Νέα δεδομένα στη διαπραγμάτευση –σε σχέση με τη συνάντηση της Παρασκευής στις Βρυξέλλες –επιτρέπουν στο Μαξίμου να αισιοδοξεί ότι μπορεί να κλειδώσει η συμφωνία με τους δανειστές στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου ακόμη κι αν δεν επιτευχθεί το τυπικό κλείσιμο της αξιολόγησης.

Στόχος της κυβέρνησης για τη συμφωνία φαίνεται πως είναι πια η αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή η ισορρόπηση των όποιων προληπτικών μέτρων ψηφιστούν τώρα για την περίοδο μετά το 2019 με αντισταθμιστικά μέτρα που θα ανακουφίσουν αδύναμες κοινωνικές ομάδες. Κάτι που θα μπορούσε να αφορά τη μείωση των συντελεστών φορολόγησης ή και του ΦΠΑ. Σε μία ακόμη πιο προωθημένη συμφωνία με τους θεσμούς θα μπορούσε να υπάρχει πρόβλεψη και για τη χορήγηση κοινωνικών παροχών από την κυβέρνηση στους ασθενέστερους από τις υπεραποδόσεις. Κάτι που έγινε το 2016 με την έκτακτη 13η σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους, προκαλώντας προσωρινό πάγωμα της εφαρμογής των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.

Η κυβέρνηση εμφανίστηκε χθες με άλλον αέρα σε σχέση με την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης και δεν κάμφθηκε ούτε από τις δηλώσεις Ντεϊσελμπλούμ ο οποίος προέβλεψε ότι είναι περίπου απίθανη η ολοκλήρωση της αξιολόγησης την ερχόμενη Δευτέρα. Είναι ενδεικτικό πως αρμόδιες πηγές έλεγαν ότι δεν αλλάζει σε τίποτα η κυβερνητική εκτίμηση ότι το Eurogroup μπορεί να είναι καθοριστικό και σχολίαζαν πως ο Ντεϊσελμπλούμ είπε αυτό που θα περίμενε κανείς να πει ως επικεφαλής του Eurogroup. «Γίνεται προσπάθεια να υπάρξει λύση ώς τη Δευτέρα» επιβεβαιώνει πηγή που έχει γνώση της εξέλιξης της διαπραγματευτικής διαδικασίας.

Πού εδράζεται όμως η αισιοδοξία της κυβέρνησης που κινείται στο μοτίβο πως η Ελλάδα δεν χρειάζεται και δεν θα λάβει ούτε ένα ευρώ επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας; Διατύπωση που συνιστά σχεδόν ολική επαναφορά στις πρωθυπουργικές δηλώσεις μία ημέρα πριν από το Eurogroup της 18ης Ιανουαρίου πως δεν θα ληφθούν μέτρα ούτε ένα ευρώ.

Το Μαξίμου ποντάρει στις υπεραποδόσεις της ελληνικής οικονομίας και στις συνθήκες που δημιουργούν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ με βάση τα οποία θα συνεχιστεί η διαπραγμάτευση γύρω από μία συνολική συμφωνία. Κι όχι με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, διευκρίνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ ΜΕΤΡΑ… Η κυβέρνηση επισημαίνει ότι με βάση τις προβλέψεις για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα δύο χρόνια ακυρώνονται και οι παράλογες απαιτήσεις για νέα μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος, ήτοι για την περίοδο από το 2019 και μετά, καλώντας το Ταμείο να λάβει υπόψη του τη νέα δημοσιονομική πραγματικότητα. Επίσης, σύμφωνα με την κυβερνητική εκτίμηση, όλοι οι ευρωπαϊκοί παράγοντες της διαπραγμάτευσης πλην του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συνηγορούν αυτήν τη στιγμή σε μία διαδικασία που δεν θα οδηγήσει σε εκτροπές. Για το Μαξίμου ο στόχος της ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και της δοκιμαστικής εξόδου προς τις αγορές εντός του 2017 παραμένει εφικτός.

Ανώτερη κυβερνητική πηγή εξηγεί στα «ΝΕΑ» ότι η νέα διαπραγματευτική γραμμή της κυβέρνησης στηρίζεται στις θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και επαναλαμβάνει πως αυτό που επιδιώκεται είναι μία συνολική και καθαρή συμφωνία χωρίς γκρίζα σημεία που να δημιουργούν αβεβαιότητα. Στόχος αυτής της συμφωνίας, σύμφωνα με την ίδια πηγή, είναι το να εγγυάται τη συμμετοχή της χώρας στο QE και την έξοδό της στις αγορές. Στην επιχειρηματολογία της κυβέρνησης εντάσσεται και η διαπίστωση πως όποια λύση είναι θετική για την Ελλάδα θα είναι και για την Ευρώπη.

Την αισιοδοξία της κυβέρνησης για την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης που συντελείται κυρίως σε παρασκηνιακό επίπεδο μετέφερε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, λέγοντας πως η συζήτηση με τους δανειστές προχωρά και φαίνεται ότι τα νέα στοιχεία αναδιαμορφώνουν την πραγματικότητα και δημιουργούν δυνατότητες για μία συμβιβαστική λύση εντός των χρονοδιαγραμμάτων, τα οποία έχει η κυβέρνηση θέσει εξ αρχής. Επιβεβαίωσε δε ότι την προηγούμενη Παρασκευή έγινε στις Βρυξέλλες συζήτηση επί ενός base line σεναρίου το οποίο όπως υπονόησε δεν ισχύει πια.

Ο ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ. Ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης ανέφερε χθες πως βάση στήριξης για την επιδιωκόμενη συμφωνία είναι οι ίδιες οι θετικές επιδόσεις της οικονομίας, που πλέον και επίσημα πιστοποιούνται με την επισήμανση ότι η συμφωνία πρέπει να είναι δημοσιονομικά ουδέτερη, δηλαδή να μη θέτει νέα λιτότητα.