Τη δική του ατζέντα επαναφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θεωρώντας ότι ο ανασχηματισμός αποτελεί από μόνος του ένα ακόμη «αυτογκόλ» του Αλέξη Τσίπρα και ότι δεν χρειάζονται ιδιαίτερα σχόλια. Ηδη η δηκτική δήλωση από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την υπουργοποίηση του Φώτη Κουβέλη «ήταν δίκαιο, έγινε πράξη» και η χθεσινή πολιτική στόχευση της εκπροσώπου του κόμματος Μαρίας Σπυράκη περί παραμονής στην κυβέρνηση προσώπων που ελέγχονται για πράξεις και παραλείψεις (Καμμένος, Ξανθός, Κουρουμπλής και Πολάκης) αρκούν, κατά τη γνώμη πολλών βουλευτών της ΝΔ, και αναμένουν πλέον τις δημοσκοπήσεις που θα μετρήσουν τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης αλλά και τα σχόλια εντός του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο πρόεδρος της ΝΔ επέλεξε χθες να αναδείξει το πρόβλημα της ασφάλειας που γίνεται εντονότερο μέρα με τη μέρα εξαιτίας των επιθέσεων κουκουλοφόρων σε καταστήματα στο κέντρο της Αθήνας. Επισκέφθηκε την Ερμού που τη νύχτα της Τετάρτης μετατράπηκε σε βομβαρδισμένη περιοχή και συνομίλησε με καταστηματάρχες και πολίτες. Επανέφερε με αυτόν τον τρόπο στην επικαιρότητα το δόγμα περί «νόμου και τάξης» απευθυνόμενος σε ένα ακροατήριο που κατεξοχήν είναι πιο κοντά στη συντηρητική παράταξη. Στις δηλώσεις του επέρριψε το σύνολο των ευθυνών στην κυβέρνηση και διαβεβαίωσε ότι όλα αυτά τα φαινόμενα θα σταματήσουν. «Εδώ στο κέντρο της Αθήνας, στην Ερμού», είπε χαρακτηριστικά, «οι γνωστοί άγνωστοι ήρθαν, έσπασαν, βανδάλισαν και έφυγαν ανενόχλητοι. Το έχουν ξανακάνει πολλές φορές και απειλούν ότι θα το ξανακάνουν και πάλι στο μέλλον».

«Ολα αυτά συμβαίνουν με την αποκλειστική ευθύνη μιας κυβέρνησης η οποία ανέχεται να απειλούνται ζωές και περιουσίες ελλήνων πολιτών. Θέλω για άλλη μια φορά να διαβεβαιώσω ότι όλα αυτά τα φαινόμενα θα σταματήσουν. Ο νόμος και η τάξη θα επανέλθουν και οι έλληνες πολίτες όπου κι αν βρίσκονται θα αισθάνονται και πάλι ασφαλείς» κατέληξε.

Στη ΝΔ θεωρούν προνομιακό για τους ίδιους το πεδίο της ασφάλειας, ειδικά μετά την έκταση που έχουν λάβει τα επεισόδια στις πόλεις. Δεν είναι λίγοι όσοι μιλούν για ανοχή εκ μέρους της κυβέρνησης θυμίζοντας τις αντιδράσεις του Προέδρου της Βουλής στην εισβολή του Ρουβίκωνα στον αύλειο χώρο του Κοινοβουλίου αλλά και τις δηλώσεις συμπάθειας από κυβερνητικούς βουλευτές στις επιθέσεις σε δημόσια κτίρια από την ίδια ομάδα.

ΑΔΥΝΑΜΟΣ ΚΡΙΚΟΣ. Κατά την αξιωματική αντιπολίτευση, ο αδύναμος κρίκος στην υπόθεση αυτή δεν είναι μόνον ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας καθώς πιστεύουν ότι αποτελεί συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης να μην αντιμετωπίζει με αποφασιστικότητα τα φαινόμενα αυτά. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρεί ότι η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. απλά ακολουθεί τις εντολές που λαμβάνει από την πολιτική ηγεσία και ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Συνεργάτες του προέδρου της ΝΔ υπενθυμίζουν την αντίδραση του Πρωθυπουργού στη Βουλή, όταν πριν από λίγους μήνες ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε καταθέσει ερώτηση για τα φαινόμενα της ανομίας. Τότε ο Αλέξης Τσίπρας είχε χαρακτηρίσει ανεπίκαιρο το θέμα, υποβαθμίζοντας τα στοιχεία που είχε προσκομίσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η ΝΔ, πάντως, θα επανέλθει καταθέτοντας ερωτήσεις προς τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη Νίκο Τόσκα, ενώ δεν αποκλείεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης να έχει συναντήσεις με τους εκπροσώπους των αστυνομικών προκειμένου να ενημερωθεί για την κατάσταση που επικρατεί καθώς και για τις ελλείψεις σε επίπεδο εξοπλισμού και υποδομών.

ΟΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ. Την καταγγελία ότι το επίπεδο της παρέμβασης στη Δικαιοσύνη είναι τέτοιο που υποσκάπτει τα θεμέλια της δημοκρατίας έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας αργά χθες το βράδυ στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Στη συζήτηση που είχε με τον δημοσιογράφο των «Financial Times» Μάρτιν Γουλφ, ο πρόεδρος της ΝΔ επεσήμανε ότι η βασική προτεραιότητα της Ελλάδας θα πρέπει να είναι η προσέλκυση επενδύσεων και η δημιουργία θέσεων εργασίας. Ωστόσο σημείωσε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι πολιτικό και θεσμικό και πρόσθεσε: «Ολες οι λαϊκίστικες κυβερνήσεις, είτε προέρχονται από τα δεξιά είτε από τα αριστερά, βασίζονται σε τρεις άξονες: έλεγχος των ΜΜΕ, παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, δίωξη πολιτικών αντιπάλων».