Εδώ και δεκαετίες, η ανάγκη για πραγματική, ριζική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας αποτελεί μόνιμο θέμα συζήτησης. Στην πράξη, ωστόσο, ελάχιστα έχουν γίνει.

Ολες αυτές οι πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν στα χρόνια των Μνημονίων για μεταρρύθμιση στο Ασφαλιστικό κινούνταν σε μια συγκεκριμένη λογική: να καθησυχάσουν ταυτόχρονα δανειστές και συνταξιούχους, τους μεν ότι προωθείται η βιωσιμότητα του συστήματος, τους δε ότι δεν θα μειωθεί το εισόδημά τους στο αμέσως επόμενο διάστημα. Αυτό που ουσιαστικά έγινε ήταν:

Να αναδιανεμηθούν εισοδήματα από τους υψηλοσυνταξιούχους στους χαμηλοσυνταξιούχους.

Να καλυφθεί από κρατικούς πόρους η μείωση εσόδων που προκάλεσε η ύφεση στα ασφαλιστικά ταμεία.

Να αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές για όλους.

Να μετακινηθεί η επιβάρυνση στις μελλοντικές γενιές διά της χρονικής μετάθεσης της ισχύος των ρυθμίσεων.

Ακόμη και σήμερα, προσπαθούμε να διατηρήσουμε με εισπρακτικά μέτρα ένα ασφαλιστικό σύστημα το οποίο στη βάση του είναι:

– Μη λειτουργικό, αν σκεφτεί κανείς ότι η ετήσια δαπάνη συντάξεων στην Ελλάδα είναι η υψηλότερη στον κόσμο, απορροφώντας το 17% του ΑΕΠ. Οι δε εισφορές στο 27% είναι επίσης οι υψηλότερες στον κόσμο, ιδίως για τους αυτοαπασχολουμένους.

Το 2016, το ετήσιο έλλειμμα ήταν περίπου στα 17 δισ. ευρώ, επιβαρύνοντας ανάλογα τον κρατικό προϋπολογισμό. Αποτελεί το 10% του ΑΕΠ –ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ξεπερνά το 2,5%. Η χρηματοδότησή του απορροφά το 40% των φορολογικών εσόδων.

– Αδικο για τους σημερινούς εργαζομένους. Σήμερα, για τον μέσο εργαζόμενο με εισφορές 27% το ποσοστό αναπλήρωσης έπειτα από 35 χρόνια εργασίας δεν θα ξεπεράσει το 50%.

– Αναξιόπιστο, γιατί οι ανεδαφικές υποσχέσεις προς τους σημερινούς συνταξιούχους πλέον διαψεύδονται σταδιακά. Από το 2010 ώς το 2016 έγιναν 15 περικοπές στις συντάξεις και οι προβλεπόμενες παροχές μειώθηκαν κατά 45 δισ. ευρώ.

– Αντιαναπτυξιακό, γιατίεπιβάλλει δυσβάσταχτο μη μισθολογικό κόστος, υπονομεύοντας την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, τις ίδιες δηλαδή τις πηγές από τις οποίες τροφοδοτείται.

Το ΕΒΕΑ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις που έχουν ως επίκεντρο τον περιορισμό του ρόλου του κράτους και τη σταδιακή μετάβαση σε ένα σύστημα τριών πυλώνων, προσαρμόζοντας την εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Μέσα από τη συνδυασμένη εφαρμογή όλων των διαθέσιμων υποχρεωτικών και προαιρετικών μεθόδων ασφάλισης, αλλά και τη δημιουργία ενός δομημένου πλαισίου αποταμίευσης, μπορεί να εξασφαλιστεί επαρκής προστασία για όλους τους ασφαλισμένους, με ένα μέσο συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης της τάξεως του 70% έως 75%.

Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητη και η σταδιακή μείωση των κύριων ασφαλιστικών εισφορών, με ρυθμό της τάξεως του 2% κατ’ έτος, ώστε να φθάσουν στα επίπεδα του 10%. Μια τέτοια παρέμβαση είναι βέβαιοότι θα οδηγήσει σε αύξηση της καταγεγραμμένης απασχόλησης, ενώ η μείωση των εσόδων για τα ταμεία ανά υπόχρεο θα αντισταθμιστεί από την αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των υπόχρεων εισφοράς.

Προτάσεις και λύσεις υπάρχουν. Αυτό που μέχρι τώρα λείπει, είναι πολιτική βούληση, αποφασιστικότητα και ουσιαστική συναίνεση.

Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ