Οι κινήσεις λειτουργούν σαν συλλαβές που αρθρώνουν αφηγήσεις κι ερμηνείες. Απ’ αυτό το σκεπτικό εκκίνησε και η χορογράφος Ίριδα Καραγιάν προκειμένου να χτίσει την παράσταση «17 gestures forced uttered» που παρουσιάστηκε στον πολυχώρο Επικούρου 26 και Κορύνης 4, στο Μοναστηράκι. Πρόκειται ουσιαστικά για μια χορογραφική εγκατάσταση που φιλοδοξία είχε να διερευνήσει τη σχέση εικόνας, μνήμης, κίνησης και θέασης στη στιγμή.

«Τα θέματα που με απασχολούν είναι η διαδικασία της θέασης, η λειτουργία της εικόνας, η επανάληψη, η ακινησία, το σώμα του χορευτή δίπλα στο σώμα του θεατή, η εναλλαγή των καταστάσεων μεταξύ ρόλων περφόρμερ – θεατή. Η παράσταση με κάποιο τρόπο προσπαθεί να θέσει τέτοια ερωτήματα ενώ δημιουργεί ένα δομημένο και συγκεκριμένο σκορ που αποτελείται από επαναλήψεις, παραλλαγές και διαφορές, προσθέσεις και μεταφράσεις. Με ενδιαφέρει το μπλέξιμο των αφηγήσεων, η κατασκευή και δημιουργία νέων. Αναρωτιέμαι πώς μπορεί να μιλήσει μια κίνηση, πώς μπορεί να δημιουργήσει ένα λεξιλόγιο και να αρθρώσει ιστορίες», αναφέρει η χορογράφος μιλώντας στα «Νέα».

Η δημιουργός επί σκηνής μελετά τη διαδικασία δημιουργίας αφηγήσεων χρησιμοποιώντας ως σημείο αναφοράς το Δεκέμβριο του 2008, τότε που η Αθήνα παραδόθηκε στη φωτιά και το βανδαλισμό μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Έτσι, επιστράτευσε πέντε ερμηνευτές για να αναβιώσουν 15 φωτογραφίες από τις πορείες διαμαρτυρίας μαζί με άλλες δύο «εκτός θέματος». Σκοπός της ήταν να δημιουργήσει αλληλουχίες από εικόνες και χειρονομίες που επαναλαμβάνονται ρυθμικά στο χώρο, αλλοιώνοντας και μετασχηματίζοντας τα πάντα.

«Επέλεξα από το διαδίκτυο 17 φωτογραφίες: 15 από τις πορείες διαμαρτυρίας του Δεκεμβρίου του 2008 που αποτυπώνουν σώματα σε ένταση, χειρονομίες και κινήσεις που εκφράζουν και αφηγούνται. Μπλέκω αυτές τις εικόνες με ακόμα δύο από άλλο πλαίσιο που αφηγούνται κάτι εντελώς διαφορετικό. Δουλεύω με τις ερμηνείες που προκύπτουν, τα νοήματα, την σημασία και τη στάση απέναντι σε αυτό που συμβαίνει. Δεν επιλέγω γεγονότα του Δεκέμβρη, αλλά τις χειρονομίες και τη σωματικότητα, την ένταση και πυκνότητα της δράσης, τα σώματα που αρθρώνουν και εκφράζουν», τονίζει η Καραγιάν.

Μέσα από σώματα που πάλλονταν στο ρυθμό της παράστασης, η χορογράφος προσπάθησε να εξερευνήσει πώς επηρεάζεται η αντίληψη του χρόνου μέσω συνάψεων που ελέγχονται και καθοδηγούνται. Αλλά και τι είναι τελικά αυτό που ενεργοποιείται μέσω της εμπειρίας των θεατών. Τελικά, το έργο στήνει ένα μηχανισμό που βασίζεται στη μνήμη και χρησιμοποιεί τις εικόνες ως σημείο αναφοράς, το λόγο ως σημείο εκφοράς και το σώμα ως φορέα νοήματος και μετασχηματιστή που δρα στο παρόν.

«Για να κατανοήσουμε κάτι δημιουργούμε συνάψεις με γνωστά και οικεία πράγματα, μνήμες και εμπειρίες. Το έργο εξελίσσεται ενεργοποιώντας τη μνήμη επειδή εγγράφει στο σώμα και το χώρο, αρθρώνει και επαναλαμβάνει δημιουργώντας ένα μηχανισμό που ο θεατής μαθαίνει και θυμάται. Οι ακινησίες και οι διακυμάνσεις του ρυθμού δίνουν χρόνο στο θεατή να διαχειριστεί τη συγκέντρωσή του και να ερμηνεύσει αυτό που βλέπει», καταλήγει η δημιουργός.