Η αληθινή παριζιάνικη κομψότητα την εποχή της εκδημοκρατισμένης εμφάνισης ήταν η δική της κατάκτηση στον κόσμο της μόδας. Ισως μετά την Γκαμπριέλ Σανέλ και τη Ζαν Λανβέν, η Σόνια Ρικιέλ υπήρξε η Παριζιάνα που μέσα από την άποψή της για τη μόδα προσέφερε στις γυναίκες ισχυρά επιχειρήματα για την άνετη χειραφέτησή τους: πολλές συλλογές από απλά, πλεκτά, πολύχρωμα ριγέ ρούχα.

Το 1962 έδειξε τι μπορεί να κάνει με λίγο νήμα. Η καριέρα της ξεκίνησε όταν ήταν έγκυος και επειδή δεν μπορούσε να βρει ζεστά ρούχα εγκυμοσύνης στο μέγεθός της, έπλεξε τα δικά της. «Ηθελα να δείχνω την κοιλιά μου και όχι να κρύβω την ευτυχία την οποία βίωνε το σώμα μου» εξηγούσε αργότερα στο «Newsweek» η ανακηρυγμένη από τους Αμερικανούς «βασίλισσα των πλεκτών». Και επειδή οι άλλες γυναίκες λάτρεψαν στα ρούχα εγκυμοσύνης της την άνεση και την κομψότητα, ζητούσαν από τη μικροκαμωμένη κοκκινομάλλα να αγοράσουν τα πλεκτά της. Βρέθηκε λοιπόν να πλέκει φαρδιά παντελόνια, καζάκες, μπλούζες, φούστες, σακάκια, κάπες και κασκόλ και να τα πουλά στην αρχή στο κατάστημα του άντρα της. Ομως το 1968 άνοιξε τη δική της μπουτίκ στο παρισινό Σεν Ζερμέν. Εκεί όπου η φοιτητική εξέγερση του Μάη την ενέπνευσε για να σταθεί δίπλα στη νέα γυναίκα της εποχής της. «Το να λανσάρει κανείς το new look», δήλωνε το 1971, «μεταξύ των προσωπικοτήτων που τα ονόματά τους και οι φωτογραφίες τους φιγουράρουν διαρκώς στις εφημερίδες, είναι ένα παιχνίδι. Μια ηθοποιός ή μια εκατομμυριούχος ντύνεται σήμερα με ό,τι τους προσφέρεις: ακόμη και με τα εκκεντρικότερα φορέματα. Την κοπέλα όμως που φοιτά στο πανεπιστήμιο ή σε οποιοδήποτε σχολείο ή εργάζεται, δεν μπορείς να την ντύσεις όπως σου κατέβει. Αυτή ζητάει κάτι πρακτικό, κάτι που ενδεχομένως θα μπορεί να φορά και στη δουλειά και στον περίπατο. Και αυτός ο τύπος της κοπέλας είναι σήμερα που αποφασίζει στα θέματα της μόδας. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση λοιπόν ότι χρειάζεται προσαρμογή σε αυτή τη μεγάλη πλειονότητα των γυναικών: στη μόδα άρχισε να επικρατεί σήμερα η «δημοκρατία»». Ηταν η διαπίστωση της Σόνια Ρικιέλ και την υπογράμμισε παρουσιάζοντας στη συλλογή της πλεκτά μίνι σορτς. Την ακολούθησαν η Μπριζίτ Μπαρντό, η Φρανσουάζ Αρντί, η Οντρεϊ Χέπμπορν, η Κατρίν Ντενέβ.

ΜΑΥΡΟ ΖΕΡΣΕΪ. Εως τις τελευταίες της συλλογές δούλευε με σκοπό να απελευθερώνει από τις συμβάσεις της μόδας το γυναικείο σώμα . Γι’ αυτό και στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Ρικιέλ υποστήριξε το μαύρο ζέρσεϊ στα πλεκτά της ως υλικό που δίνει στη γυναίκα άλλη μια ευκαιρία να τονίσει την προσωπικότητά της. «Σκοπός μου είναι να απελευθερώσω τη μόδα από τα περιθώριά της, να απελευθερώσω τις γυναίκες και να τις κάνω να εκφράζονται μόνες τους». Το 2012 αποκάλυψε ότι έπασχε από τη νόσο του Πάρκινσον την οποία προσπαθούσε να αντιμετωπίσει πριν από δεκαπέντε χρόνια. Σε ένα από τα πολλά βιβλία με δοκίμια και διηγήματα που κατά καιρούς έγραφε, κατέγραψε τις σκέψεις της για την ασθένειά της. Η κόρη της Ναταλί και ο γιος της Ζαν-Φιλίπ συνεχίζουν να διαχειρίζονται τον οίκο που έκαναν διάσημο οι ζωηρόχρωμες ρίγες της.