Η ανάσα που έδωσε στην κυβέρνηση για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα η απόφαση των συμβολαιογράφων για αποχή από τους πλειστηριασμούς δεν ισοδυναμεί με λύση του προβλήματος. Αποτελεί, ωστόσο, μια καλή ευκαιρία προκειμένου το Μαξίμου να αγοράσει χρόνο και να επιχειρήσει το απαραίτητο μασάζ στους διαφωνούντες ενόψει και της ανάπαυλας των Χριστουγέννων. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που δεν δείχνει διατεθειμένο να προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση που θα προστατεύσει την πρώτη ή «λαϊκή» όπως την ονομάζουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατοικία και θα πρέπει να εξηγήσει επαρκώς την απόφασή του.

Η κυβέρνηση βρίσκεται ούτως ή άλλως σε συμπληγάδες. Από τη μία στέκεται το συριζαϊκό «κίνημα των πλειστηριασμών». Και από την άλλη οι θεσμοί, οι οποίοι ζητούν αποτελέσματα στο συγκεκριμένο πεδίο και τη διενέργεια χιλιάδων πλειστηριασμών εντός του 2018. Προσώρας, η κυβέρνηση σχεδιάζει μόνο τη ρύθμιση που θα θεσμοθετήσει την αποκλειστική διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, ούτως ώστε να αντιπαρέλθει τις αντιδράσεις και τα έκτροπα στα ειρηνοδικεία. Παράλληλα, θα αυστηροποιήσει τις διατάξεις για το αυτόφωρο αδίκημα που διαπράττουν όσοι εμποδίζουν τη διενέργεια πλειστηριασμών.

Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, πληθαίνουν όσοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να υπάρξει ρητή δέσμευση του νομοθέτη για την πρώτη και λαϊκή κατοικία, φοβούμενοι κοινωνική έκρηξη. Τον δρόμο άνοιξε ο Νίκος Φίλης και ακολουθεί η ομάδα των 53, η οποία ζυμώνει το σχετικό κείμενο που πιθανότατα θα παρουσιαστεί πριν από την επικείμενη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος. Μια συνεδρίαση που ούτως ή άλλως παραπέμπεται για το πρώτο 15νθήμερο του Ιανουαρίου, δίνοντας κι άλλο τράτο για την εκτόνωση της έντασης.

Η πίεση, άλλωστε, για το κυβερνητικό στρατόπεδο έρχεται εξ αριστερών, δεδομένου ότι Λαϊκή Ενότητα, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Πλεύση Ελευθερίας και άλλες κινήσεις που διοργανώνουν διαμαρτυρίες κατά των πλειστηριασμών αποκτούν σταδιακά λαϊκή υποστήριξη. Είναι δε χαρακτηριστικό πως κύκλοι της Λαϊκής Ενότητας σχολίαζαν χθες τη νέα αναβολή των πλειστηριασμών ως νίκη που οφείλεται στην παρέμβασή τους.

Αλλά στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η θερμοκρασία δεν ανεβαίνει μόνο με τους πλειστηριασμούς. Τόσο το ζήτημα του ΦΠΑ στα νησιά – για το οποίο αναζητείται σολομώντειος λύση, όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα στους νησιώτες βουλευτές ο ίδιος ο Πρωθυπουργός – όσο και αυτό της πώλησης των μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ και του νόμου για τις απεργίες προκαλούν μεμονωμένες μεν, αλλά αντιδράσεις. Η μεγαλύτερη ανησυχία προξενείται από το το Προσφυγικό/Μεταναστευτικό. Με τα καμπανάκια να έχουν ηχήσει στην κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο εδώ και καιρό αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης και το ξεχειμώνιασμα των προσφύγων και μεταναστών στα νησιά του Αιγαίου, ο Γιάννης Μουζάλας βρίσκεται στο στόχαστρο των 53 και των λεγόμενων «δικαιωματικών» του ΣΥΡΙΖΑ.

Το επεισόδιο που χώρισε τις δύο πλευρές σε πρόσφατη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας όξυνε τα πνεύματα, με τον υπουργό να έχει θέσει την παραίτησή του στη διάθεση του Πρωθυπουργού και να δηλώνει σε συνομιλητές του πως «όσοι επιθυμούν την πολιτική των ανοιχτών συνόρων δεν κατανοούν καν τι λένε». Σημειώνεται πως η πρόταση Τουσκ που αναμένεται να συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής αύριο και μεθαύριο στις Βρυξέλλες για τις ποσοστώσεις επιβαρύνει την Ελλάδα, αφού, εάν γίνει αποδεκτή, θα εξαιρέσει ουσιαστικά τις άλλες χώρες από την υποχρέωση υποδοχής προσφύγων και μεταναστών.

Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα και οι συζητήσεις στη σκιά αυτών για τη Συνθήκη της Λωζάννης επιτάχυναν θεωρητικά τις εξελίξεις για αποσυμφόρηση των νησιών. Πηγές του Μαξίμου, παράλληλα, έσπευσαν να χρεώσουν την ευθύνη για την κατάσταση στη Λέσβο στον δήμαρχο του νησιού Σπύρο Γαληνό με αφορμή την αντίδρασή του στην τοποθέτηση λυόμενων οικίσκων για τη φιλοξενία προσφύγων και μεταναστών. «Αντί να εκμεταλλεύεται πολιτικά μία εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, θα ήταν προτιμότερο και πιο χρήσιμο για την τοπική κοινωνία να λειτουργήσει όπως αρμόζει στο θεσμικό του ρόλο και την ευθύνη που αυτός συνεπάγεται», σημείωναν.

Η υπόθεση Μουζάλα έχει αναζωπυρώσει τα σενάρια ανασχηματισμού, που ούτως ή άλλως έχει τοποθετηθεί χρονικά από κυβερνητικά στελέχη παράλληλα με το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης. Οπερ σημαίνει ότι ο Πρωθυπουργός, ο οποίος έχει την προνομία των αποφάσεων, θα πρέπει να πάρει τις αποφάσεις του το αργότερο έως τις 22 Ιανουαρίου και το Eurogroup που αναμένεται να βάλει τη σφραγίδα του στην ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης. Από τις αλλαγές στα πρόσωπα και την έκτασή τους εκτιμάται ότι θα «φωτογραφηθεί» και ο χρόνος των εκλογών: εάν, δηλαδή, οι αλλαγές είναι περιορισμένες, ίσως οι κάλπες να φανούν κοντά στον (πολιτικό) ορίζοντα.