Από το Χίλτον μέχρι το Μέγαρο Μαξίμου η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Είναι όμως επαρκής για να πνίξει το πολιτικό σχέδιο της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου. Στο κεντρικό αθηναϊκό ξενοδοχείο όλες αυτές τις ημέρες διεξήχθησαν, όπως πάντα, οι διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς ή κουαρτέτο των δανειστών με θέμα την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και των προαπαιτουμένων της. Το γεγονός πως έπρεπε ήδη να διανύαμε την ολοκλήρωση της τρίτης και ενδεχομένως ως χώρα να είχαμε υπαχθεί στην ποσοτική χαλάρωση (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας υπήρξε ένα βασικό δεδομένο συμπίεσης του πολιτικού χρόνου της κυβέρνησης. Ενα πολιτικό γεγονός που συνεχίζει να προσδίδει χαρακτηριστικά μετεωρισμού και αβεβαιότητας σε οικονομία και κοινωνία. Και ένα στοιχείο που διαμόρφωνε τον χώρο για αντιπολιτευτικά πυρά κατά της κυβέρνησης ή και ενδοκομματικούς τριγμούς ως αποτέλεσμα των μέτρων και μεταρρυθμίσεων που διέρρεαν, επώδυνα ορισμένα για τον κόσμο της εργασίας.

Η τελική σούμα –σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους –είναι πως παρά τα τεράστια αγκάθια, στο Χίλτον επετεύχθη πρόοδος στις διαπραγματεύσεις. Ολη η επόμενη εβδομάδα θα εξαντληθεί με τηλεδιασκέψεις για να κλείσουν τα ανοιχτά θέματα με στόχο η ελληνική κυβέρνηση να φτάσει στο Eurogroup της 20ής Μαρτίου με κλεισμένο ένα τουλάχιστον κεντρικό στοίχημα, καθοριστικό και για τον πολιτικό χρόνο: να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό για το 2018 και οι θεσμοί να έχουν δεχθεί πριν από τη συνεδρίαση το αντισταθμιστικό που προτείνουν οι «τσιπραίοι» για να πιαστεί το νούμερο των περίπου 300 εκατ. ευρώ.

Αυτό, σύμφωνα με το νεότερο αφήγημα και στελεχών που συμμετέχουν ενεργά στις διαπραγματεύσεις, δίνει σημαντικό πολιτικό χρόνο για να εφαρμόσεις και το δικό σου πρόγραμμα. Ετσι κι αλλιώς, ο μεγάλος κίνδυνος –όπως εκτιμούν κυβερνητικοί κύκλοι –είναι να απορροφηθείς εντελώς από την τεχνική των διαπραγματεύσεων αφήνοντας πίσω την καθημερινότητα και τον πολίτη με τις αγωνίες του.

Οχι τυχαία, η στρατηγική των κυβερνώντων, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει μεταστραφεί ήδη με αιχμή της την καθημερινότητα και όχι το σύρσιμο σε έναν δημόσιο διάλογο εντελώς οριοθετημένο στο κομμάτι της μετέωρης αξιολόγησης. Το τελευταίο, εκτός από το γεγονός ότι αποτελεί προνομιακό πεδίο για την αξιωματική αντιπολίτευση αφού έχει υλική υπόσταση την αβεβαιότητα που ενεργοποιεί στις δυνάμεις της αγοράς, είναι και καταλύτης εσωστρέφειας σε μια εύθραυστη κυβερνητική και κομματική στιγμή για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ας μην ξεχνάμε πως η συμπαγής αριστερή τάση των 53+ και το κομμάτι των βουλευτών που ελέγχει αναζητούν αφήγημα ή και πειστικό επιχείρημα πως το παράλληλο σχέδιο ανακούφισης των υποτελών τάξεων και ανάταξης με όρους κοινωνικού κράτους και όχι στενά επιχειρηματικότητας και δημοσίων έργων με εγκαίνια και κορδέλες δεν έχει εγκαταλειφθεί από μια κυβέρνηση, που βιώνει δημοσκοπική φθορά και μοιάζει να εξασθενίζει συντριπτικά η κοινωνική συμμαχία που την ανέδειξε.

Η πιο προσεκτική ανάγνωση της συγκυρίας σημειολογεί, για παράδειγμα, πως ήδη ο Αλέξης Τσίπρας έχει μεταβάλει τη φρασεολογία και τη ρητορική του και την έχει αποσυνδέσει από την τρέχουσα αξιολόγηση και διαπραγμάτευση δίνοντας έμφαση σε μια πιο καθημερινή ή εξωστρεφή εικόνα (όπως η πρόσφατη παράδοση του πρώην στρατοπέδου Παύλος Μελάς στην τοπική κοινωνία, στην οποία παρέστη ο ίδιος).

Η συγκυρία, απόλυτα καθοριστική βέβαια για το ελληνικό πολιτικό τοπίο, εν πολλοίς τροχοδρομείται από τις διαπραγματεύσεις, που σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές θα έχουν έκβαση άμεσα. «Ολοι κρατάνε την ανάσα τους» σημειώνει στα «ΝΕΑ» υψηλόβαθμο στέλεχος που «μάτωσε» αυτές τις ημέρες στο Χίλτον.

Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς θα γίνει με την Ευρώπη και τα σενάρια των πολλών ταχυτήτων αλλά και με το σπιράλ εκλογών σε μία σειρά χωρών (ήδη ο Ντεϊσελμπλούμ λόγω των ολλανδικών εκλογών δέχεται κριτική από τη σκληρή πτέρυγα στην χώρα του πως υπήρξε χαλαρός με το ελληνικό πρόγραμμα).

Από την άλλη, το ΔΝΤ μένει στο πρόγραμμα μέχρι νεωτέρας και όπως ακριβώς ήθελε η ομάδα Σόιμπλε, κάτι που διαφάνηκε επώδυνα στις διαπραγματεύσεις. Εδώ επιβλήθηκε τελικώς η ατζέντα του ΔΝΤ στο κομμάτι των εργασιακών, που αποτελεί για το ίδιο κορωνίδα μεταρρυθμίσεων και βλέπει την Ελλάδα ως το παράδειγμα συμπίεσης του εργασιακού κόστους που πρέπει να ακολουθηθεί και αλλού. Γνώστες του συσχετισμού και των συμπεριφορών των θεσμών λένε σε όλους τους τόνους πως αν η διαπραγμάτευση είχε να κάνει μόνο με τους Ευρωπαίους (Κομισιόν) θα είχε κλείσει πολύ νωρίτερα.

Κλίμα αβεβαιότητας. Τώρα όμως, το γεγονός ότι παραμένουν πολλά ανοιχτά μέτωπα και δεν έχει επιτευχθεί πλήρης συμφωνία –παρά τις συγκλίσεις των τελευταίων ημερών –πολιτικοποιεί όλη τη διαδικασία και πυροδοτεί κλίμα αβεβαιότητας και γκρίνιας στο εσωτερικό πολιτικό τοπίο. Πρέπει να σημειωθεί πως η ρήξη έχει φύγει από το τραπέζι και η ελληνική κυβέρνηση έχει ποντάρει στο δικό της success story, που ενισχύει το γεγονός ότι επετεύχθη πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 3% το 2016. «Το γεγονός επίσης πως η ΝΔ διαμορφώνει κλίμα καταστροφολογίας και κατεβάζει τόσο τον πήχη, μας βοηθάει να τον περνάμε εύκολα» λέει πηγή κοντά στον πυρήνα των κυβερνώντων. Μια πολιτική εκτίμηση που κυριαρχεί πάντως στους κυβερνώντες είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση αντέχουν –τονίζουν μάλιστα πως δεν υπάρχει κανένα θέμα στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ενώ και η κοινωνική αντιπολίτευση δεν έχει βρει τον στρατηγικό βηματισμό της, παρά τα πρόσφατα επεισόδια με τους κρητικούς αγρότες που πάντως πέραν της αποδοκιμασίας δεν φανέρωναν ένα γενικευμένο ρεύμα.

Το αγκάθι των εργασιακών. Η κυβέρνηση μοιάζει σήμερα να αγοράζει χρόνο, ενώ ήδη έχει προκύψει το σενάριο το ακανθώδες θέμα των εργασιακών, που έχει κολλήσει συνολικά στο Χίλτον και στη διαπραγμάτευση, να παραπέμπεται ίσως στην τρίτη αξιολόγηση τον Οκτώβριο του 2017.

Ταυτοτικό θέμα για την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ, μια ήττα τέτοιου βεληνεκούς για τον κόσμο της εργασίας θα ήταν κάτι που πραγματικά θα δοκίμαζε τις αντοχές της κυβέρνησης. Η ολική επαναφορά εξάλλου του ΔΝΤ στο τραπέζι, η ωμή επίδειξη δύναμης και η θέση του πως αυτά που απαιτεί για την Ελλάδα είναι best practice (ιδανική πρακτική), δεν είναι εύκολο να εξηγηθούν στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ και πολύ περισσότερο στη βάση της χειμαζόμενης κοινωνίας.

Τι φαίνεται όμως να χάνεται αυτή τη στιγμή; Κακά μαντάτα για συλλογικές διαπραγματεύσεις, παρά τα πορίσματα της Επιτροπής Σοφών, που παρεμπιπτόντως μόνο συριζαϊκή δεν είναι. Αύξηση των ομαδικών απολύσεων. Λοκάουτ. Αλλαγή για απόφαση απεργιών από το 51% των εργαζομένων. Νόμος για απόλυση συνδικαλιστών με γενική ρήτρα –ακόμη και για δυσφήμηση της εταιρείας στην οποία εργάζεται). «Θα είχε ενδιαφέρον να ακούγατε τι ζητάει το ΔΝΤ. Πάντως αυτά όλα φαίνεται να μην κλείνουν στα τεχνικά κλιμάκια και θα παραπεμφθούν πιο ψηλά, πολιτικά» λέει μια πηγή.

Αισιόδοξοι βέβαια παραμένουν οι κυβερνώντες για το γεγονός πως έκλεισε ο εξωδικαστικός συμβιβασμός (κάτι ανακουφιστικό για εταιρείες και πολίτες, όπως λένε), ενώ δεν υπάρχει δημοσιονομικό κενό για το 2018.

Οι φόροι. Τα τζαρτζαρίσματα βέβαια συνεχίζονται σε μία σειρά από μέτωπα, κάτι που προκαλεί πονοκεφάλους. Για παράδειγμα, η μείωση του αφορολογήτου και οι συνέπειές του θα επιχειρηθεί να ανασχεθεί από την κυβέρνηση με επιστροφή των εσόδων στην κοινωνία. Το ΔΝΤ, σύμφωνα με πληροφορίες, θέλει να μειωθεί ο φόρος επιχειρήσεων, ενώ η κυβέρνηση θέλει μείωση ΕΝΦΙΑ και Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Σε αυτά όπως και στα σχολικά γεύματα ή στις νέες θέσεις εργασίας που θέλει να διασφαλίσει, προσδοκά ότι θα σκοντάψει η Νέα Δημοκρατία αφού θα κληθεί να τα ψηφίσει (είναι τα λεγόμενα αντίμετρα).

Το Ασφαλιστικό. Απ’ την άλλη, η μείωση της δαπάνης του Ασφαλιστικού στο 1% παραμένει ακανθώδης, αλλά η Κυβέρνηση εκτιμά πως θα καταφέρει να την εφαρμόσει μεν σε βάθος χρόνου δε. Κάτι που επίσης σκοντάφτει στο ΔΝΤ –που ζητάει ακόμη και κόψιμο επικουρικών συντάξεων –αλλά ο Τσίπρας βρίσκει συμμάχους τους Ευρωπαίους.

Τα ενεργειακά. Το μέτωπο των ενεργειακών επίσης φαίνεται να κλείνει τεχνικά. Είναι όμως κοινός τόπος πως ακόμη κι αν η αξιολόγηση κλείσει με τις λιγότερο οδυνηρές συνέπειες, ο επόμενος πολιτικός κύκλος θα είναι επίσης ένα ανοιχτό στοίχημα για την κυβέρνηση και για το πόσα ευμενή πράγματα θα μπορέσει ή θα καταφέρει να πετύχει.

Πόσο θα μπορέσει να μείνει συνεκτική στο αφήγημα και στη δράση της δεδομένων των τριγμών με τους ΑΝΕΛ και τις επισφαλείς σχέσεις του Φίλη και των 53+ με τον Πάνο Καμμένο. Κι αυτό στο υπαρκτό φόντο μιας βασικής πραγματικότητας: των διαφορετικών οπτικών των κυβερνητικών πάνω σε αυτό το σχέδιο. Στον τρόπο απεύθυνσης και τις συμμαχίες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων αποτελεί επιταχυντή όχι μόνο για τις νέες διαιρέσεις ή ολοκληρώσεις αλλά και για τις φυγόκεντρες δυνάμεις μέσα και έξω.