Είναι το «μεγαλύτερο σκάνδαλο μεταφοράς ιδιοκτησίας στην ιστορία της Ισπανίας», κάτι σαν ισπανικό Βατοπέδι; Ή η Εκκλησία πέφτει θύμα «δημαγωγίας και άγνοιας;». Για να απαντήσει κανείς πρέπει να πιάσει την άκρη του νήματος από τη Σαραγόσα του 40 μ.Χ. και μετά να επιστρέψει στη Σαραγόσα του 2016. Τότε, κάπου στις όχθες του ποταμού Εβρου, υποτίθεται ότι εμφανίστηκε η Παρθένος Μαρία στον απόστολο Ιάκωβο. Η κληρονομιά εκείνης της θείας συνάντησης είναι δύο επιβλητικοί καθεδρικοί ναοί.

Αυτοί οι ναοί και πολλά εκκλησιαστικά κτίρια ακόμη σε όλη την Ισπανία γίνονται σήμερα αντικείμενο μιας διαμάχης ως προς το καθεστώς της ιδιοκτησίας τους. Ο αριστερός δήμαρχος της πόλης και οι υπερασπιστές του κοσμικού κράτους θέτουν ένα ερώτημα: σε ποιον ανήκουν όλες αυτές οι εκκλησίες, τα μοναστήρια και οι λοιποί τόποι προσκυνήματος; Για τον Γκαρθία Γκονθάλεθ, επικεφαλής ενός κινήματος στη Σαραγόσα υπέρ του κοσμικού κράτους, η απάντηση είναι μία: «Αυτά τα κτίρια κατασκευάστηκαν και συντηρήθηκαν από γενιές πολιτών της Σαραγόσα. Επομένως ανήκουν σε όλους μας. Θα έπρεπε να είναι δημόσια περιουσία και όχι ιδιωτική της Καθολικής Εκκλησίας».

Την άποψη αυτή συμμερίζεται ο δήμαρχος της πόλης. Ο Πέδρο Σαντιστέβε εξελέγη στον δημαρχιακό θώκο τον περασμένο χρόνο ως επικεφαλής ενός αριστερού συνασπισμού. Ηταν ένας από τους υποψηφίους που στήριξε με επιτυχία η ριζοσπαστική Αριστερά όχι μόνο στη Σαραγόσα, αλλά και στη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη, τη Βαλένθια και στο Καντίθ. «Θέλουμε να μάθουμε πώς συνέβη κτίρια που έχουν κατασκευαστεί από τον λαό να καταλήξουν στην ιδιοκτησία της Εκκλησίας» δηλώνει στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» ο δήμαρχος. Ο ίδιος απέστειλε επιστολή στην περιφερειακή κυβέρνηση αλλά και στην ισπανική κυβέρνηση με την οποία ζητά να πληροφορηθεί ποια είναι τα ακίνητα στη Σαραγόσα που ανήκουν στην Εκκλησία. Παράλληλα προτίθεται να προσφύγει στο ανώτατο δικαστήριο ώστε να «αποκατασταθεί η νομιμότητα σε μια κατάσταση που εμένα μου φαίνεται παράνομη».

Ολα φαίνεται να ξεκίνησαν από μια μικρή αλλαγή στο αστικό δίκαιο που έγινε το 1998 και επέτρεψε στην Καθολική Εκκλησία να αποκτήσει την ιδιοκτησία ιστορικών ναών και μοναστηριών. Χάρις σε μια άλλη διάταξη που χρονολογούταν από το 1940 αρκούσε ένα απλό πιστοποιητικό που υπέγραφε ο τοπικός επίσκοπος για να περιέλθει ένα ακίνητο στην ιδιοκτησία της Εκκλησίας χωρίς να είναι αναγκαίοι οι τίτλοι ή κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Ετσι στην ιδιοκτησία της Εκκλησίας δεν πέρασαν μόνο ναοί και μοναστήρια, αλλά ακόμη και αμπελώνες ή αθλητικές εγκαταστάσεις. Μόνο στην περιφέρεια της Ναβάρα η Εκκλησία απέκτησε περίπου 1.000 ιδιοκτησίες ανάμεσα στο 1998 και στο 2015 –τη χρονιά που καταργήθηκε αυτό το προνόμιο.

«Συνιστά σκάνδαλο το γεγονός ότι δόθηκαν στην Εκκλησία οι εξουσίες ενός κράτους» είναι η ένσταση που καταθέτει ο Αντίνιο Μάνουελ Ροντρίκεθ, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Κόρντομπα. Οπως είναι φυσικό, η Εκκλησία απορρίπτει αυτούς τους ισχυρισμούς και κατηγορεί την Αριστερά για αντικληρικαλισμό. «Αυτές ήταν ιδιοκτησίες της Εκκλησίας από αμνημονεύτων χρόνων» σημείωνε εκπρόσωπος της αρχιεπισκοπής της Σαραγόσα. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο μόνος λόγος για τον οποίο επιτράπηκε στην Εκκλησία να επικυρώσει τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα χωρίς αποδείξεις ήταν επειδή δεν υπήρχαν τίτλοι ιδιοκτησίας στην εποχή του Μεσαίωνα. Στο ίδιο πνεύμα, ο καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου Χόρχε Οταντούι ανέφερε ότι «όλα έγιναν με βάση τον νόμο».

Το ανώτατο δικαστήριο

Τη λύση στη διαμάχη θα δώσει προφανώς το ανώτατο δικαστήριο. Παραμένει γεγονός πάντως ότι η Καθολική Εκκλησία δεν έχει την ισχύ που είχε άλλοτε στην Ισπανία. Καθολικοί δηλώνουν λιγότεροι από δύο στους τρεις Ισπανοί, ενώ το 60% από αυτούς δηλώνει ότι δεν παρακολουθεί ποτέ τη θεία λειτουργία.