Για τους πλειστηριασμούς φταίνε οι «μπαταχτσήδες μεγαλοεπιχειρηματίες» και γίνεται «μαύρη προπαγάνδα» ότι η λαϊκή κατοικία κινδυνεύει. Για την επίσκεψη Ερντογάν «συνωμότησαν» σύμβουλοι του τούρκου προέδρου και έλληνες δημοσιογράφοι, προκειμένου να χρεωθεί η κυβέρνηση το ναυάγιο. Οι δικαστές που μπλοκάρουν με αποφάσεις τους νόμους της κυβέρνησης δεν επιθυμούν τον έλεγχο των περιουσιακών τους στοιχείων. Η αντιπολίτευση έχει συγκροτήσει «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο», στο οποίο συμμετέχουν συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση, γιατί… δεν δίνει απαντήσεις για το πόθεν έσχες της σύζύγου του.

Τα παραπάνω αποτελούν ένα μικρό απάνθισμα όσων ακούστηκαν από επίσημα κυβερνητικά χείλη και από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα μόνο την τελευταία εβδομάδα. Αδυνατώντας να πείσει την κοινωνία για τις θέσεις και τα πεπραγμένα της, η κυβέρνηση επιδίδεται σε αυτό ακριβώς για το οποίο κατηγορεί αντιπολίτευση και δημοσιογράφους: την παραγωγή fake news και την κατασκευή «φανταστικών» εχθρών. Ακολουθεί παράλληλα την επικοινωνιακή τακτική που ένοικοι του Μαξίμου αποκαλούν «μπούμερανγκ»: επιστρέφει δηλαδή τις αιτιάσεις που δέχεται με το γνωστό «ναι, αλλά οι προηγούμενοι έκαναν χειρότερα».

Στρατηγική πόλωσης. Υπ’ αυτό το πρίσμα, ουδόλως ξένισαν οι νέες επιθέσεις Τσίπρα – Κοντονή στα μέσα ενημέρωσης και τη Δικαιοσύνη, με την αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τους δικαστές να λαμβάνει πλέον τα χαρακτηριστικά ανοιχτής αναμέτρησης και το επιχείρημα εκ μέρους του Μαξίμου να είναι πως ακόμη κι ο Πρωθυπουργός, όταν κριτικάρει τις αποφάσεις των δικαστηρίων, «εκφράζει τους απλούς πολίτες και το κοινό περί δικαίου αίσθημα». Τούτο σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία ανοιχτές παραμένουν σοβαρές υποθέσεις, όπως αυτή της πώλησης πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία, για την οποία η ΝΔ έχει προειδοποιήσει Τσίπρα – Καμμένο ακόμη και με Ειδικό Δικαστήριο.

Ολα αυτά αποτυπώνουν το άκρως πολωτικό κλίμα εντός του οποίου θα διεξαχθούν οι επόμενες εκλογές –όποτε κι αν γίνουν αυτές –αλλά και το γενικότερο πολιτικό πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η κυβέρνηση τους επόμενους μήνες στον δρόμο προς την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και μετά το πέρας του το ερχόμενο καλοκαίρι. Στην εποχή, δηλαδή, κατά την οποία «θα έχουμε βγει από τα Μνημόνια» όπως υπόσχεται ο Πρωθυπουργός, αλλά η υπόσχεσή του αμφισβητείται ακόμη και από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με την προοπτική σύναψης ενός τέταρτου ή ενός «υβριδικού» Μνημονίου.

Προϋπολογισμός. Με το Προσφυγικό να έχει ψηλώσει αίφνης στην κυβερνητική ατζέντα εξαιτίας των ευρωπαϊκών πιέσεων με την πρόταση Τουσκ, την Τρίτη ψηφίζεται ο προϋπολογισμός του 2018. Ενας προϋπολογισμός τον οποίο Μαξίμου και οικονομικό επιτελείο με τυμπανοκρουσίες χαρακτηρίζουν ως «τον τελευταίο μνημονιακό» και «με κοινωνικό πρόσημο». Πλην όμως οι αντιρρήσεις προκύπτουν ακόμη και από τους ίδιους τους κυβερνητικούς βουλευτές. Ο λόγος είναι πως τις ημέρες των γιορτών θα αισθανθούν έντονη την πίεση των ψηφοφόρων τους στις περιφέρειές τους, κυρίως με το ζήτημα των πλειστηριασμών που αποτελεί κόκκινο πανί και προκαλεί πολιτικές αναταράξεις. Το λεγόμενο «κίνημα κατά των πλειστηριασμών» που συντηρείται από δυνάμεις αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ (Λαϊκή Ενότητα, Πλεύση Ελευθερίας, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Δεν Πληρώνω) πιέζει πλέον την Κουμουνδούρου και αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις, όπως έδειξαν π.χ. αυτή την εβδομάδα οι Τάσεις της MRB.

Σε όρους καθημερινότητας, προβληματικά αναδεικνύονται για την κυβέρνηση και άλλα ζητήματα: η περικοπή του επιδόματος θέρμανσης, το κοινωνικό μέρισμα που δεν δόθηκε τελικώς σε όλους τους δικαιούχους, οι υπέρογκες αυξήσεις των ασφαλιστικών εισφορών για τους επαγγελματίες από την 1η Ιανουαρίου 2018 κ.τ.λ. Την ίδια στιγμή, από κυβερνητικά και κοινοβουλευτικά στελέχη παρουσιάζεται μια στρεβλή εικόνα που περιγράφει αυξήσεις μισθών και συντάξεων και ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας ή την ατάκα του κοινοβουλευτικού εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση του προϋπολογισμού Δημήτρη Βέττα περί «υποφορολόγησης».

Ανασχηματισμός. Οσονούπω πάντως ο Πρωθυπουργός θα βγάλει ξανά το μπλοκάκι του, καθώς το επικείμενο κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης συμπίπτει με τις αλλαγές που σκέπτεται να κάνει στο κυβερνητικό σχήμα. Ο ανασχηματισμός –αν και ουδέποτε προαναγγέλλεται ως γνωστόν –κυοφορείται από τις αρχές του καλοκαιριού και έρχεται όλο και πιο κοντά. Η έκταση των αλλαγών στη σύνθεση και ίσως τη δομή του Υπουργικού Συμβουλίου θεωρείται ότι θα είναι αυτή που θα κρίνει και τις εκλογικές εξελίξεις.

Εάν, δηλαδή, ο Πρωθυπουργός προχωρήσει σε εκτεταμένες αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, αυτό σημαίνει πως θα προσπαθήσει να ροκανίσει όλο τον διαθέσιμο πολιτικό χρόνο και να τραβήξει τις εκλογές στο τέλος της τετραετίας –εφόσον, βέβαια, καταφέρει να το πετύχει. Η εξέλιξη αυτή σημαίνει παράλληλα ότι οι αλλαγές στην κυβέρνηση θα σηματοδοτήσουν επιχείρηση διατήρησης εσωκομματικών ισορροπιών, με την υπουργοποίηση π.χ. στελεχών της ομάδας των 53. Οι πληροφορίες συγκλίνουν πάντως στο ότι δεν επίκειται αποχώρηση Τσακαλώτου από το οικονομικό επιτελείο παρά μόνον θα αποχωρήσουν ή θα μετακινηθούν σε άλλα πόστα στελέχη που έχουν βρεθεί επανειλημμένα στο στόχαστρο της εσωκομματικής κριτικής (Μουζάλας, Κονιόρδου, Παπαδημητρίου, Κουρουμπλής κ.ά.). Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, κατά την οποία οι αλλαγές θα έχουν χειρουργικό χαρακτήρα, ο Τσίπρας θα δώσει το σήμα πως οι εκλογές είναι κοντά. Πόσο κοντά; Οσο κρίνει ο ίδιος, ανάλογα με τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες. Με βάση το σενάριο, άλλωστε, της «δεξιάς παρένθεσης» που του εισηγούνται συνεργάτες του, η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία θα μπορούσε να γίνει διά της… πλαγίας το 2020, λόγω της έλλειψης συμφωνίας για εκλογή Προέδρου και μάλιστα ακόμη κι αν είναι δεύτερο ή τρίτο κόμμα: με την απλή αναλογική και εάν η ΝΔ δεν έχει καταφέρει να βρει ως κυβέρνηση 200 ψήφους για να την καταργήσει. Την υποψία για το σενάριο της «δεξιάς παρένθεσης» εντείνει, άλλωστε, η παρατεταμένη σιωπή της κυβέρνησης για τη συνταγματική αναθεώρηση, καθώς μία από τις προτάσεις που θα έπεφταν στο τραπέζι είναι η αποσύνδεση της προεδρικής εκλογής από τη διάλυση της Βουλής.

Από την Πόλη έρχεται και η εκλογή μουφτή!

Φωτιές ανάβει – με πρωθυπουργική κάλυψη – ο Κώστας Γαβρόγλου με τις δηλώσεις του για τους μουφτήδες της Θράκης, πριν καλά καλά κοπάσουν οι αντιδράσεις από την επίσκεψη Ερντογάν. Συντασσόμενος ουσιαστικά με όσα είπε ο τούρκος πρόεδρος στην Αθήνα και τη Θράκη, ο υπουργός Παιδείας άνοιξε ζήτημα εκλογής μουφτή από τη μειονότητα. «Θα πρέπει να αρχίσει μια πολύ σοβαρή συζήτηση, με την ίδια τη μειονότητα, ως προς το θέμα της ορθολογικοποίησης της εκλογής μουφτήδων», τόνισε χαρακτηριστικά, μιλώντας στην Τηλεόραση της Βουλής. Ο Αλέξης Τσίπρας, ερωτηθείς χθες στις Βρυξέλλες, στήριξε τον Γαβρόγλου, αναφέροντας ότι «το θέμα δεν είναι καινούριο αλλά δεν είναι και των επόμενων ημερών».

Ο υπουργός Παιδείας με αυθαίρετο και επικίνδυνο τρόπο προχώρησε μάλιστα στην εξίσωση του Οικουμενικού Πατριάρχη με τους μουφτήδες, υποστηρίζοντας ότι «τον Πατριάρχη δεν τον εκλέγει η ρωμαίικη κοινότητα στην Πόλη, δεν τον εκλέγουν καν ιερείς. Τον εκλέγουν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου. Αρα, υπάρχει πάντα στην εκλογή των θρησκευτικών ηγετών ένα ειδικό εκλεκτορικό σώμα». Δικαιώνει επίσης τη ρητορική Ερντογάν για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης, μολονότι ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, έσπευσε να υιοθετήσει συνωμοσιολογικά σενάρια και να υποστηρίξει εμμέσως ότι ήταν προσχεδιασμένη η συνέντευξη του τούρκου προέδρου στον Σκάι και η σχετική ερώτηση από τον Αλέξη Παπαχελά.

Οι δηλώσεις Γαβρόγλου έρχονται τη στιγμή μάλιστα που το υπουργείο Παιδείας φέρνει προς ψήφιση στη Βουλή νομοσχέδιο για την κατάργηση της υποχρεωτικότητας της σαρίας, δηλαδή του ισλαμικού νόμου, ο οποίος αναγνώριζε έως σήμερα ως αποκλειστικό ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης τους μουφτήδες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δηλαδή,ο υπουργός Παιδείας είναισαν να εισηγείται με την εκλογή μουφτήδων λαϊκά δικαστήρια, αφού και με το προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο η δικαιοδοσία τουμουφτή θα ισχύει προαιρετικά για όποιον το επιλέξει.