Γεγονός: η Ευρώπη θα ήθελε να κλείσει τη διαπραγμάτευση με την Ελλάδα ώς το τέλος του Μαΐου για να βαδίσει απερίσπαστη στο βρετανικό δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου.

Ομως, αντίθετα με τις εντυπώσεις που καλλιεργεί η ελληνική κυβέρνηση ότι το μοναδικό πρόβλημα είναι το σκληρό ΔΝΤ, η κατάσταση είναι αρκετά πιο σύνθετη. Τόσο σύνθετη που όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας. Και για τη συνέχεια όμως, παρότι η κυβέρνηση δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα φέρνοντας άρον άρον στη Βουλή για ψήφιση το ασφαλιστικό νομοσχέδιο.

Κατ’ αρχάς, η Ευρώπη δεν έχει μόνο μια φωνή. Η Γερμανία και οι άλλοι συνήθεις ύποπτοι, όπως η Ολλανδία και η Φινλανδία, είναι πολύ πιο κοντά στις θέσεις του ΔΝΤ υπέρ των σκληρών μέτρων απ’ ό,τι η Γαλλία και η Κομισιόν, και θέλουν οπωσδήποτε τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Οι ίδιες, όμως, αυτές χώρες –συν πλην κάποιες ακόμη –είναι απέναντι στο ΔΝΤ στο θέμα του χρέους. Η Γερμανία επιμένει ότι δεν υπάρχει λόγος να γίνει προς το παρόν οποιαδήποτε ρύθμιση του χρέους, αντίθετα με το ΔΝΤ που το θεωρεί απαραίτητο. Το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ ενέταξε το θέμα στην ατζέντα της Δευτέρας δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι θα υπάρξει και κάποια δεσμευτική απόφαση στο τέλος. Στην ουσία, ο διαπραγματευτικός πυρετός αυτού του Σαββατοκύριακου, πιθανότατα και των επόμενων εβδομάδων, θα αφορά σε μεγάλο βαθμό τη συνεννόηση Γερμανίας και ΔΝΤ που με τη σειρά της μεταφράζεται σε ισορροπία μεταξύ του πακέτου των μέτρων-κάβα, ύψους 3,6 δισ. ευρώ, και της ρύθμισης του χρέους. Οπως εξηγούν πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων, για να υποχωρήσει το ΔΝΤ στο θέμα του χρέους όπως θέλει η Γερμανία και να αρκεστεί σε μια χλιαρή δήλωση για μελλοντική ρύθμιση από το 2017 θα θελήσει να πάρει τα πάντα σε ό,τι αφορά το πακέτο των πρόσθετων μέτρων.

Προς το παρόν, βεβαίως, το ΔΝΤ εμφανίζεται ανυποχώρητο και τα θέλει όλα: και μια γενναιόδωρη ρύθμιση του χρέους και ένα πακέτο μέτρων-κάβα με συγκεκριμένο ονοματεπώνυμο για το καθένα.

Η ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ. Οι πηγές από τον χώρο της διαπραγμάτευσης εκτιμούν ότι ο συμβιβασμός θα επέλθει μάλλον με μια υποχώρηση του ΔΝΤ στο θέμα του χρέους, καθώς εκτός από τη Γερμανία μια σειρά από άλλες χώρες δεν θέλουν να αναληφθεί οποιαδήποτε σχετική δέσμευση.

Αν επικρατήσει η γραμμή αυτή, η Ελλάδα βγαίνει προφανώς χαμένη. Οχι μόνο θα φορτωθεί ένα πρόσθετο πακέτο σκληρών μέτρων αλλά και δεν θα μπορεί να προσβλέπει σε μια γενναιόδωρη ρύθμιση του χρέους, που θα διευκόλυνε τους στόχους της για επιστροφή στις αγορές και τελικά στην ανάπτυξη. Οι ελπίδες της κυβέρνησης στηρίζονται σε Κομισιόν και Γαλλία, που αναγνωρίζουν ότι ξεπερνά τα όρια να ψηφιστούν μέτρα εν αναμονή, γκιλοτίνες, έτοιμες να πέσουν στα κεφάλια μας, με το παραμικρό δημοσιονομικό στραβοπάτημα.Οποια και να είναι όμως η ισορροπία στην οποία θα καταλήξει η διαπραγμάτευση, το σίγουρο είναι ότι και επιπλέον μέτρα θα υπάρξουν –και μάλιστα σκληρά –και η ρύθμιση του χρέους θα απέχει –λιγότερο ή περισσότερο –από αυτήν που θα ήθελε η κυβέρνηση.

ΤΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ. Στην πραγματικότητα το βασικό πλεονέκτημα, το οποίο θα μπορέσει να πουλήσει και πολιτικά η κυβέρνηση, θα είναι η ενίσχυση της ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Κι αυτή είναι η καλή εκδοχή. Γιατί θα μπορούσε να επικρατήσει η κακή, δηλαδή η μη συμφωνία. Είναι ένα σενάριο που δεν έχει αποκλειστεί, αν και οι κινήσεις των τελευταίων ημερών το εμφανίζουν εξασθενημένο.

Χαρακτηριστικά, η κυβέρνηση όχι μόνο ψηφίζει άμεσα το Ασφαλιστικό αλλά οι πληροφορίες χθες το βράδυ ανέφεραν ότι επρόκειτο να καταθέσει τελικά και τροπολογία για χαμηλότερο αφορολόγητο, πλησιάζοντας τις θέσεις του ΔΝΤ.

Στην κυβέρνηση αισθάνονται επιπλέον την πίεση της ρευστότητας που εξαντλείται πλέον ανησυχητικά. Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι στα μέσα Ιουνίου το ελληνικό Δημόσιο θα απειληθεί με ασφυξία.

Ακόμη οι πληροφορίες αναφέρουν ότι εγκαταλείφθηκε –προσωρινά; –η σκέψη που φαίνεται πως διατυπώθηκε κάποια στιγμή στο Μαξίμου υπέρ της παράτασης της διαπραγμάτευσης έως τον Ιούλιο ως μέσο άσκησης πίεσης στους δανειστές.

Στην πραγματικότητα, το μέσο αυτό θα λειτουργούσε εις βάρος της χώρας και της κυβέρνησης, παρατηρούν οι αναλυτές. Τον Ιούλιο, χωρίς το άγχος του βρετανικού δημοψηφίσματος, η πίεση στην Ελλάδα θα πολλαπλασιαζόταν. Αν μάλιστα το αποτέλεσμα είναι υπέρ του Brexit, εύκολα θα άνοιγε και πάλι θέμα Grexit.