Αν ο τοξικομανής είναι ο φορέας του μηνύματος ότι οι ανθρώπινες αξίες και οι κοινωνικές αρετές πάσχουν βαριά –όπως υποστήριξε ο πρωτοπόρος της απεξάρτησης Claude Olivenstein -, τότε η εικόνα με την οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι στο κέντρο της Αθήνας δεν μπορεί παρά να είναι ενδεικτική για την ψυχοπαθολογία της ελληνικής κοινωνίας. Γιατί άραγε η αθηναϊκή πολιτεία συνεχίζει να παλινδρομεί σε πρακτικές του παρελθόντος ενώ το 2013 είχε πρωτοστατήσει με τον χώρο εποπτευόμενης χρήσης «Οδυσσέας», αποτελώντας παράδειγμα ακόμα και για τη γαλλική μητρόπολη;

Η πρωτοβουλία του δημάρχου Αθηναίων για τη δράση κατά του θανάτου στο δρόμο –με τη στήριξη γνωστών καλλιτεχνών –επανέφερε το ζήτημα στο προσκήνιο. Ιδίως αφού ο Γιώργος Καμίνης προέταξε την αναγκαιότητα της δημιουργίας αίθουσας ελεγχόμενης χρήσης. Βαδίζοντας προφανώς στα χνάρια της Γαλλίας όπου λειτουργούν ήδη τέτοιοι χώροι (Salle de Shoot) στο Παρίσι και στο Στρασβούργο.

Κι όμως, κάποτε η Αθήνα είχε μεταλαμπαδεύσει την τεχνογνωσία της στη γαλλική πρωτεύουσα, αφού φυσικά της είχε ζητηθεί. Μας το αναφέρει η Μένη Μαλλιώρη, καθηγήτρια Ψυχιατρικής ΕΚΠΑ, πρώην πρόεδρος ΟΚΑΝΑ, προσκομίζοντάς μας και το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο (δεξιά). Πρόκειται για την ευχαριστήρια επιστολή από την αρμόδια υπηρεσία της γαλλικής κυβέρνησης προς την κα. Μαλλιώρη η οποία μας διαβεβαιώνει πως η επιστημονική κοινότητα επικροτεί την πρωτοβουλία ενώ η πρακτική (το 2013) στην Ελλάδα το επιβεβαιώνει. Εμείς διαπιστώνουμε έπειτα από το δικό μας ρεπορτάζ πως εκείνοι που το χρειάζονται τελικά το επιζητούν.

Κι όμως, η πειραματική αίθουσα της 3ης Σεπτεμβρίου λειτούργησε μόνο για εννέα μήνες και μετά έβαλε λουκέτο. Σαν να μην μετρούν οι ζωές εκείνων που φέρουν το στίγμα του τοξικομανή. Σαν να μην είναι απλά ασθενείς, φιγούρες της σύγχρονης βιοπολιτικής.

Για ποιο λόγο ο έλληνας υπουργός Υγείας δεν επαναλειτουργεί τον χώρο ώστε να περιορίσει την κοινωνική όχληση στο κέντρο της πόλης, να προστατεύσει την ατομική αξιοπρέπεια των χρηστών και να αποφύγει τους θανάτους από overdose; Αντί να τους αφήνει να ζουν σαν «υπάνθρωποι» –όπως οι ίδιοι μας λένε εμπιστευτικά –τη στιγμή που στην άλλη άκρη της Ευρώπης οι χρήστες μπορούν να κάνουν χρήση με απόλυτη ασφάλεια και ιδιωτικότητα;

Δυο κόσμοι σε αντιπαράθεση ξετυλίχτηκαν μπροστά μας όταν περιηγηθήκαμε αρχικά την παρισινή πειραματική αίθουσα και εν συνεχεία τα εγχώρια μη ελεγχόμενα στέκια χρήσης. Είδαμε τους δικούς μας τοξικομανείς να αντιμετωπίζονται ως «παρίες ανάμεσα στους παρίες», όπως σημειώνει η Κατερίνα Μάτσα στο ομώνυμο βιβλίο της. Την ίδια ώρα στη γαλλική μητρόπολη και παρά τις αντιδράσεις αρκετών Παριζιάνων, οι χρήστες ηρωίνης εδώ και 18 μήνες έχουν πρόσβαση σε ένα καθαρό, φιλικό και εχέμυθο περιβάλλον που τους δημιουργεί κίνητρα και τους κινητοποιεί για τη θεραπεία.

«Εξασφαλίζουμε την ηρεμία σε μια δύσκολη συνοικία της πόλης μας»

Αφιξη στο Gare du Nord, στο δέκατο διαμέρισμα στη συνοικία γύρω από τον σιδηροδρομικό σταθμό η οποία εδώ και χρόνια αποτελεί πόλο έλξης διακινητών και χρηστών ναρκωτικών ενώ ταυτοχρόνως έχει έναν από τους υψηλότερους δείκτες δυσφορίας εντός των τειχών της Πόλης του Φωτός. Σε αυτή την πολυπολιτισμική γειτονιά του παρισινού Βορρά άνοιξε τις πύλες της πριν από ενάμισι χρόνο η πρώτη πειραματική αίθουσα, Salle de Shoot, στην οποία οι τοξικομανείς μπορούν να κάνουν ελεγχόμενη χρήση ναρκωτικών.

Βγαίνοντας από το μετρό το βλέμμα μας πέφτει πάνω στην επιθετική φράση που αναγράφεται με μαύρα γράμματα πάνω σε ένα λευκό πανό κρεμασμένο στην πρόσοψη ενός κτιρίου αρχιτεκτονικής Haussmann. «Non a la Salle de Shoot»(Οχι στην αίθουσα κατανάλωσης ναρκωτικών).

Διασχίζουμε το νοσοκομείο Λαριμπουασιέ εντός του οποίου στεγάζεται ο χώρος ελεγχόμενης χρήσης έτσι ώστε οι εθισμένοι να μην είναι πια αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν ήδη χρησιμοποιημένες σύριγγες γύρω από ακαθαρσίες.

Στην είσοδο μας υποδέχεται ο διευθυντής της μονάδας Ζοζέ Ματός. Προτού ξεκινήσουμε την περιήγηση τον ρωτάμε για τις αντιδράσεις των κατοίκων. Πώς αντιμετωπίζουν την πρωτοβουλία 18 μήνες μετά τη λειτουργία της πειραματικής αίθουσας; Κατά πόσο αληθεύει ότι ζητούν την απομάκρυνσή της από το καρτιέ τους όπως γράφουν τα γαλλικά έντυπα;

Ο Ζοζέ Ματός υποστηρίζει πως η «αίθουσα κατανάλωσης ναρκωτικών με μειωμένο κίνδυνο», όπως είναι η επίσημη ονομασία της, εξασφαλίζει ηρεμία σε μια δύσκολη συνοικία. «Είναι φυσιολογικό οι κάτοικοι να έχουν τις αντιρρήσεις τους και να μην θέλουν να συμβεί αυτό γειτονιά τους. Εμείς όμως και η κυβέρνηση θέλαμε να λύσουμε το πρόβλημα εδώ, στην έδρα του. Δεν θέλαμε να μεταθέσουμε το πρόβλημα σε άλλη γειτονιά» εξηγεί αναλύοντας τις συντεταγμένες του προβλήματος της τοξικομανίας στην περιοχή ενδεχομένως εξαιτίας της ποικιλομορφίας του πληθυσμού στο Gare du Nord –από όλα τα κράτη του βορειοαφρικανικού Μαγρέμπ και της Μαύρης Αφρικής. Τον ρωτάμε επίμονα για το πανό που ζητά την απομάκρυνση της δομής από την περιοχή. Αποκρίνεται πως «αρχικά ήταν δύσκολα αλλά αφού ολοκληρώσαμε έναν κύκλο συναντήσεων με τους κατοίκους στα μπιστρό, τα πράγματα είναι πιο εύκολα».

Περιηγούμαστε στο χώρο. «Οταν οι χρήστες φτάσουν εδώ, αρχικά κάθονται στην αίθουσα υποδοχής. Υπάρχει θέρμανση ενώ έχουν πρόσβαση σε ζεστά ροφήματα. Οταν έρθει η σειρά τους, τους παρέχουμε όλα τα σύνεργα που χρειάζονται για τη χρήση. Για τη φροντίδα του ευάλωτου αυτού πληθυσμού υπάρχει προσωπικό 20 ατόμων, εκ των οποίων 10 εκπαιδευτές, 4 νοσοκόμες και 2 γιατροί» μας ενημερώνει.

Τι συμβαίνει όμως αν υπάρξει ζήτημα έκτακτης ανάγκης όπως για παράδειγμα από overdose; «Είμαστε πάντα σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με το νοσοκομείο για να αντιμετωπίσουμε οτιδήποτε συμβεί» αποκρίνεται ο Ζοζέ Ματός αναφέροντας πως υπάρχουν ήδη «περισσότεροι από 500 χρήστες εγγεγραμμένοι ενώ καθημερινά διασχίζουν το κατώφλι της μονάδες τουλάχιστον 200 άτομα». Μας δείχνει την ξεχωριστή είσοδο η οποία δεν συνδέεται με το νοσοκομείο που φιλοξενεί την πειραματική αίθουσα κατανάλωσης με τον οργανωμένο εξοπλισμό.
Πριν από λίγες ημέρες –μερικές εβδομάδες αφού αφήσαμε πίσω το Παρίσι –μια είδηση έκανε το γύρο του κόσμου: τοξικομανής επιτέθηκε σε έγκυο κατά την έξοδό της από το νοσοκομείο Λαριμπουασιέ. Οι αρμόδιοι όμως δεν δείχνουν να πτοούνται. Επιμένουν πως «τέτοιου είδους προβλήματα πρέπει να επιλύονται στον τόπο όπου ήδη υπάρχουν». Γι’ αυτό και η Salle de shoot θα συνεχίζει να λειτουργεί σε Παρίσι και Στρασβούργο ενώ ανοίγει τις πύλες της και στο Μπορντό. Οι Γάλλοι είναι σαφείς, δεν θέλουν να επιδείξουν καμία ηδονοβλεπτική ανοχή, κοιτάζοντας απαθείς και αδρανείς, τους εξαρτημένους τους να αργοπεθαίνουν στα βουλεβάρτα τους.
«Μας βλέπουν σαν νεκρούς, κανείς δεν μας αντιμετωπίζει σαν ανθρώπους»

Σόλωνος και Μασσαλίας: οι συντεταγμένες της «αποπλάνησης». Ετσι αποκαλούν το πολυσύχναστο πέρασμα οι τοξικοεξαρτημένοι σε δημόσια θέα. Ομολογούν πως αναζητούν στις ουσίες μια οδό διαφυγής, αλλά πως δεν επιθυμούν πια να βρίσκονται εκεί. «Εχουμε κουραστεί να μας βλέπουν σαν νεκρούς. Κανείς δεν μας αντιμετωπίζει σαν ανθρώπους» μουρμουρίζουν δύο χρήστες ενώ ταυτοχρόνως ξεκουμπώνονται, τρυπούν το δέρμα τους μέχρι που η ουσία φτάνει στον εγκέφαλο και μια απελπισμένη ευφορία αποτυπώνεται στο βλέμμα τους. Τα λόγια τους μας φέρνουν στον νου τη φράση του Παζολίνι για «τον τοξικομανή, τον διαφορετικό άνθρωπο, από τον οποίο αφαιρείται ο ανθρώπινος χαρακτήρας μέσω της ρατσιστικής απέχθειας».

ΜΕ ΤΗ ΣΥΡΙΓΓΑ ΣΤΟ ΧΕΡΙ. Τους ζητάμε να πάρουν θέση –ως ο άμεσα ενδιαφερόμενος πληθυσμός –για την πρόταση Καμίνη όσον αφορά τη δημιουργία χώρων ελεγχόμενης χρήσης ναρκωτικών. «Δώστε μας λίγα λεπτά. Δεν έχουμε τελειώσει ακόμα» απαντά ο 49χρονος Γιάννης ενώ μπήγει τη σύριγγα στο χέρι του.Τον περιμένουμε να ολοκληρώσει τη διαδικασία, απαραίτητη –όπως μας εξηγεί –τόσο για να μπορέσει να συνομιλήσει μαζί μας όσο και για να πάει εν συνεχεία στην εργασία του. «Δεν θέλω φωτογραφίες, δουλεύω και δεν θέλω μπλεξίματα. Γι’ αυτό ήρθα εδώ για να τα καταφέρω να πάω να φορτώσω, να ξεφορτώσω και να οδηγήσω το φορτηγό. Το στερητικό είναι χειρότερο. Δεν μπορώ να σηκωθώ από το κρεβάτι αν δεν πιω». Τον ρωτάμε αν θα προτιμούσε να βρίσκεται σε μια αίθουσα εποπτευόμενης χρήσης. Γνέφει καταφατικά. «Θα το προτιμούσα. Θα ένιωθα πιο ελεύθερος. Αρκεί να ήταν στο κέντρο. Εδώ μας κοιτάζουν, περαστικοί και αστυνόμοι. Δεν μ’ αρέσει». Ενας νεαρός με βλέμμα κατάκοπο και κορμί σκυφτό, που έχει στήσει αφτί, μας πλησιάζει και παρεμβαίνει στην κουβέντα. «Τι περιμένουν για να την ανοίξουν; Εγώ θα πήγαινα αν άνοιγε αυτή η αίθουσα. Θα αισθανόμουν πιο ασφαλής. Θα ήταν πιο καθαρά. Δεν είμαστε ωραίο θέαμα για παιδιά. Κανείς από εμάς δεν θέλει να είναι εδώ». Το αγόρι είναι 30 ετών, κάνει χρήση από τα 13 του και μας λέει να τον φωνάζουμε Παντελή.

Οι εξαρτημένοι αποκλίνοντες από τη νόρμα μάς ενημερώνουν πως η ηρωίνη κοστίζει πέντε ευρώ, αλλά δεν είναι καθαρή. Την αναμειγνύουν με κοκαΐνη και διάφορα άλλα. «Γι’ αυτό η κοπέλα που βλέπετε είναι σε αυτή την κατάσταση». Στρέφουμε το βλέμμα πάνω σ’ ένα κορίτσι που έχει πέσει καταγής και σπαρταρά πάνω στο τσιμέντο. Η φωνή της είναι εκκωφαντική, ο λόγος της παραληρηματικός. Τα κεφάλια των περαστικών γυρίζουν από περιέργεια, ενώ το βήμα τους γίνεται ταυτόχρονα πιο γοργό από φόβο.

Οι φοιτητές μπαινοβγαίνουν στη Νομική, ενώ οι διακινητές ουσιών μάς καρφώνουν εδώ και ώρα με τα μάτια για να μας αναγκάσουν να τραπούμε σε φυγή. «Οι έμποροι που έρχονται εδώ είναι πιο χαμένες ψυχές από εμάς. Είναι οι τελευταίοι τροχοί» μας ψιθυρίζει ο Παντελής.

Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ. Μετά την ολοκλήρωση του οδοιπορικού μας στο κέντρο της πόλης συνεχίζουμε τη συζήτηση με τη Μένη Μαλλιώρη ζητώνταςτης «επιστημονική άποψη» και ρωτώντας τη για τα αποτελέσματα του χώρου Οδυσσέας. Μας απαντά πως «οι χώροι εποπτευόμενης χρήσης είναι μία από τις βασικές πολιτικές μείωσης της βλάβης, σύμφωνα τόσο με τη διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική όσο και τις ευρωπαϊκές εκθέσεις του παρατηρητηρίου για τα ναρκωτικά». Μας εξηγεί πως δυστυχώς στην Ελλάδα, παρά τα εξαιρετικά αποτελέσματα του προγράμματος, η τροπολογία που έγινε βάσει του άρθρου 62 το 2014 προέβλεψε νομική βάση μόνο για την εννιάμηνη αυτή λειτουργία. «Αν και ο υπουργός Υγείας δεσμεύτηκε επανειλημμένα και δημόσια ότι ο χώρος θα επαναλειτουργήσει, προφανώς δεν βρήκε χρόνο να σβήσει από την υφιστάμενη τροπολογία τη διάρκεια ισχύος» κατέληξε με εμφανή ειρωνεία.