Με τις συντάξεις του μηνός Ιουνίου θα δοθεί για τελευταία φορά το ΕΚΑΣ σε περίπου 100.000 από τους 380.000 χαμηλοσυνταξιούχους. Αυτοί οι 100.000 που θα το χάσουν, θα υποχρεωθούν επιπλέον να επιστρέψουν σε δώδεκα δόσεις, με παρακράτηση από τη σύνταξη, όσα ποσά εισέπραξαν για το ΕΚΑΣ από τον Ιανουάριο του 2016 που μπορεί να φθάνουν και τα 1.600 ευρώ.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, «το ΕΚΑΣ αποτελεί προνοιακή και όχι συνταξιοδοτική παροχή, η οποία δίνεται έπειτα από έλεγχο πόρων και επανακαθορίζεται ετησίως ανάλογα με τα εισοδήματα των δικαιούχων. Ο επανακαθορισμός γίνεται κάθε Ιούνιο, κατόπιν επεξεργασίας των φορολογικών δηλώσεων. Σε περίπτωση που έχουν καταβληθεί επιδόματα σε πρώην δικαιούχους που έχουν υπερβεί τα εισοδηματικά κριτήρια, αυτά επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα. Η ίδια, πάγια διαδικασία θα εφαρμοστεί και φέτος. Η επιστροφή θα γίνει σε δώδεκα μηνιαίες δόσεις με ισόποσο συμψηφιστικό υπολογισμό της σύνταξης.

ΤοΕΚΑΣθα κυμαίνεταιμεταξύ 57,50 ευρώ και 230 ευρώ και θα συνεχίσουν να το παίρνουν όσοι συνταξιούχοι έχουν άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης έως 7.972 ευρώ ετησίως (664 ευρώ μηνιαίως) και συνολικό οικογενειακό εισόδημα έως 11.000 ευρώ. Σύμφωνα με όσα προκύπτουν από την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η κατάργηση δαπάνης ύψους 900 εκατ. ευρώ (σε ετήσια βάση) η οποία προβλέπεται να επέλθει σταδιακά την περίοδο 2016-2020 θα «τρέξει» με τους ακόλουθους ρυθμούς:

– Το 2016 θα μειωθεί το 18% της δαπάνης τουΕΚΑΣ.

– Το 2017 θα μειωθεί το 44% της ίδιας δαπάνης.

– Το 2018 θα μειωθεί το 26% της δαπάνης.

– Το 2019 θα μειωθεί το 6%.

– Το 2020 θα μειωθεί το 6%.

Σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου (4387/2016), τα νέα κριτήρια για τη λήψη του ΕΚΑΣ έχουν ως εξής:

Από 1-1-2016 και έως 31-12-2019 το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) καταβάλλεται αποκλειστικά σε ήδη συνταξιούχους καθώς και σε δικαιούχους σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και θανάτου των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ εκτός του ΟΓΑ, οι οποίοι κατέθεσαν αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (13/5/2016).

Για την καταβολή του επιδόματος πρέπει να πληρούνται αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

– Να έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, καθώς και για τα τέκνα που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου του γονέα τους δεν απαιτείται όριο ηλικίας.

– Το συνολικό καθαρό ετήσιο εισόδημά τους από συντάξεις (κύριες, επικουρικές και βοηθήματα καταβαλλόμενα σε χρήμα), μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα να μην υπερβαίνει το ποσό των 7.972 ευρώ.

Για τον προσδιορισμό του εισοδήματος αυτού δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που αντιστοιχούν στη σύνταξη αναπήρων, θυμάτων πολεμικής περιόδου και κατά την εκτέλεση της στρατιωτικής υπηρεσίας, θυμάτων τρομοκρατίας, καθώς και στα προνοιακά βοηθήματα.

– Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα του συνταξιούχου να μην υπερβαίνει το ποσό των 8.884 ευρώ.

– Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των 11.000 ευρώ. Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα του προηγούμενου φορολογικού έτους.

– Το συνολικό ακαθάριστο ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που καταβάλλεται κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως επιδόματα, να μην υπερβαίνει τα 664 ευρώ.

Για κάθε έτος, αρχής γενομένης από 1-1-2017 και μέχρι 31-12-2019, εξετάζεται το καταβαλλόμενο παραπάνω ποσό συντάξεων κατά τον μήνα έκδοσης της υπουργικής απόφασης ή το δικαιούμενο ποσό συντάξεων κατά τον πρώτο πλήρη μήνα συνταξιοδότησης, αν η συνταξιοδότηση χωρεί μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης.