Η έκφραση «η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα» χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα λανθασμένα, εξ ου και σε πολλούς μοιάζει σκέτο ευφυολόγημα. Η συνήθης της χρήση στις μέρες μας είναι του ακόλουθου τύπου: σου λέει ο Τάδε ότι «οι πολύ ψηλοί παίζουν καλό μπάσκετ». Εσύ απαντάς: «Μα ξέρω έναν πολύ ψηλό που παίζει χάλια μπάσκετ». Κι ο Τάδε σου απαντά αυτάρεσκα: «Είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα!». Με τη χρήση αυτή, η έκφραση είναι σα να λέει ότι η εξαίρεση είναι το λάθος, που σαν το αλάτι νοστιμίζει την αλήθεια. Λογικά όμως είναι μια ανοησία.

Αντίθετα, η σωστή της χρήση είναι εξόχως λογική. Σημαίνει όχι μόνο αυτό που λέει, αλλά και παραπάνω. Να ένα απλό παράδειγμα: σου λέει ο Δείνα ότι «όλοι οι χωριανοί μου είναι μεγάλοι ταβλαδόροι». Εσύ απαντάς: «Τι λες; Ο χωριανός σου ο Νίκος παίζει χάλια τάβλι». Ο Δείνα χαμογελά: «Στο χωριό μαθαίνουμε τάβλι από μικροί, από τον καφετζή μας, που είναι μέγας δάσκαλος. Ο Νίκος μεγάλωσε στην Αθήνα, στο χωριό έχει έρθει δυο φορές». Είναι δηλαδή η εξαίρεση που όχι απλώς επιβεβαιώνει τον κανόνα, μα δείχνει και το γιατί ισχύει.
Στις μέρες μας, όμως, δυστυχώς, δε χρειαζόμαστε ούτε τον κύριο Δείνα, ούτε το χωριό του, ούτε το τάβλι. Το λαμπρότερο παράδειγμα της «εξαίρεσης που επιβεβαιώνει τον κανόνα» το προσφέρει καθημερινά η πραγματικότητα.

Η αρχή έγινε στις 5 Φεβρουαρίου το βράδι, όταν ο πάντα γραβατωμένος υπουργός Δικαιοσύνης, εμφανίστηκε με μαύρο πέτσινο σακάκι, που σήμαινε το κατεπείγον του πράγματος, στο πεζοδρόμιο του Μεγάρου Μαξίμου, και είπε στις τηλεοράσεις με ύφος βαρύ και δραματικό ότι «όπως είχα προαναγγείλει προ έτους», το «σκάνδαλο Novartis θα συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία». Κατόπιν μας ανέπτυξε τις απόψεις του περί της τεράστιας ηθικής σημασίας του «σκανδάλου», ενώ υπενθύμισε επανειλημμένως ότι σε αυτό εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα. Σα να μην έφτανε αυτό, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης συμπλήρωσε το περιβόητο εκείνο, ότι «το σκάνδαλο Novartis είναι το μεγαλύτερο από καταβολής ελληνικού κράτους». Σμπαράλια λοιπόν το τεκμήριο αθωότητας, συντρίμμια ο σεβασμός στη δικονομική τάξη, βόμβα στη διάκριση των εξουσιών. «Αλλά δεν πειράζει», θα σκέφτηκαν αυτοί που τα είπαν. «Ο κόσμος τα θεωρεί πια αυτά φυσικά, τα έχει συνηθίσει. Ποια τεκμήρια αθωότητας μας λέτε, ποια δικονομική τάξη, ποια διάκριση εξουσιών; Υπουργοί είμαστε, ό,τι γουστάρουμε κάνουμε!».

Μόλις άρχισαν να βγαίνουν οι λεπτομέρειες της μεθόδευσης της υπόθεσης Novartis (το ότι υπάρχει «σκάνδαλο» πρέπει να αποδειχθεί), το πράμα άρχισε να βρωμάει. Για την ουσία των κατηγοριών των ανωνύμων μαρτύρων κανένας πολίτης που σέβεται τους θεσμούς και τον εαυτό του δε μπορεί να εκφέρει δημόσια γνώμη, κι ακόμη λιγότερο κρίση. Όσοι έχουν δημοκρατική συνείδηση γνωρίζουν ότι για τις κατηγορίες θα αποφασίσουν τα δικαστήρια, όταν και αν φτάσει η υπόθεση σε αυτά. Αλλά όσοι παρακολουθούμε την υπόθεση μπορούμε -και όσοι έχουμε δημόσιο λόγο οφείλουμε- να εκφέρουμε γνώμη για τις μεθοδεύσεις της κυβέρνησης.
Όλοι ξέρουμε τις λεπτομέρειες, τις απανωτές καταθέσεις μαρτύρων που «θυμούνται» ανά εβδομάδα κάτι καινούργιο, ως και το βράδι της παραμονής της «αποκάλυψης», λίγες ώρες μετά τη λήξη του μεγάλου συλλαλητηρίου για τη Μακεδονία. Όλοι έχουμε διαβάσει τα «νομίζω», «μου είπαν», «η λογική λέει ότι», «φαντάζομαι ότι θα πήρε τουλάχιστον τόσα», και τα άλλα παρόμοια που γεμίζουν τις καταθέσεις των ανωνύμων μαρτύρων, που μόνο αποδείξεις δε συνιστούν.

Πάμε όμως παραπέρα. Οι ανώνυμοι εμπλέκουν ένα πρωθυπουργό και οκτώ υπουργούς εκλεγμένων κυβερνήσεων. Εδώ, δυο ονόματα λάμπουν δια της απουσίας τους, του Κώστα Καραμανλή και του Γιώργου Παπανδρέου. Περί του γιατί εξαιρέθηκαν οι δυο συγκεκριμένοι είχαμε μια ένδειξη και από τη στάση τους τις τελευταίες εβδομάδες: την ηχηρή σιωπή τους για τις κυβερνητικές αθλιότητες. Και βέβαια ήταν ήδη γνωστό ότι και οι δύο, ο καθένας με άλλο τρόπο, είναι άνθρωποι στους οποίους η κυβέρνηση, σωστά ή λανθασμένα, βλέπει κάποιας λογής συμμάχους. Όμως η απουσία των Καραμανλή – Παπανδρέου από τη λίστα δεν επιβεβαιώνει κάτι, αφού τουλάχιστον οι αφελείς ή οι κακόπιστοι -και βέβαια υπάρχουν πολλοί τέτοιοι- δικαιούνται να πιστεύουν ότι «οι άλλοι μεν τα πήραν, αυτοί οι δύο όχι».

Αλλού είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει αλλά και αποκαλύπτει τον κανόνα. Και έχει όνομα: Παναγιώτης Πικραμμένος. Οι άλλοι εννέα που εμπλέκουν οι ανώνυμοι είναι πολιτικά πρόσωπα. Ο Πικραμμένος όχι. Οι άλλοι εννέα εμπλεκόμενοι είναι μέλη εκλεγμένων κυβερνήσεων. Ο Πικραμμένος όχι. Ο Παναγιώτης Πικραμμένος ήταν υπηρεσιακός πρωθυπουργός για τριανταπέντε μέρες, και επελέγη λόγω της θέσης του ως Προέδρου του Συμβουλίου Επικρατείας. Όσο κατείχε το αξίωμα δεν υπήρχε Βουλή. Η κυβέρνησή του δεν είχε νομοθετικές αρμοδιότητες. Ο ίδιος δεν υπέγραφε τίποτε, παρά τα σχετικά με τη διεξαγωγή έντιμων εκλογών.
Ακόμη λοιπόν και αν αφήσει κανείς στην άκρη το άμεμπτο ήθος του και την άσπιλη σταδιοδρομία του, ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο Πικραμμένος δεν είχε δυνατότητα να επηρεάσει τίποτε και κανέναν -και οπωσδήποτε όχι πληρωμές σε μια φαρμακευτική εταιρία, μάλιστα χωρίς τη συνέργεια υπουργών του. Άρα, μόνο κάποιος δυστυχής συνάνθρωπός μας με σοβαρά διανοητικά προβλήματα μπορεί να πιστέψει ότι ο Πικραμμένος είχε την παραμικρή εμπλοκή σε σκάνδαλο, κι ένας ακόμη δυστυχέστερος ότι θα καταδικαζόταν για κάτι τέτοιο σε δικαστήριο. Κι όμως. Παρά το γεγονός αυτό, κρίθηκε ότι ο Πικραμμένος πρέπει να στοχοποιηθεί. Γιατί; Είναι πολύ απλό: η κυβέρνηση τον θεωρεί εχθρό της. Γιατί όμως; Τι πείραξε την κυβέρνηση ο Πικραμμένος; Είναι ακόμη απλούστερο: στο πρόσωπό του, στοχοποιείται η Δικαιοσύνη. Το μήνυμα της κυβέρνησης είναι σαφές. «Προσέξτε δικαστές, σας έχουμε στο μάτι! Κάντε μας τα χατίρια, γιατί αλλιώς δείτε τι θα πάθετε, αφού μπορούμε και τον άμεμπτο συνάδελφό σας, που έφτασε στον ανώτατο βαθμό, να τον εξευτελίζουμε, να τον παρουσιάζουμε σαν κοινό εγκληματία».

Αυτό είναι το ακριβέστατο παράδειγμα της εξαίρεσης που επιβεβαιώνει τον κανόνα, και μαζί τον ξεγυμνώνει, δείχνει την ουσία του. Κάποιοι νομίζουν ότι η υπόθεση Novartis είναι κυνήγι πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης. Όχι. Είναι κάτι περισσότερο: είναι κυνήγι όσων θεωρεί εχθρούς της γενικότερα. Το γεγονός όμως ότι στο πρόσωπο του Παναγιώτη Πικραμμένου η κυβέρνηση αποφάσισε να συμπεριλάβει στους εχθρούς της τη Δικαιοσύνη, δεν την πλήττει απλώς ηθικά, την αποκαλύπτει ως αντιδημοκρατική. Η νόμιμη εκλογή είναι αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για να είναι μια κυβέρνηση δημοκρατική -αλλιώς θα ήταν κι ο Χίτλερ δημοκράτης, αφού νόμιμα εξελέγη. Μια δημοκρατική κυβέρνηση πρέπει πάνω απ’ όλα να σέβεται και να προστατεύει τους θεσμούς. Τους θεσμούς που με την υπόθεση Novartis η τωρινή κυβέρνηση φτύνει και απειλεί κατά βάναυσο τρόπο.