Είναι ο κοινός παρονομαστής. Είναι το κράτος που έχει εθίσει την κοινωνία στη βία.

Δεν υπάρχουν διαχωριστικά. Δεν είναι άλλη η οπαδική βία από την κοινωνική βία, την αναρχική βία, τη βία του Ρουβίκωνα. Η βία είναι μία σε ένα κράτος που την ανέχεται και πολλές φορές την υποδαυλίζει εφευρίσκοντας λόγους ύπαρξης.

Ποιος αιφνιδιάστηκε από τα επεισόδια των οπαδών στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας; Ποιος εντυπωσιάστηκε από τα καμένα αυτοκίνητα, τις οδομαχίες με τους αστυνομικούς, τις επιθέσεις σε ανυποψίαστους πολίτες; Ποιος ξαφνιάστηκε από τα εκατοντάδες «όπλα» που πέρασαν μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο λόγω της παντελούς έλλειψης σοβαρού ελέγχου; Και ποιος θα τολμήσει αύριο να εκφράσει την οδύνη του όταν ένας άνθρωπος χάσει τη ζωή του;

Η ανοχή που στηρίζεται στα πήλινα πόδια των δικαιολογιών, η ατιμωρησία, η αμφισβήτηση της ίδιας της Δικαιοσύνης ως θεσμού της Δημοκρατίας, αποτελούν το νερό στον μύλο της βίας που συνεχίζει να συντρίβει ανάμεσα στις πέτρες του την ομαλότητα της πολιτείας.

Ενα κράτος ανίκανο να προστατεύσει τον πολίτη, την περιουσία του, την ίδια του τη ζωή. Ενα κράτος που οι υπουργοί του μαλώνουν για το αν πρέπει να κάνουμε τους κοιμισμένους ή να υπερασπιζόμαστε τη ζωή μας μέσα στο ίδιο μας το σπίτι.

Ενα κράτος που αντιλαμβάνεται τους «γεωργούς του φόβου» ως «πολιτική ομάδα που κάνει ακτιβισμό». Ενα κράτος που ανέχεται μια χούφτα ανθρώπους να απειλούν δημόσια πολίτες και θεσμούς γιατί τολμούν να υπερασπίζονται το αυτονόητο.

Ενα κράτος που θεωρεί αξιοθέατο, ίσως και «σίκουελ» του «Πυρετός το Σαββατόβραδο», τις σαββατιάτικες επιθέσεις των αναρχικών στους αστυνομικούς στα Εξάρχεια. Ενα κράτος που παραμένει θεατής στην καταστροφή των λεωφορείων, του συμβόλου των λαϊκών τάξεων, της εργατιάς.

Ενα κράτος ανίκανο να επιβάλει την τάξη σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο. Ενα κράτος που δημιούργησε την κουλτούρα της βίας, τραβώντας διαχωριστικές γραμμές.

Ενα κράτος λασπολόγο, που λερώνει υπολήψεις, που λατρεύει την πολιτική των λεκέδων για να δείχνει το ίδιο καθαρό.

Ενα κράτος άδειο από συνείδηση, αδιάφορο για τον πολίτη, που προσφέρει τη θαλπωρή του κόρφου του στους έκνομους.