αλλαγή ευρωπαϊκών συνόρων, σχολίασε ο ατλαντιστής, συνεκδότης της «Τσάιτ», Γιόζεφ Γιόφε. Και το 2018 δεν είναι 1970.